Όπως όμως και οτιδήποτε άλλο στον τζόγο, οι προσωπικοί κανόνες του Νικ να μην κυνηγάει τα χαμένα έχουν και τις εξαιρέσεις τους. Όπως συνέβη σε ένα διήμερο παιχνίδι ζαριών που έλαβε μέρος σε κλειστό κύκλο στα τέλη της δεκαετίας του 1930, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον βαρόνο του συνδικάτου Frank Costello. Το παιχνίδι έβαινε την 36η του ώρα και ο Νικ είχε αρχίσει να χάνει έντονα, όταν ξαφνικά άρχισε να διπλασιάζει τα στοιχήματα του κάθε φορά που ο γκάνγκστερ κέρδιζε ένα.
Ο Κοστέλλο γέλασε και προειδοποίησε τον Νικ ότι θα του έπαιρνε ότι σεντ του είχε απομείνει. Αλλά ο Νικ απλά του έγνεψε και συνέχισε να διπλασιάζει. Ήταν σχεδόν στον πάτο του κεφαλαίου με το οποίο είχε έρθει στο παιχνίδι όταν ο Κοστέλλο έχασε τέσσερα πονταρίσματα την σειρά. Τα συνεχόμενα κερδισμένα στοιχήματα του Νικ όχι μόνο δεν τον έκαναν να ρεφάρει αλλά τον έδωσαν και έναν αέρα 85.000 δολαρίων πάνω.
" Σου το είπα ότι αισθανόμουν τυχερός " του λέει ο Νικ τσεπώνοντας τις στοίβες με τα χρήματα . " Εσύ είσαι αυτός που δεν κυνηγάει ποτέ τα χαμένα χρήματα" του λέει ο αφρίζοντας ο Κοστέλλο. " Σωστά" λέει ο Νικ, μην τα κυνηγάς ποτέ εκτός αν σου έρθει αυτό το αίσθημα ότι θα κερδίσεις και αυτό κρατήσει όλη τη νύχτα. Τότε πάνε για τον ουρανό. Ένας που έχει μία τυχερή νύχτα μπορεί να κερδίσει ακόμη και αν τον σημαδεύει ένα γεμάτο πιστόλι... και ένας που αισθάνεται χαμένος δεν θα μπορέσει να κερδίσει ακόμη και με τις πιο ευνοϊκές συνθήκες.
'Άλλο ένα παράδειγμα ήταν όταν ο Νικ παρακολούθησε έναν νεαρό από το Κάνσας να παίζει ζάρια στο Λας Βέγκας . Ο νεαρός έχασε μερικά στοιχήματα και άρχισε να μην ρίχνει τα ζάρια κάθε φορά που ήταν η σειρά του. Ξαφνικά η τύχη του άλλαξε και κέρδισε 17 συνεχόμενες ζαριές. Στο τέλος αυτού του σερί φώναξε με χαρά στον υπεύθυνο του τραπεζιού , "Τα κέρδισα όλα πίσω". Ο άνθρωπος του καζίνο δεν ήξερε εάν έπρεπε να γελάσει ή να κλάψει. " Ούτε και εγώ" είπε ο Νικ. Μετά την δεύτερη του πετυχημένη ζαριά άρχισα να ποντάρω και εγώ μαζί του σπάζοντας τον κανόνα μου που είναι να μην παίζω την γραμμή pass ( Ο Νικ δεν έπαιζε την γραμμή pass αλλά την γραμμή don't pass λόγο του ότι η πρώτη έδινε πλεονέκτημα στο καζίνο
1.414 τοις εκατό ενώ η δεύτερη 1.402 τοις εκατό, και φυσικά ο Νικ το λάμβανε αυτό σοβαρά υπόψη ). Κέρδισα κάπου 8.000 δολάρια και θα κέρδιζα παραπάνω εάν μπορούσα να ποντάρω παραπάνω από το όριο του καζίνου. Αλλά ο μικρός δεν πήγε και πολύ μακριά. Κάθε μα κάθε φορά πόνταρε ένα και μοναδικό δολάριο". Μπορεί να χάσεις 100 ζαριές και να κερδίσεις 10 αλλά πάλι να βγεις κερδισμένος με τον τρόπο παιχνιδιού του Νικ. Τα ποσοστά τρέχουν συνεχώς εναντίον σου και ο μόνος τρόπος να τα αντιμετωπίσεις είναι να κερδίσεις όσο το δυνατόν περισσότερα σε όσο το λιγότερα πονταρίσματα. Η τύχη κάνει κύκλους. Από τον παίκτη εξαρτάται κατά πόσο μπορεί να την αξιοποιήσει, άλλωστε είναι θέμα χαρακτήρα.
Σε μία πόλη που άνθισε ραγδαία την εποχή του πυρετού του χρυσού, την Τόνοπα της Νεβάδα, πόλη φάντασμα σήμερα, ένα μεσημέρι τα κύματα καύσωνα της ερήμου ταράχτηκαν από την άφιξη ενός μεγάλου μαύρου ανοιχτού αυτοκινήτου, που πάρκαρε μπροστά από την είσοδο ενός καφέ της πόλης. Μία ξανθιά κοπέλα καθόταν πίσω από το τιμόνι και ένας ψηλός πνευματώδης άνδρας με μαύρο κοστούμι και παπιγιόν βγήκαν έξω. Δύο ηλικιωμένοι ξινισμένοι παλικαράδες κάθονταν στην βεράντα. Με την σκόνη να έχει κολλήσει πάνω στον ιδρώτα του δέρματος τους έμοιαζαν έτοιμοι να ξαναμπούν στις στοές για αναζήτηση χρυσού.
Καθώς είδαν τους δύο επισκέπτες με το ακριβό αυτοκίνητο να περνούν από δίπλα τους , ρώτησε ο ένας από τους ηλικιωμένους , " Ηθοποιός;" " Τσουκ" είπε ο άλλος "Νικ δε Γκρηκ". Η βεράντα έτριξε ακολουθώντας και αυτή τις αισιόδοξες κινήσεις των παλαιών χρυσοθήρων. Μέσα στο καφέ ο Νικ δε Γκρηκ ο ονομαστός μελετητής του Αριστοτέλη και του Λιτλ Τζο, και ως προς όλες τις στατιστικές ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος τζογαδόρος στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, παρήγγειλε σάντουιτς για την κοπέλα και τον ίδιο. Καθώς αυτά ετοιμάζονταν, βόλταρε έως την άλλη άκρη του καφέ όπου είδε ένα παιχνίδι ζαριών με όριο τα 100 δολάρια σε εξέλιξη σε μία γωνία του χώρου.
Ο υπεύθυνος του τραπεζιού τον γνώρισε και ψιθύρισε κάτι στους άλλους παίκτες. Η δράση σταμάτησε. " Συνεχίστε παιδιά " τους λέει ο Νικ " είμαι απλά περαστικός , δεν έχω χρόνο για να παίξω". Δύο ώρες αργότερα ο Νικ ήταν ήδη 1.500 δολάρια χαμένος στο παιχνίδι και η πλειοψηφία του ενήλικου πληθυσμού της πόλης που ξεσηκώθηκε από τους ξινισμένους παλικαράδες ,είχε ήδη συνερεύσει μέσα ή έξω από το καφέ. Στην δύση του ηλίου, όταν τα ηλεκτριστικά νέα ότι ο μεγαλύτερος τζογαδόρος του κόσμου ήταν σε δράση στην πόλη εξαπλώθηκαν, οι παράτολμοι εξορύχτες ασημιού άρχισαν να έρχονται κατά μάζες από τους λόφους.
Κατά τα μεσάνυχτα το κορίτσι είχε κοιμηθεί στο αμάξι και για τον Νικ είχαν αρχίσει να ξεθωριάζουν όλα στο οπτικό του πεδίο. Στις 4 το πρωί όταν το πλήθος είχε ελαττωθεί σημαντικά , ο Νικ (που μερικές φορές κουβαλάει ποσά και των 150.000 δολαρίων πάνω του) πλήρωσε στον υπεύθυνο του παιχνιδιού που στεκόταν άναυδος και αμήχανος μπροστά του 9.720 χιλ. δολάρια σε μετρητά , επιπλέον υπολόγισε ότι πλήρωσε 17.000 δολάρια σε παράλληλα στοιχήματα. Ο Νικ χαμογέλασε νυσταγμένα τριγύρω και είπε , " Ήταν ένα πολύ ευχάριστο βράδυ για μένα κύριοι, πολύ ευχάριστο".
Στο δωμάτιο έπεσε σιωπή καθώς έγινε αντιληπτό ότι αυτή η γεμάτη ζωντάνια δράση έφτασε στο τέλος της. Τελικά ο υπεύθυνος του παιχνιδιού και ιδιοκτήτης του καφέ καθάρισε την φωνή του και είπε, " Κύριε Νικ , μιλώντας εκ μέρους μου και όλων αυτών των κυρίων, θέλω απλά να ξέρετε ότι ήταν μία μεγάλη μας τιμή η κοινωνική σας υπόσταση εδώ στην πόλη της Τόνοπα σήμερα. Δεν έχουμε συχνά την ευκαιρία να δούμε ένα μεγαλοτζογαδόρο να ρίχνει ζάρια σε αυτά τα μέρη πλέον , πόσο μάλλον τον βασιλιά αυτοπροσώπως. Όταν την έχουμε " ολοκλήρωσε με βραχνή φωνή " ξέρουμε πώς να αξιολογήσουμε αυτό που αξίζει να ειδωθεί".
Αυτός ο ευγενικός και αναπάντεχος τίτλος τιμής δεν είχε να κάνει σε τίποτα με τα λεφτά που έχασε ο Νικ εκείνη την ημέρα . Ο τίτλος τιμής ήταν υπεράνω από τα λεφτά, ένα ειλικρινές συναίσθημα, μία φιλοφρόνηση της πιο αγνής μορφής στον άνθρωπο που είναι προεξέχων σε έναν τομέα στον οποίο βασίζεται κατά τον μεγαλύτερο βαθμό η οικονομία της Νεβάδα. Επίσης τονίστηκε το κύρος του Νικ από ιστορικής άποψης. Ο ιδιοκτήτης του καφέ είχε την πρόθεση από ότι φαίνεται να εξυμνήσει τον Νικ όσο ποτέ άλλοτε. Όλο αυτό όμως που κατάφερε τέλος πάντων ήταν να κάνει τον πολυμαθή παίκτη έντονα ανήσυχο.
"Σχετικά με την τρίτη του πρόταση" είπε ο Νικ " μπορούσα παράπλευρα να δω τον συναισθηματισμό να νικάει τις υπαγορεύσεις της λογικής αυτού του ανθρώπου. Το λαμπύρισμα του πολιτικού έκανε μπάσιμο στο μάτι του. Φυσικά την έκανα για το αμάξι."Ο Νικ δε Γκρηκ , ένας περιπετειώδης τζέντλεμαν , με ένα ευμέγεθες κεφάλι, κυκλοθυμικά μάτια και μία ειρωνική ευχέρεια στο πνεύμα, είναι ενάντια στο να αναμοχλεύονται τα συναισθήματα ή να φέρνονται σε ένα χαμηλότερο σημείο , από έναν άνδρα προς έναν άλλο άνδρα. Ως αφοσιωμένος αναγνώστης του Πλάτωνα και γνώστης των ιπποδρομιακών εντύπων, ως ένας επιγραμματικά ασκούμενος φιλόσοφος επιφέρει έναν ήρεμο αέρα αποστασιοποίησης , ώστε το υπάρχον χάος να εμφανίζεται καθαρά μπροστά του χωρίς να εμποδίζει την προσπάθεια του να ζήσει στον κόσμο της νόησης.
"Το κεφάλι δεν πρέπει να φοριέται για χάρη της εμφάνισης " υποστηρίζει. " Ήταν επιδιωκόμενο να λειτουργεί ως αντηχείο για κάποια αιτία. Δεν είναι ένα παράσημο". Όντας πεπεισμένος έτσι, ο Νικ νομίζει ότι ο σκοπός πρέπει να θριαμβεύει πάνω από το συναίσθημα. " Ο άνθρωπος είναι μία κλινάμαξα που τραβιέται από δύο γαιδάρους" είπε σε κάποιους μελετητές της ζωής του. Ο γάιδαρος που ακολουθεί μία σταθερή πορεία είναι ο σκοπός, αυτός ο γάιδαρος που συνέχεια επιδιώκει να πηδήξει τα ίχνη για να βρεθεί με τις γαϊδάρες είναι το συναίσθημα. Πρέπει να κάνετε ηπιότερο τον δεύτερο γάιδαρο παιδιά αν θέλετε να βγάλετε την κλινάμαξα έξω από τον αχυρώνα".
Ο Νικ αγωνίστηκε παλικαρίσια να μειλιχεύσει το συναίσθημα μέσα του. Το έχει καταφέρει εν μέρει, τεκμαιρώμενος την πόζα ενός κυνικού και με καρδιά από πέτρα κοσμοπολίτη, που ψυχρά εντείνει τα σατυρικά του στιχουργήματα σε έναν κερατένιο κόσμο. Ατυχώς άνθρωποι με το βέβαιο ένστικτο να καταλαβαίνουν μόνο το πλαστό έχουν δει ευθέως μέσα από αυτή την πόζα, και αυτοί που τον ξέρουν αναφέρονται σε αυτόν ως έναν μεταξύ των πιο συμπονετικών ανδρών.
Τρίτη 19 Μαΐου 2009
Μια κλαση πανω απο ολους, Nick the Greek, ενας αληθινος ευγενης του χωρου...2
Μία χρονιά π.χ. ένας γηραιός αποχωρήσας ντήλερ της ρουλέτας, ο οποίος έχει βοηθηθεί κρυφά από τον Νικ για χρόνια, αποκάλυψε την βοήθεια του Νικ σε μία εφημερίδα του Λας Βέγκας. Επίσης αποκάλυψε ότι ο Νικ έχει υποστηρίξει εκατοντάδες άλλους ανθρώπους στην διάρκεια της ζωής του. Ο Νικ εξαγριώθηκε άγρια. Αρνήθηκε ότι γνώριζε τον ντήλερ. " Ποιανού φτηνός κράχτης είναι ;" έκραξε " του κοινωνικού ταμείου απόρων;" Και σαν να ήθελε να παραστήσει τον τσιγκούνη τσίριξε " Εγώ διαθέτω σε όποιους θέλουν το απομεινάρι ενός δωματίου ώστε να αποφύγω να μοιραστώ τον αέρα μαζί τους".
Όταν αυτές του οι διακηρύξεις διασκέδασαν τους συναναστρεφόμενους του οι οποίοι ενημερώθηκαν για όλα αυτά , αναγκάστηκε να καταφύγει στο Λος Άντζελες μέχρι να παγώσει αυτή η υπόθεση. " Ήταν μία υπόθεση μαζικής υστερίας " δήλωσε αργότερα ξαναφορώντας την — άστον να το χάψει πόζα του- εκφοβιστική στο να την παρατηρώ".
Στην περίπτωση αυτή η παραίσθηση ήταν μάλλον από την πλευρά του Νικ. Ο Νικ συνήθως διαλέγει τον αντίθετο δρόμο από αυτόν της παραίσθησης, δίνει περισσότερο βάρος στην ψύχραιμη , θλιμμένη ματιά της λογικής σε ένα κόσμο που προσπαθεί να στέκει πάνω από το κεφάλι του. Πίσω από την όψη του ατάραχου προσεκτικού παρατηρητή, παρατηρεί κρυφά κάθε άτομο σαν ένα μέλος ενός καρναβαλιού ντυμένος σαν ανειδίκευτος εργάτης πετρελαιοπηγής, μόλις βγαίνει από την τρύπα της εργασίας γεμάτος πασαλείμματα από πετρέλαιο χώνει το κεφάλι του στην τρύπα ενός τεντωμένου καραβόπανου μπροστά του για όσο διάστημα ένας αδιάλλακτος άνθρωπος εκσφενδονίζει μοιραία από έναν διπλανό λοφίσκο μπάλες του μπέιζμπολ πάνω του.
"Μία ολόκληρη ζωή να αποφεύγεις τις μπάλες" λέει απαυδισμένα, και τότε πασάρεται η επόμενη μπαλιά με χρήμα και πρέπει να πιαστείς σε άλλο ένα τέτοιο καρναβάλι. Χέει χο". Ως ένας εκλεπτυσμένος και μορφωμένος άνθρωπος, ο Νικ δεν πιστεύει στην μοίρα. Σε συζητήσεις συχνά την τοποθετεί στην κατηγορία της μαγείας, όπως στην ίδια κατηγορία τοποθετεί την πίστη στην τύχη, το φόρεμα φυλαχτών κ.λ.π. Από την άλλη όμως δεν απορρίπτει εντελώς την μοίρα.
Κάτι, νοιώθει πως πρέπει να έχει δουλέψει για αυτόν όλα αυτά τα χρόνια. Ενώ δεκάδες άλλοι μεγαλοτζογαδόροι έχουν εμφανισθεί, παίζοντας ένα , δύο ή πέντε χρόνια, μένουνε ταπί και εξαφανίζονται, ο Νικ δεν έχει ποτέ πλησιάσει στον πάτο της αφάνειας- ένα γεγονός που μερικές φορές φαίνεται να εκπλήσσει και τον ίδιο. " Ο μεγάλος Μπος του τζόγου πρέπει να μου μοίραζε χαρτιά έξω από το μανίκι του" λέει μετρημένα. Κάποιοι άλλοι τζογαδόροι νοιώθουν ότι κάτι δυνατότερο από τη μοίρα έχει πάρε δώσε με τον Νικ. Παρόλη την συνήθεια του που έχει μια ζωή στο να κάνει μοναχικούς νυχτερινούς περιπάτους μέσα σε μία ζούγκλα σαν το Σικάγο με πάνω από 100.000 δολάρια πάνω του, ποτέ δεν έχει πέσει θύμα ληστείας ή απάτης, όπως έχει συμβεί σε τόσους πολλούς από τους συναγωνιστές του.
Παρότι έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στον κατεργάρικο και βίαιο ημιυπόγειο κόσμο του τζόγου, ποτέ του δεν έχει απαχθεί , κακοποιηθεί η πυροβοληθεί. Η ανοσία του στους κινδύνους του επαγγέλματος του έχει απασχολήσει ακόμα και την αστυνομία. Παρότι έχει λειτουργήσει σαν παίκτης περισσότερο σε πολιτείες όπου ο τζόγος είναι παράνομος δεν έχει συλληφθεί ποτέ. Η εξήγηση που δίνεται από το σινάφι του τζόγου και τον συναλλασσόμενο μαζί του κόσμο για την ανοσία του είναι ότι λειτουργούσε πάντα ως ανεξάρτητος τζογαδόρος, παίζοντας με τα δικά του χρήματα , αποφεύγοντας να συνεταιρίζεται με λέσχες του τζόγου και με συνδικάτα κακοποιών, κρατώντας το στόμα του κλειστό για αυτά που ξέρει και πληρώνοντας τα γραμμάτια ή τα χρέη του στην ώρα τους.
Η δική του εξήγηση δεν είναι τόσο άμεση και απλή. "Ένας ψαράς πέστροφας ψαρεύει για το σπορ, όχι για το κρέας " λέει. " Εγώ παίζω για το ρίσκο , όχι για τα λεφτά. Αυτή η νοοτροπία δημιουργεί μυστήριο στο μυαλό του αντιπάλου. Κανείς δεν θέλει να βγάλει ένα μυστήριο εκτός δράσης. Θέλουν να δουν που θα καταλήξει". Μετά από την διάβρωση του καλύτερου παικτικού μυαλού και κουράγιου στη μάχη ενάντια των ποσοστών ο Νικ δε Γκρηκ έχει έρθει ισόπαλος. "Αυτή τη στιγμή " λέει προς το τέλος της ζωής του " στέκομαι οικονομικά όπως ακριβώς βρισκόμουν όταν έκανα το πρώτο μου στοίχημα στο Μόντρεαλ. Είναι μία φυσιολογική εξέλιξη. Ρίχνε κορώνα γράμματα αρκετό διάστημα και πάντα θα έχεις την κορώνα και το γράμμα από 50τοις εκατό".
Δεν κατηγορεί την μοίρα για αυτήν την ακαρποφόρητη παράσταση , την κατηγορεί όμως για το μεγάλο φόρτο της διασημότητας του. Σε όλη του την ζωή , με σχολαστικότητα απέφευγε την μνεία την κοινής γνώμης. Εκτός μίας ή δύο περιπτώσεων δεν έδωσε ποτέ την συγκατάθεση του να γραφτεί κάτι για αυτόν ή να φωτογραφηθεί. " Το περιβόητο είναι τόσο χρήσιμο σε έναν παίκτη όσο ένα σφύριγμα αστυνομικού " λέει. Παρόλες τις προσπάθειες του πάντως, οι διαδόσεις και η περιέργεια τον έχουν σπερμολογήσει τόσο αδυσώπητα έτσι ώστε είναι πλέον ένας από τους πιο διάσημους και θρυλικούς ανθρώπους.
Υπήρξαν περίοδοι που ο Νικ αποστρεφόταν το επωνύμιο του δε Γκρηκ. Οποιοσδήποτε το ανέφερε εν παρουσία του ήταν σίγουρο ότι θα δεχόταν αυστηρή επίπληξη. " Το όνομα μου είναι Δάνδολος" , θα διέκοπτε ο Νικ προφέροντας αργά και προμελετημένα "Δ-ά-ν-δ-ο-λ-ο-ς-". Ο Νικ σύχναζε αρκετά όταν ήταν στην Καλιφόρνια στο Brown Derby της Vine Street του Χόλυγουντ. Ένα αγόρι που δούλευε σαν υπηρέτης υποδοχής εκεί ήταν ένας συχνός παραβάτης. Εάν ο Νικ δεχόταν ένα τηλεφώνημα το αγόρι συχνά ξεχνούσε και έτρεχε στον πολυσύχναστο χώρο φωνάζοντας "
Τηλεφώνημα για τον Νικ δε Γκρηκ, τηλεφώνημα για τον Νικ δε Γκρηκ!" Αμετάβλητος ο Νικ θα τον διόρθωνε. Αλλά αυτό ήταν πριν ο ηρωικός ελληνικός στρατός καθότι πολύ μικρότερος και με πολύ λιγότερα πολεμικά μέσα κερδίσει τους Ιταλούς και καταβάλει ηρωική αντίσταση κατά των Γερμανών. Μία μέρα ο Νικ καθόταν στο Derby διαβάζοντας μία ιστορία για τον ηρωισμό του ελληνικού στρατού, όταν το αγόρι ξαναήρθε και φώναξε "Τηλεφώνημα για τον κύριο Δάνδολο" Ο Νικ κοίταξε με ένα κρύο μάτι τον νεαρό. " Από τώρα και στο εξής γιε μου" του λέει " καλύτερα να με φωνάζεις Νικ δε Γκρηκ".
"Στην πραγματικότητα δεν έχω νοιαστεί για αυτό το υποκοριστικό δε Γρκηκ , όσο και δεν έχω νοιαστεί να γίνω γνωστός σαν τζογαδόρος" λέει ο Νικ, "κάθε πορτοφολάς που πιάνεται από τον νόμο τυλίγει τον εαυτό του με τον μανδύα του τζογαδόρου. Όσο για το παρατσούκλι είναι συνηθισμένο. Μία μέρα στο Λας Βέγκας με σύστησαν σε επτά άλλους Νικ δε Γκρηκ από όλη τη χώρα, όλοι τους κρεοπώληδες και ζαχαροπλάστες. Όταν πρωτογνώρισα την Tallulah Bankhead αυτή με κατηγόρησε ότι ήμουν συνδικάτο(στην πραγματικότητα η ηθοποιός είχε εντυπωσιαστεί από την πληθωρική του προσωπικότητα)".
Για τον Νικ η ιδανική ζωή θα είναι εκείνη στην οποία θα μπορεί να παίζει ελεύθερα , νόμιμα και ιδιωτικά, 20 ώρες την ημέρα (κοιμόταν συνήθως 4 ώρες την ημέρα) , αλλά ναυάγησε στην διασημότητα. Για πάνω από δύο γενεές ο Νικ προσχώρησε σε μία μεγάλη και κεφάτη παρέα από διασημότητες και μη. Οι πρωτοπυγμάχοι Stanley Ketchel, Ace Hudkins και Jack Dempsey από τους καλύτερους του φίλους) για να αναφέρουμε μερικούς, οι άνθρωποι του τύπου Ο.Ο. Mclntyre, Mark Hellinger ,Walter Winchell (ο οποίος έγραψε σε ένα από τα πρώτα του άρθρα για τον Νικ), οι άνθρωποι του υπόκοσμου ΑΙ Capone, Legs Diamond και Dutch Schultz, με τους οποίος είχε μία επιφυλακτική εξοικείωση, οι παραγωγοί ταινιών Carl Laemmle, Sr. Howard Hughes και Joe Schenk, διάφοροι γνωστοί των εξεζητημένων σόους, όπως οι Yellow Kid Weil και Swifty Morgan, άνθρωποι των πετρελαίων όπως οι Ray Ryan και Blondie Hall, αμέτρητοι ηθοποιοί από τους λιγότερο γνωστούς George M.Cohan, W.C. Fields , έως τους John Barrymore και Ava Gardner, μέχρι και τους αδερφούς Dollar John, Half Dollar John και Two Bit John τζογαδόρους από την Νέα Υόρκη και τόσους άλλους.
" Σε αυτούς τους ανθρώπους χρωστάω μερικές από τις πιο ευχάριστες παρεμβολές στον τρόπο ζωής μου " λέει ο Νικ . Μετά από ένα καταστροφικό για αυτόν παιχνίδι στο Σαρατόγκα Σπρινγκς το 1920, ο Νικ κέρδισε 100.000 δολάρια σε ένα παιχνίδι ζαριών σε ένα μικρό ξενοδοχείο του Μανχάτταν στη δυτική 40η οδό. Όταν έφυγε από εκεί στις 2 την νύχτα ο Νικ πρόσεξε ότι τον ακολουθούσαν πέντε γεροδεμένοι άνδρες. Υποψιάστηκε ότι του έστησαν διπλή παγίδα και αντί να πάει κατευθείαν στο ξενοδοχείο του , κατευθύνθηκε στην Times Square και κόλλησε δίπλα σε έναν αστυνομικό που είχε υπηρεσία εκείνο το βράδυ. Παρέμεινε με τον άνθρωπο του νόμου μέχρι τις 6 το πρωί ,οπότε και του ήτο δυνατόν να πάει με ασφάλεια στον προορισμό του.
Οι επαγγελματίες τζογαδόροι σαν είδος της κοινωνίας , τυλίγονταν από την σκιά της συκοφαντίας μέσα στα μυαλά των ανθρώπων. Οι λέξεις επαγγελματίας τζογαδόρος έφερνε στο νου είτε κάποιους οπλισμένους κακοποιούς, ή κάποιους αετονύχηδες χαρτοκλέφτες που κοιμούνται την νύχτα και γδύνουν τα κορόιδα το βράδυ. Αυτή η εικόνα ήταν προφανώς ακριβής τα χρόνια των πλοίων στο Μισσισίπη τον 19ο αιώνα, αλλά τα χρόνια μετά το 1920 είναι πολλές φορές άδικη. Τώρα ο τζογαδόρος είναι ένας σκληρά εργαζόμενος που δουλεύει περισσότερες ώρες για την αποστολή του από ότι ένας μέσος επιχειρηματίας. Πρέπει να συνδυάζει τα ταλέντα του μαθηματικού και του ειδικού των σπορ, και πρέπει να έχει την αντοχή στην έλλειψη ύπνου όταν ένα μεγάλο παιχνίδι διαρκεί αρκετές μέρες.
Ο Νικ ντύνεται με εξαιρετικό γούστο, πάντα με κοστούμια με ταιριαστό χρώμα και συντηρητική κοψιά. Το ύφασμα είναι πάντα ατσαλάκωτο και είναι γνωστό ότι πηγαίνει πάλι σπίτι για να αλλάξει εάν δει το παραμικρό ψεγάδι στο ντύσιμο του. Η φωνή του Νικ είναι βαθιά και ηχηρή, και οι κοινωνικοί του τρόποι είναι κάτι που παρατηρείς με δέος. Μία ηθοποιός γοητεύτηκε τόσο πολύ από τον Νικ ώστε δήλωσε κάποτε ότι ήταν πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλο στον τέλειο άνδρα που θέλει μία γυναίκα. " Έχει μεγαλύτερη έλξη από όλους τους ηθοποιούς του Χόλυγουντ μαζί. Ξέρει πώς να χειριστεί τις καταστάσεις γύρω του σαν αληθινός άντρας του κόσμου. Και το σημαντικότερο μοιάζει να έχει πάντα τις τσέπες του γεμάτες με χιλιάδες δολάρια, και αν του αρέσεις σου δίνει μερικά. Τι άλλο να ζητήσει μία κοπέλα;"
Στις συναλλαγές του κόσμου του τζόγου ο Νικ θεωρείται σαν μία ανωμαλία γιατί η φήμη του βασίστηκε πάντα στις μεγάλες του χασούρες παρά στα μεγάλα του κέρδη. Οι άλλοι διάσημοι παίκτες της εποχής του όπως ο Άρνολντ Ρόθνστάιν και ο Τιτάνικ Τόμπσον, κέρδισαν την φήμη τους από μεγάλα κέρδη. Ο Ρόθστάιν π.χ. τσέπωσε πάνω από 750.000δολ. σε μία στημένη κούρσα στο Μπέλμοντ Πάρκ. Ο Τιτάνικ που χρωστάει το παρατσούκλι του για την προθυμία του να βυθίσει ένα υπό κατασκευή πλοίο και να πάει μαζί του στον πάτο εν ανάγκη, ήταν γνωστός επειδή μπορούσε να κερδίσει μεγάλα ποσά σε αιφνιδιαστικά χωρίς λογική για τους άλλους στοιχήματα.
Με τον Νικ ήταν πάντα η άλλη όψη του νομίσματος. Η φήμη του σαν τζογαδόρου βομβαρδιζόταν περιοδικά με νέα από τεράστιες χασούρες του φιλοσόφου Έλληνα. Πολλοί συνάδελφοι του , ενώ αναγνώριζαν τις ικανότητες και θαύμαζαν τα νεύρα του και το ψυχικό του σθένος, τον έβλεπαν κάτι σαν κορόιδο. Αυτό απορρέει από την παθιασμένη υπερηφάνεια του Νικ σαν τον νούμερο ένα παίκτη της χώρας. Το απολαμβάνει να θεωρείται σαν 'καλό παλικάρι' από άκρη εις άκρη της χώρας. Προτείνει συχνά μικρότερες πιθανότητες από τις φυσιολογικές ή δέχεται στοιχήματα στα οποία έχει λιγότερες από ίσες τύχες στο να κερδίσει., επειδή ακριβώς θέλει να επιβεβαιώσει ότι έχει περισσότερα νεύρα από τους αντιπάλους του.
Η πιο επισφαλής του τακτική, σύμφωνα με άλλους που παρακολουθούν τον κόσμο των στοιχημάτων, είναι η πρακτική του να δίνει μεγάλη δράση σε παίκτες που έχουν πολύ λίγα να χάσουν. Οι τζογαδόροι ποτέ δεν αρέσκονται να εμπλέκονται με έναν αντίπαλο από τον οποίο δεν μπορούν να κερδίσουν ένα ικανοποιητικό ποσό, ο Νικ όμως συχνά ρισκάρει το μεγάλο του κεφάλαιο εναντίον κάποιου με μικρό κεφάλαιο. Μία φορά πήρε το τραίνο από το Λος Άντζελες για ένα ταξίδι στην Νέα Υόρκη. Του αρέσει πολύ να παίζει χαρτιά στο τραίνο, αλλά το μόνο γνώριμο που αντάμωσε στα βαγόνια του τραίνου ήταν ο Mike Lyman, ο μικρός αδερφός του διάσημου μαέστρου ορχήστρας Abe Lyman. Στην πρόσκληση του Νικ για ένα παιχνιδάκι χαρτιά απάντησε ότι έχει μόνο λεφτά για το ταξίδι και ότι θα ήταν χαζομάρα να χάσει ο Νικ τον χρόνο του μαζί του.
Τον Νικ δεν το ένοιαζε. " Θεώρησε ότι έχεις 1.000 δολάρια πίστωση από μένα , σε εμπιστεύομαι, του πρότεινε. Έτσι παίξαν σχεδόν συνεχώς σε όλη την διαδρομή, δοκιμάζοντας όλα τα γνωστά παιχνίδια για μονομαχίες όπως καζίνο, ράμυ, πινακλ, μπριτζ και άλλα. Όταν το τραίνο μπήκε στο Κεντρικό τερματικό σταθμό της Νέας Υόρκης ο Νικ βρέθηκε χαμένος ακριβώς 97.000 δολάρια. Ο Νικ άνοιξε την βαλίτσα του, μέτρησε τα 97 χιλιάρικα, και τα έδωσε στον κατάπληκτο αλλά χαρούμενο αντίπαλο. Οι παίκτες θα πουν ότι κανείς άλλος στο επάγγελμα δεν θα πλήρωνε το χρέος αυτό κάτω από τέτοιες συνθήκες. Ακόμη και αν αυτή η φαινομενική ανακολουθία της αναλογίας μεταξύ χασούρας και κέρδους δίνει την εντύπωση ότι ο Νικ ήταν πάντα από την άτυχη πλευρά , πρέπει να τονιστεί ότι κέρδισε πολύ συχνά μεγάλα ποσά. "
Αλλά " όπως λέει χαρακτηριστικά ένας για πολλά χρόνια αντίπαλος του", ο καθένας μπορεί να κερδίσει στον τζόγο και να πάρει τα λεφτά με αβρότητα. Είναι λίγοι αυτοί που μπορούν να χάσουν και να πληρώσουν χωρίς κανενός είδους κραυγαλέας διαμαρτυρίας, και ο Νικ είναι ο πρωταθλητής των πρωταθλητών σε αυτό".
Παρόλο που ο Νικ ήταν σε επαφή με όλους τους μεγάλους γκάνγκστερ της Αμερικής υπάρχει μόνο μία καταγεγραμμένη (εκτός από την σύλληψη του για ακάλυπτη επιταγή των 100 δολαρίων το 1921, την οποία ο Νικ αμφισβήτησε ) σύλληψη του στις 21 Νοεμβρίου 1920 στο Σικάγο.Η δημοσίευση στις εφημερίδες έλεγε για την προσαγωγή του Νικ στο δικαστήριο με ένα αταίριαστο τέλος. Ο Νικ και μερικοί άλλοι συμπαίκτες του συνελληφθησαν όλοι με την κατηγορία του αδικήματος της αλητείας, και χωρίς να έχουν κάποιο νομικό στήριγμα ο δικαστής όρισε ότι πρέπει να τεθούν υπό κράτηση με χρηματική εγγύηση για την αποφυλάκιση τους τα 500 δολάρια έκαστος.
Ο Νικ έβαλε το χέρι του κάτω από το παλτό του βγάζοντας μία ζώνη με χρήματα. Από εκεί έβγαλε μερικές χιλιάδες δολάρια και πλήρωσε την εγγύηση για όλους τους κρατούμενους. Μετά από αίτημα των δημοσιογράφων που τον περικύκλωσαν καθώς έβγαινε από το δικαστήριο, μέτρησε τα χρήματα που είχε στην ζώνη, ήταν κάτι παραπάνω από 350.000 δολάρια!
Όταν αυτές του οι διακηρύξεις διασκέδασαν τους συναναστρεφόμενους του οι οποίοι ενημερώθηκαν για όλα αυτά , αναγκάστηκε να καταφύγει στο Λος Άντζελες μέχρι να παγώσει αυτή η υπόθεση. " Ήταν μία υπόθεση μαζικής υστερίας " δήλωσε αργότερα ξαναφορώντας την — άστον να το χάψει πόζα του- εκφοβιστική στο να την παρατηρώ".
Στην περίπτωση αυτή η παραίσθηση ήταν μάλλον από την πλευρά του Νικ. Ο Νικ συνήθως διαλέγει τον αντίθετο δρόμο από αυτόν της παραίσθησης, δίνει περισσότερο βάρος στην ψύχραιμη , θλιμμένη ματιά της λογικής σε ένα κόσμο που προσπαθεί να στέκει πάνω από το κεφάλι του. Πίσω από την όψη του ατάραχου προσεκτικού παρατηρητή, παρατηρεί κρυφά κάθε άτομο σαν ένα μέλος ενός καρναβαλιού ντυμένος σαν ανειδίκευτος εργάτης πετρελαιοπηγής, μόλις βγαίνει από την τρύπα της εργασίας γεμάτος πασαλείμματα από πετρέλαιο χώνει το κεφάλι του στην τρύπα ενός τεντωμένου καραβόπανου μπροστά του για όσο διάστημα ένας αδιάλλακτος άνθρωπος εκσφενδονίζει μοιραία από έναν διπλανό λοφίσκο μπάλες του μπέιζμπολ πάνω του.
"Μία ολόκληρη ζωή να αποφεύγεις τις μπάλες" λέει απαυδισμένα, και τότε πασάρεται η επόμενη μπαλιά με χρήμα και πρέπει να πιαστείς σε άλλο ένα τέτοιο καρναβάλι. Χέει χο". Ως ένας εκλεπτυσμένος και μορφωμένος άνθρωπος, ο Νικ δεν πιστεύει στην μοίρα. Σε συζητήσεις συχνά την τοποθετεί στην κατηγορία της μαγείας, όπως στην ίδια κατηγορία τοποθετεί την πίστη στην τύχη, το φόρεμα φυλαχτών κ.λ.π. Από την άλλη όμως δεν απορρίπτει εντελώς την μοίρα.
Κάτι, νοιώθει πως πρέπει να έχει δουλέψει για αυτόν όλα αυτά τα χρόνια. Ενώ δεκάδες άλλοι μεγαλοτζογαδόροι έχουν εμφανισθεί, παίζοντας ένα , δύο ή πέντε χρόνια, μένουνε ταπί και εξαφανίζονται, ο Νικ δεν έχει ποτέ πλησιάσει στον πάτο της αφάνειας- ένα γεγονός που μερικές φορές φαίνεται να εκπλήσσει και τον ίδιο. " Ο μεγάλος Μπος του τζόγου πρέπει να μου μοίραζε χαρτιά έξω από το μανίκι του" λέει μετρημένα. Κάποιοι άλλοι τζογαδόροι νοιώθουν ότι κάτι δυνατότερο από τη μοίρα έχει πάρε δώσε με τον Νικ. Παρόλη την συνήθεια του που έχει μια ζωή στο να κάνει μοναχικούς νυχτερινούς περιπάτους μέσα σε μία ζούγκλα σαν το Σικάγο με πάνω από 100.000 δολάρια πάνω του, ποτέ δεν έχει πέσει θύμα ληστείας ή απάτης, όπως έχει συμβεί σε τόσους πολλούς από τους συναγωνιστές του.
Παρότι έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στον κατεργάρικο και βίαιο ημιυπόγειο κόσμο του τζόγου, ποτέ του δεν έχει απαχθεί , κακοποιηθεί η πυροβοληθεί. Η ανοσία του στους κινδύνους του επαγγέλματος του έχει απασχολήσει ακόμα και την αστυνομία. Παρότι έχει λειτουργήσει σαν παίκτης περισσότερο σε πολιτείες όπου ο τζόγος είναι παράνομος δεν έχει συλληφθεί ποτέ. Η εξήγηση που δίνεται από το σινάφι του τζόγου και τον συναλλασσόμενο μαζί του κόσμο για την ανοσία του είναι ότι λειτουργούσε πάντα ως ανεξάρτητος τζογαδόρος, παίζοντας με τα δικά του χρήματα , αποφεύγοντας να συνεταιρίζεται με λέσχες του τζόγου και με συνδικάτα κακοποιών, κρατώντας το στόμα του κλειστό για αυτά που ξέρει και πληρώνοντας τα γραμμάτια ή τα χρέη του στην ώρα τους.
Η δική του εξήγηση δεν είναι τόσο άμεση και απλή. "Ένας ψαράς πέστροφας ψαρεύει για το σπορ, όχι για το κρέας " λέει. " Εγώ παίζω για το ρίσκο , όχι για τα λεφτά. Αυτή η νοοτροπία δημιουργεί μυστήριο στο μυαλό του αντιπάλου. Κανείς δεν θέλει να βγάλει ένα μυστήριο εκτός δράσης. Θέλουν να δουν που θα καταλήξει". Μετά από την διάβρωση του καλύτερου παικτικού μυαλού και κουράγιου στη μάχη ενάντια των ποσοστών ο Νικ δε Γκρηκ έχει έρθει ισόπαλος. "Αυτή τη στιγμή " λέει προς το τέλος της ζωής του " στέκομαι οικονομικά όπως ακριβώς βρισκόμουν όταν έκανα το πρώτο μου στοίχημα στο Μόντρεαλ. Είναι μία φυσιολογική εξέλιξη. Ρίχνε κορώνα γράμματα αρκετό διάστημα και πάντα θα έχεις την κορώνα και το γράμμα από 50τοις εκατό".
Δεν κατηγορεί την μοίρα για αυτήν την ακαρποφόρητη παράσταση , την κατηγορεί όμως για το μεγάλο φόρτο της διασημότητας του. Σε όλη του την ζωή , με σχολαστικότητα απέφευγε την μνεία την κοινής γνώμης. Εκτός μίας ή δύο περιπτώσεων δεν έδωσε ποτέ την συγκατάθεση του να γραφτεί κάτι για αυτόν ή να φωτογραφηθεί. " Το περιβόητο είναι τόσο χρήσιμο σε έναν παίκτη όσο ένα σφύριγμα αστυνομικού " λέει. Παρόλες τις προσπάθειες του πάντως, οι διαδόσεις και η περιέργεια τον έχουν σπερμολογήσει τόσο αδυσώπητα έτσι ώστε είναι πλέον ένας από τους πιο διάσημους και θρυλικούς ανθρώπους.
Υπήρξαν περίοδοι που ο Νικ αποστρεφόταν το επωνύμιο του δε Γκρηκ. Οποιοσδήποτε το ανέφερε εν παρουσία του ήταν σίγουρο ότι θα δεχόταν αυστηρή επίπληξη. " Το όνομα μου είναι Δάνδολος" , θα διέκοπτε ο Νικ προφέροντας αργά και προμελετημένα "Δ-ά-ν-δ-ο-λ-ο-ς-". Ο Νικ σύχναζε αρκετά όταν ήταν στην Καλιφόρνια στο Brown Derby της Vine Street του Χόλυγουντ. Ένα αγόρι που δούλευε σαν υπηρέτης υποδοχής εκεί ήταν ένας συχνός παραβάτης. Εάν ο Νικ δεχόταν ένα τηλεφώνημα το αγόρι συχνά ξεχνούσε και έτρεχε στον πολυσύχναστο χώρο φωνάζοντας "
Τηλεφώνημα για τον Νικ δε Γκρηκ, τηλεφώνημα για τον Νικ δε Γκρηκ!" Αμετάβλητος ο Νικ θα τον διόρθωνε. Αλλά αυτό ήταν πριν ο ηρωικός ελληνικός στρατός καθότι πολύ μικρότερος και με πολύ λιγότερα πολεμικά μέσα κερδίσει τους Ιταλούς και καταβάλει ηρωική αντίσταση κατά των Γερμανών. Μία μέρα ο Νικ καθόταν στο Derby διαβάζοντας μία ιστορία για τον ηρωισμό του ελληνικού στρατού, όταν το αγόρι ξαναήρθε και φώναξε "Τηλεφώνημα για τον κύριο Δάνδολο" Ο Νικ κοίταξε με ένα κρύο μάτι τον νεαρό. " Από τώρα και στο εξής γιε μου" του λέει " καλύτερα να με φωνάζεις Νικ δε Γκρηκ".
"Στην πραγματικότητα δεν έχω νοιαστεί για αυτό το υποκοριστικό δε Γρκηκ , όσο και δεν έχω νοιαστεί να γίνω γνωστός σαν τζογαδόρος" λέει ο Νικ, "κάθε πορτοφολάς που πιάνεται από τον νόμο τυλίγει τον εαυτό του με τον μανδύα του τζογαδόρου. Όσο για το παρατσούκλι είναι συνηθισμένο. Μία μέρα στο Λας Βέγκας με σύστησαν σε επτά άλλους Νικ δε Γκρηκ από όλη τη χώρα, όλοι τους κρεοπώληδες και ζαχαροπλάστες. Όταν πρωτογνώρισα την Tallulah Bankhead αυτή με κατηγόρησε ότι ήμουν συνδικάτο(στην πραγματικότητα η ηθοποιός είχε εντυπωσιαστεί από την πληθωρική του προσωπικότητα)".
Για τον Νικ η ιδανική ζωή θα είναι εκείνη στην οποία θα μπορεί να παίζει ελεύθερα , νόμιμα και ιδιωτικά, 20 ώρες την ημέρα (κοιμόταν συνήθως 4 ώρες την ημέρα) , αλλά ναυάγησε στην διασημότητα. Για πάνω από δύο γενεές ο Νικ προσχώρησε σε μία μεγάλη και κεφάτη παρέα από διασημότητες και μη. Οι πρωτοπυγμάχοι Stanley Ketchel, Ace Hudkins και Jack Dempsey από τους καλύτερους του φίλους) για να αναφέρουμε μερικούς, οι άνθρωποι του τύπου Ο.Ο. Mclntyre, Mark Hellinger ,Walter Winchell (ο οποίος έγραψε σε ένα από τα πρώτα του άρθρα για τον Νικ), οι άνθρωποι του υπόκοσμου ΑΙ Capone, Legs Diamond και Dutch Schultz, με τους οποίος είχε μία επιφυλακτική εξοικείωση, οι παραγωγοί ταινιών Carl Laemmle, Sr. Howard Hughes και Joe Schenk, διάφοροι γνωστοί των εξεζητημένων σόους, όπως οι Yellow Kid Weil και Swifty Morgan, άνθρωποι των πετρελαίων όπως οι Ray Ryan και Blondie Hall, αμέτρητοι ηθοποιοί από τους λιγότερο γνωστούς George M.Cohan, W.C. Fields , έως τους John Barrymore και Ava Gardner, μέχρι και τους αδερφούς Dollar John, Half Dollar John και Two Bit John τζογαδόρους από την Νέα Υόρκη και τόσους άλλους.
" Σε αυτούς τους ανθρώπους χρωστάω μερικές από τις πιο ευχάριστες παρεμβολές στον τρόπο ζωής μου " λέει ο Νικ . Μετά από ένα καταστροφικό για αυτόν παιχνίδι στο Σαρατόγκα Σπρινγκς το 1920, ο Νικ κέρδισε 100.000 δολάρια σε ένα παιχνίδι ζαριών σε ένα μικρό ξενοδοχείο του Μανχάτταν στη δυτική 40η οδό. Όταν έφυγε από εκεί στις 2 την νύχτα ο Νικ πρόσεξε ότι τον ακολουθούσαν πέντε γεροδεμένοι άνδρες. Υποψιάστηκε ότι του έστησαν διπλή παγίδα και αντί να πάει κατευθείαν στο ξενοδοχείο του , κατευθύνθηκε στην Times Square και κόλλησε δίπλα σε έναν αστυνομικό που είχε υπηρεσία εκείνο το βράδυ. Παρέμεινε με τον άνθρωπο του νόμου μέχρι τις 6 το πρωί ,οπότε και του ήτο δυνατόν να πάει με ασφάλεια στον προορισμό του.
Οι επαγγελματίες τζογαδόροι σαν είδος της κοινωνίας , τυλίγονταν από την σκιά της συκοφαντίας μέσα στα μυαλά των ανθρώπων. Οι λέξεις επαγγελματίας τζογαδόρος έφερνε στο νου είτε κάποιους οπλισμένους κακοποιούς, ή κάποιους αετονύχηδες χαρτοκλέφτες που κοιμούνται την νύχτα και γδύνουν τα κορόιδα το βράδυ. Αυτή η εικόνα ήταν προφανώς ακριβής τα χρόνια των πλοίων στο Μισσισίπη τον 19ο αιώνα, αλλά τα χρόνια μετά το 1920 είναι πολλές φορές άδικη. Τώρα ο τζογαδόρος είναι ένας σκληρά εργαζόμενος που δουλεύει περισσότερες ώρες για την αποστολή του από ότι ένας μέσος επιχειρηματίας. Πρέπει να συνδυάζει τα ταλέντα του μαθηματικού και του ειδικού των σπορ, και πρέπει να έχει την αντοχή στην έλλειψη ύπνου όταν ένα μεγάλο παιχνίδι διαρκεί αρκετές μέρες.
Ο Νικ ντύνεται με εξαιρετικό γούστο, πάντα με κοστούμια με ταιριαστό χρώμα και συντηρητική κοψιά. Το ύφασμα είναι πάντα ατσαλάκωτο και είναι γνωστό ότι πηγαίνει πάλι σπίτι για να αλλάξει εάν δει το παραμικρό ψεγάδι στο ντύσιμο του. Η φωνή του Νικ είναι βαθιά και ηχηρή, και οι κοινωνικοί του τρόποι είναι κάτι που παρατηρείς με δέος. Μία ηθοποιός γοητεύτηκε τόσο πολύ από τον Νικ ώστε δήλωσε κάποτε ότι ήταν πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλο στον τέλειο άνδρα που θέλει μία γυναίκα. " Έχει μεγαλύτερη έλξη από όλους τους ηθοποιούς του Χόλυγουντ μαζί. Ξέρει πώς να χειριστεί τις καταστάσεις γύρω του σαν αληθινός άντρας του κόσμου. Και το σημαντικότερο μοιάζει να έχει πάντα τις τσέπες του γεμάτες με χιλιάδες δολάρια, και αν του αρέσεις σου δίνει μερικά. Τι άλλο να ζητήσει μία κοπέλα;"
Στις συναλλαγές του κόσμου του τζόγου ο Νικ θεωρείται σαν μία ανωμαλία γιατί η φήμη του βασίστηκε πάντα στις μεγάλες του χασούρες παρά στα μεγάλα του κέρδη. Οι άλλοι διάσημοι παίκτες της εποχής του όπως ο Άρνολντ Ρόθνστάιν και ο Τιτάνικ Τόμπσον, κέρδισαν την φήμη τους από μεγάλα κέρδη. Ο Ρόθστάιν π.χ. τσέπωσε πάνω από 750.000δολ. σε μία στημένη κούρσα στο Μπέλμοντ Πάρκ. Ο Τιτάνικ που χρωστάει το παρατσούκλι του για την προθυμία του να βυθίσει ένα υπό κατασκευή πλοίο και να πάει μαζί του στον πάτο εν ανάγκη, ήταν γνωστός επειδή μπορούσε να κερδίσει μεγάλα ποσά σε αιφνιδιαστικά χωρίς λογική για τους άλλους στοιχήματα.
Με τον Νικ ήταν πάντα η άλλη όψη του νομίσματος. Η φήμη του σαν τζογαδόρου βομβαρδιζόταν περιοδικά με νέα από τεράστιες χασούρες του φιλοσόφου Έλληνα. Πολλοί συνάδελφοι του , ενώ αναγνώριζαν τις ικανότητες και θαύμαζαν τα νεύρα του και το ψυχικό του σθένος, τον έβλεπαν κάτι σαν κορόιδο. Αυτό απορρέει από την παθιασμένη υπερηφάνεια του Νικ σαν τον νούμερο ένα παίκτη της χώρας. Το απολαμβάνει να θεωρείται σαν 'καλό παλικάρι' από άκρη εις άκρη της χώρας. Προτείνει συχνά μικρότερες πιθανότητες από τις φυσιολογικές ή δέχεται στοιχήματα στα οποία έχει λιγότερες από ίσες τύχες στο να κερδίσει., επειδή ακριβώς θέλει να επιβεβαιώσει ότι έχει περισσότερα νεύρα από τους αντιπάλους του.
Η πιο επισφαλής του τακτική, σύμφωνα με άλλους που παρακολουθούν τον κόσμο των στοιχημάτων, είναι η πρακτική του να δίνει μεγάλη δράση σε παίκτες που έχουν πολύ λίγα να χάσουν. Οι τζογαδόροι ποτέ δεν αρέσκονται να εμπλέκονται με έναν αντίπαλο από τον οποίο δεν μπορούν να κερδίσουν ένα ικανοποιητικό ποσό, ο Νικ όμως συχνά ρισκάρει το μεγάλο του κεφάλαιο εναντίον κάποιου με μικρό κεφάλαιο. Μία φορά πήρε το τραίνο από το Λος Άντζελες για ένα ταξίδι στην Νέα Υόρκη. Του αρέσει πολύ να παίζει χαρτιά στο τραίνο, αλλά το μόνο γνώριμο που αντάμωσε στα βαγόνια του τραίνου ήταν ο Mike Lyman, ο μικρός αδερφός του διάσημου μαέστρου ορχήστρας Abe Lyman. Στην πρόσκληση του Νικ για ένα παιχνιδάκι χαρτιά απάντησε ότι έχει μόνο λεφτά για το ταξίδι και ότι θα ήταν χαζομάρα να χάσει ο Νικ τον χρόνο του μαζί του.
Τον Νικ δεν το ένοιαζε. " Θεώρησε ότι έχεις 1.000 δολάρια πίστωση από μένα , σε εμπιστεύομαι, του πρότεινε. Έτσι παίξαν σχεδόν συνεχώς σε όλη την διαδρομή, δοκιμάζοντας όλα τα γνωστά παιχνίδια για μονομαχίες όπως καζίνο, ράμυ, πινακλ, μπριτζ και άλλα. Όταν το τραίνο μπήκε στο Κεντρικό τερματικό σταθμό της Νέας Υόρκης ο Νικ βρέθηκε χαμένος ακριβώς 97.000 δολάρια. Ο Νικ άνοιξε την βαλίτσα του, μέτρησε τα 97 χιλιάρικα, και τα έδωσε στον κατάπληκτο αλλά χαρούμενο αντίπαλο. Οι παίκτες θα πουν ότι κανείς άλλος στο επάγγελμα δεν θα πλήρωνε το χρέος αυτό κάτω από τέτοιες συνθήκες. Ακόμη και αν αυτή η φαινομενική ανακολουθία της αναλογίας μεταξύ χασούρας και κέρδους δίνει την εντύπωση ότι ο Νικ ήταν πάντα από την άτυχη πλευρά , πρέπει να τονιστεί ότι κέρδισε πολύ συχνά μεγάλα ποσά. "
Αλλά " όπως λέει χαρακτηριστικά ένας για πολλά χρόνια αντίπαλος του", ο καθένας μπορεί να κερδίσει στον τζόγο και να πάρει τα λεφτά με αβρότητα. Είναι λίγοι αυτοί που μπορούν να χάσουν και να πληρώσουν χωρίς κανενός είδους κραυγαλέας διαμαρτυρίας, και ο Νικ είναι ο πρωταθλητής των πρωταθλητών σε αυτό".
Παρόλο που ο Νικ ήταν σε επαφή με όλους τους μεγάλους γκάνγκστερ της Αμερικής υπάρχει μόνο μία καταγεγραμμένη (εκτός από την σύλληψη του για ακάλυπτη επιταγή των 100 δολαρίων το 1921, την οποία ο Νικ αμφισβήτησε ) σύλληψη του στις 21 Νοεμβρίου 1920 στο Σικάγο.Η δημοσίευση στις εφημερίδες έλεγε για την προσαγωγή του Νικ στο δικαστήριο με ένα αταίριαστο τέλος. Ο Νικ και μερικοί άλλοι συμπαίκτες του συνελληφθησαν όλοι με την κατηγορία του αδικήματος της αλητείας, και χωρίς να έχουν κάποιο νομικό στήριγμα ο δικαστής όρισε ότι πρέπει να τεθούν υπό κράτηση με χρηματική εγγύηση για την αποφυλάκιση τους τα 500 δολάρια έκαστος.
Ο Νικ έβαλε το χέρι του κάτω από το παλτό του βγάζοντας μία ζώνη με χρήματα. Από εκεί έβγαλε μερικές χιλιάδες δολάρια και πλήρωσε την εγγύηση για όλους τους κρατούμενους. Μετά από αίτημα των δημοσιογράφων που τον περικύκλωσαν καθώς έβγαινε από το δικαστήριο, μέτρησε τα χρήματα που είχε στην ζώνη, ήταν κάτι παραπάνω από 350.000 δολάρια!
Δευτέρα 18 Μαΐου 2009
Nick the Greek-Διαχειριση χρηματων και η νοοτροπια του νικητη
Ο Τιτάνικ Τόμπσον αποφάσισε να γνωρίσει τον Νικ το 1921 όταν όλοι μιλούσαν για τον Νικ δε Γκρηκ. "Την εποχή αυτή ο Νικ θεωρούνταν ο κορυφαίος παίχτης στην Αμερική" έλεγε ο Τιτάνικ."Κανείς άλλος εκτός από τις μέρες του Richard Canfield ( τζογαδόρος του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα που έδωσε ώθηση στα παράνομα καζίνο) δεν απέχτησε τέτοια φήμη. Δεν φαινόταν να ξεμένει ποτέ από λεφτά. Μπορεί κάποιες χρονιές να φαλίριζε δύο ή τρεις φορές τον χρόνο αλλά την επόμενη φορά που τον έβλεπες είχε 200-300 χιλιάδες δολάρια στις τσέπες του.
Κανείς δεν ξέρει που τα έβρισκε. Έλεγε ότι η ευφροσύνη να μετέχει σε μίας τέτοιας μορφής οικονομικής υπόστασης και τρόπου ζωής ήταν πέρα από κάθε περιγραφή. Συναντηθήκαμε στο Σικάγο και αναχωρήσαμε αμέσως για το Σαν Φρανσίσκο. Είχαμε ακούσει φήμες για μεγάλα παιχνίδια στο Kingston Club. Περάσαμε πάνω από έναν χρόνο παίζοντας πόκερ εκεί. Ήταν ένα 24 ώρες την ημέρα 7 μέρες την εβδομάδα limit poker των 300 δολαρίων με 20 δολάρια άντε. Στο παιχνίδι έπαιρναν μέρος πολλοί πολιτικοί της πόλης, δικηγόροι, τραπεζίτες, λαθρέμποροι και τοπικοί παίκτες όπως οι Joe Bernstein και Nigger Nate Raymond και οι δύο τεράστια ταλέντα στα χαρτιά.
Ο Νικ είχε την αντοχή να παίζει 4 μέρες χωρίς ύπνο, ενώ εγώ έπαιζα για 15 με 16 ώρες συνεχώς και κατόπιν κοιμόμουν για 12 ώρες. Στο διάστημα αυτό κέρδισα δύο αυτοκίνητα και κοντά στο ένα εκατομμύριο δολάρια. Αν και δεν χρειαζόταν, συνεννοούμουν με τον Νικ με σινιάλα ώστε να ξέρουμε ποιος έχει το καλύτερο φίλο, πότε να ποντάρουμε και πότε να πάμε πάσο. Αυτό δεν χρειάστηκε πολύ μιάς και ο Νικ και εγώ ήμασταν εξαιρετικοί παίκτες".
Αυτά είχε να πει ο Τιτάνικ, αν και υπάρχουν αμφιβολίες για την συνεργασία τους με σινιάλα, μιας και ο Νικ δεν χρησιμοποιούσε ποτέ αυτή την πρακτική που ήταν και επικίνδυνη, (για παρόμοιο σκηνικό πυροβολήθηκε θανάσιμα ο Άρνολντ Ρόθσταιν όταν αρνήθηκε να πληρώσει τα χρήματα που χρωστούσε από ένα παιχνίδι πόκερ γιατί τον πληροφόρησαν ότι το παιχνίδι ήταν στημένο) και δεν την είχε ανάγκη.
Στην Νέα Ορλεάνη με μόνο 2.500 χιλιάδες δολάρια μέσα στο ποτ ενός παιχνιδιού σταντ πόκερ, ένας είπε ότι εάν ο Νικ δε Γκρηκ έβλεπε το ποντάρισμά του θα λιποθυμούσε. " Η περιέργεια με σκότωνε " είπε ο Νικ. " Είδα το ποντάρισμά του αρκετά σίγουρος ότι θα λιποθυμούσε." Στο τέλος ενός παιχνιδιού ζαριών στη Νέα Υόρκη, ο Νικ έριξε τα ζάρια με έναν τοπικό χρηματιστή (όποιος χάσει χάνεται, μία ζαριά, το μεγαλύτερο νούμερο κερδίζει). Ο χρηματιστής έριξε 3 (το δεύτερο χειρότερο). Ο Νικ αρνήθηκε την παραδοχή της ήττας που του έκανε ο χρηματιστής, και συνέχισε το παιχνίδι ρίχνοντας τα ζάρια. Έριξε το δύο. Δεν λιποθύμησε.
Επειδή δεν φαίνεται να μένει ποτέ από λεφτά ανεξάρτητα με το πόσο πολλά χάνει, οι πιο ξέφρενες εικοτολογίες εμφανίστηκαν για τις πηγές από τις οποίες αντλεί χρήματα. Οι πιο ψαγμένοι και θεωρούμενοι αυθεντίες στο θέμα έδωσαν τις εξής θεωρίες: 1) από ένα μικρό γκρουπ πλούσιων Ελλήνων, 2) από ένα μεγάλο γκρουπ φτωχών Ελλήνων, 3) από μία πλούσια Νεοϋορκέζα χήρα που δεν έχει δει ποτέ κανείς, 4) διάφορους εκτός των καθιερωμένων συμμορίτες. Ο Νικ επιμένει ότι δεν έχει παίξει ποτέ χρήματα εκτός από τα δικά του.
Δανειζόταν κάποια ποσά, χωρίς όμως να μετέχουν με ποσοστά από τα κέρδη του οι δανειστές. Απλώς δάνειζαν και αυτός επέστρεφε μόνο το κεφάλαιο. Εάν κάποια φορά θα αποτύγχανε να ξεπληρώσει εγκαίρως ένα χρέος του και εξαιτίας αυτού έχανε την υπόληψη του για δανεισμό, που είναι το τελείως απαραίτητο εργαλείο για την συναλλαγή του, ο Νικ θα είχε καταγραφεί καθ' όλη την διάρκεια του επαγγέλματος του σαν οικονομικά νεκρός, και οι εικοτολογίες θα είχαν πάρει τέλος. Αλλά δεν απέτυχε ποτέ.
Μολονότι ο Νικ παίζει περισσότερο για να κάνει μία βουτιά στη δράση, σαν όλους τους αληθινούς τζογαδόρους, δεν πρόκειται να πάει για να παίξει έτσι απλά κάθε στοίχημα. Αυτό θα του έδινε ένα αίσθημα ότι είναι πελαγωμένος, ότι τα έχει χαμένα. Κινείται καλύτερα όταν νομίζει πως έχει το προβάδισμα, ή κάτι λίγο καλύτερο, από πλευράς ποσοστών. Η κυβεία είναι ένα άλλο όνομα για το πλεονέκτημα, ή το λίγο παραπάνω. Αν η κυβεία είναι εντάξει, ο αληθινός τζογαδόρος αραιά και που και μόνο είναι ικανός να αφήσει ένα στοίχημα να περάσει.
Ο Νικ τονίζει πάντα ότι πρέπει να λαμβάνεις μέτρα εδώ και τώρα όταν πάνω σε ένα παιχνίδι αισθάνεσαι έστω και ελαφρά γλαρωμένος., κάτι που μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε σε οποιονδήποτε παίκτη. Δίνει σαν παράδειγμα μία δική του περίπτωση, όπου βρέθηκε σε μία αρκετά δυσάρεστη θέση, πολύ πιο σοβαρή από του οποιουδήποτε μεσαίου παίκτη. Η τύχη του πήγαινε καλά. Αλλά το σώμα του έστελνε δυσάρεστα μηνύματα. Ένα πόδι του, πρησμένο και πονεμένο, επέβαλε την ανεπιθύμητη παρουσία του στις αισθήσεις του και έφθειρε την προσήλωση του στο παιχνίδι.
Είχε έρθει προφανώς η ώρα να αναζητηθεί ιατρική βοήθεια. Παράλληλα όμως ήξερε ότι δεν γινόταν να ελπίζει ότι φεύγοντας από το τραπέζι για να πάει στο γιατρό θα έβρισκε την τύχη που είχε το βράδυ εκείνο να τον περιμένει όταν θα ξαναγύριζε μία εβδομάδα αργότερα. Μία συμβιβαστική λύση φαινόταν να είναι εντάξει. Για 55 ώρες ο Νικ έμεινε στο τραπέζι, κερδίζοντας σταθερά, ενόσω ο γιατρός του ξενοδοχείου χορηγούσε στο σώμα του πενικιλίνη. "Σε τραυματικές συνθήκες βγήκα 54.000δολ. κερδισμένος", χαμογέλασε αναπολώντας " και το πόδι γιατρεύτηκε επίσης μέχρι την ώρα που τελείωσε το κερδοφόρο μου σερί και μπορούσα να πάω σπίτι για να ξεκουραστώ". Σε πιο άχαρες καταστάσεις, η συμβουλή του είναι ότι πρέπει να είναι κανείς λιγότερο ηρωικός και περισσότερο πρακτικός. " Αν αισθάνεσαι γλαρωμένος και νυσταγμένος μετά από κανά δύο ώρες" συμβουλεύει " πάνε στο μπάνιο και δες τον εαυτό σου στον καθρέφτη. Πες στον εαυτό σου ότι ήρθε η ώρα να δείξεις από τι είσαι φτιαγμένος. Τότε καθάρισε τα νύχια σου. Πλύνε το πρόσωπο και τα χέρια. Χτένισε τα μαλλιά σου, φύσηξε την μύτη σου, βούρτσισε τα δόντια σου εάν έχεις οδοντόβουρτσα.
Με λίγα λόγια δες τον εαυτό σου σαν να ξεκινάει τώρα την μέρα. Καθόλη αυτή την πρακτική άδειασε το μυαλό σου. Μην συνεχίζεις να σκέφτεσαι το παιχνίδι εκεί πίσω. Σκέψου κάτι όμορφο ... ένα ηλιοβασίλεμα ίσως, ή το πώς τα σύννεφα ξεκουράζονται πάνω από ένα βουνό το πρωινό. Ποτέ μην σκεφτείς γυναίκα, αυτό σε διασπά. Και τότε όταν ξαναγυρίσεις στο παιχνίδι, συγκεντρώσου απόλυτα σε αυτό ξανά. Αν το αίσθημα αυτό ξαναγυρίσει μερικές ώρες αργότερα κάνε και άλλο διάλλειμα, ξανάκανε την όλη διαδικασία. Ή εάν το επιτρέπει ο καιρός, κάνε μία βόλτα έξω από το καζίνο στον καθαρό αέρα.
Ο καθαρός αέρας δεν πρόκειται να σε σκοτώσει. Ίσως το λάθος να είναι η εισπνοή περισσότερο από ότι πρέπει συνθετικού αέρα των αιρκοντίσιον ή των τσιγάρων. Το θέμα είναι όχι το τι κάνεις συγκεκριμένα. Το θέμα είναι αν σε χαλαρώνει ή όχι, σε αναζωογονεί, και ξαναφέρνει τα πνευματικά σου εργαλεία πάλι πίσω σε εργασιακή ευταξία. Εάν συμβεί αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο εάν η τεχνική σου να χαλαρώσεις είναι μία βόλτα ή ένας διαλογισμός σε στάση γιόγκα για δέκα λεπτά".
Κατά την διάρκεια μιάς συζήτησης σε ένα νεουρκέζικο κλαμπ ο Ντόλαρ Τζων — νεαρό μέλος μιας εκλεκτής και παλιάς Νεουρκέζικης οικογένειας τζογαδόρων της οποίας τα καινούρια βλαστάρια ήταν ο ίδιος, και τα αδέλφια του ο Μισό Δολάριο Τζων και ο Δύο Κέρματα Τζων- έτυχε να δηλώσει πως πίστευε ότι η Αλάσκα είναι πολύ μεγάλη. Καθώς υπήρχε και ένας Τεξανός στην παρέα, η παρατήρηση δεν αφέθηκε να περάσει έτσι. Καταφανώς εκνευρισμένος ο Ντόλλαρ Τζων είπε τότε ότι η Αλάσκα είναι μεγαλύτερη από το Τέξας και την Νέα Αγγλία μαζί, και ότι ήταν έτοιμος να στοιχηματίσει για αυτό.
Φυσικά αυτή η τοποθέτηση έφερε στο τραπέζι και άλλους ενδιαφερόμενους. Ο Νικ παρέμεινε αμέτοχος, ούτως ή άλλως πίστευε προσωπικά ότι ο Ντόλλαρ Τζων είχε ασχοληθεί με την Γεωγραφία προσφάτως. Αναμφισβήτητα θα έδινε 8 προς 5 για αυτό. Αλλά όταν ο Ντόλλαρ Τζων, πετάζοντας την σύνεση στον αέρα, προσφέρθηκε ξαφνικά να στοιχηματίσει ότι η Αλάσκα ήταν όχι μόνο μεγαλύτερη από το Τέξας και την Νέα Αγγλία αλλά και την Πενσυλβάνια και την Καλιφόρνια μαζί, αυτό το απόκοσμο σύνορο, ακαταμάχητο στους μεγαλοτζογαδόρους περάστηκε.
Η κυβεία ήταν τώρα σωστή. " Έχασα 10.000 δολάρια σε αυτήν την φουριόζικη ενέργεια ", θυμάται θλιβερά ο Νικ, " δεν υπήρχε τίποτα άλλο που μπορούσα να κάνω λαμβάνοντας υπ' όψη τις πιθανότητες που μου έδινε ο Ντόλλαρ Τζων".
Η γνώση του για όλους τους λαβυρινθώδεις δρόμους του τζόγου έχει αποδώσει στον Νικ την φήμη της παγκόσμιας αυθεντίας στο αντικείμενο αυτό. Τουλάχιστον δύο φορές τον μήνα, καλείται στις διαφωνίες μεταξύ παικτών όπου και αν βρίσκεται, για να διακανονίσει μία ανεπαίσθητη λεπτομέρεια από την οποία κρέμεται ένα ποντάρισμα, ένα στοίχημα. Οι αποφάσεις του σε τέτοια καλέσματα είναι πάντα τελεσίδικες. Εάν υπάρξει κάποια ένσταση ο Νικ είναι πρόθυμος να στοιχηματίσει με τον διαφωνούντα το διπλό από το ποσό που παίζεται, στο ότι η κρίση του είναι σωστή. Ποτέ δεν αποδέχτηκε κάποιος το στοίχημα.
Η θέση του σαν επιδιαιτητή σε ευρεία κλίμακα, έφερε στον Νικ τον θαυμασμό όχι μόνο των Κλαμπ του Λας Βέγκας και των επιχειρηματιών των Καζίνο, αλλά και πολλών πρώην φιγούρων του υπόκοσμου που εγκαταστάθηκαν στην περιφέρεια της πόλης για να χαλαρώσουν στον ήλιο. Αυτός ο ύστερος θαυμασμός έκανε τον Νικ ανήσυχο καθώς του φέρνει πίσω αναμνήσεις. Σαν ο επιφανής παίκτης του Σικάγου στην δεκαετία του 1920, ο Νικ ήταν σαστισμένος βρίσκοντας τον εαυτό του να θαυμάζεται ευρέως σε όλες τις περιοχές που ελέγχονταν από τις συμμορίες, για την άμετρη ιδιαίτερου είδους δράση του, την εκλεπτυσμένη εμφάνιση του, την μοναχικότητα του, τον διανοητικό του αέρα, και το γεγονός ότι δεν θα είχε τίποτα να κάνει σε επιχειρησιακή οδό με κακοποιούς. Η επαφή με τον κόσμο των αντιπαρατιθέμενων δραστηριοτήτων ήταν αναπόφευκτη για τους μεγαλοτζογαδόρους της εποχής, γιατί οι βασιλείς και οι ακόλουθοι τους του υποκόσμου, προσελκύονταν στην δράση των τραπεζιών του τζόγου, όπως έκαμνα και οι διάφοροι επιχειρηματίες, οι κληρονόμοι των κοσμικών και των βιομηχάνων. Αλλά για να θαυμαστεί, ακόμη και εάν δεν το δείχνανε από κοντά, από τέτοια διαβολικά επιχειρησιακά πνεύματα όπως ο Λεγκς Ντάιαμοντ, ο Ντατς Σούλτς, ο Ντάιαν Ο Μπράιον και ο Αλ Καπόνε , ανάμεσα σε άλλους - να ξέρει τα μυστικά τους, να κερδίζει μερικά από τα λεφτά τους και να αισθάνεται σποραδικά τον άνεμο από σφαίρες συμμοριών να αναζητούν άλλους εκτός από τον ίδιο....
Όλα αυτά ήταν μία φυσική προδιάθεση της φύσης. Σε μία περίπτωση πάντως η εκτίμηση του Σικάγου ήταν πολύ για τα νεύρα του Νικ. " Γύρω στα Χριστούγεννα του 1925 " λέει ο Νικ, " ένας κατασκευαστής απαγορευμένων Ουίσκυ που ήταν γνωστός στο εμπόριο σαν ο αποτεφρωτήρας του Κικέρο, μου έστειλε ένα σωματοφύλακα ονόματι ' Ειλικρινής Άμπε ' για δώρο. Δεν είχα ποτέ σωματοφύλακα και δεν ήθελα κανέναν, αλλά μιάς και ο Άμπε ήταν ένας από αυτούς τους άλαλους με το δάχτυλο στην σκανδάλη ανθρώπους που δεν σκότωσαν ποτέ κανέναν από οργή, αλλά μόνο για λόγους «δουλειάς», δεν ήθελα να τον προσβάλω έτσι από βιασύνη χωρίς να του δώσω μία ευκαιρία.
Γρήγορα κατάλαβα ότι ή στάση του Άμπε ήταν ότι ήμασταν μόνο εμείς οι δύο απέναντι σε όλο τον κόσμο. Κοιμόταν στο καθιστικό της σουίτας του ξενοδοχείου μου. Προχωρούσε μαζί μου στις ρομαντικές μου συναντήσεις με την θεωρία ότι όλα τα θηλυκά παραπλανούν, Όταν άρχισε να υποβάλλει σε σωματική έρευνα ανθρώπους που με αναζητούσαν στο ξενοδοχείο, τότε τέλος πάντων, η συναναστροφή μας παράκμασε. Τελικά όταν άκουσα ότι ήθελε να κάνει κάτι καλό για μένα, πήρα την ζωή μου στα χέρια μου και του έδειξα την πόρτα. Έπρεπε να το κάνω", ολοκλήρωσε παγερά ο Νικ, " Ήμουν σίγουρος ότι το μόνο ευχάριστο πράγμα που μπορεί να σκεφτόταν ο Άμπε ήταν να σκοτώσει κάποιον."
"Ακόμη και το πιο καθαρό και ανανεωμένο μυαλό , είναι μικρής χρησιμότητας εάν ο ιδιοκτήτης του έχει έλλειψη κατανόησης του είδους του παιχνιδιού που παίζει και τους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα του στο να κερδίσει ή να χάσει. Καλό είναι να παίζεις παιχνίδια όπου το καζίνο έχει το μικρότερο πλεονέκτημα ή παιχνίδια όπως το πόκερ όπου πιστεύεις ότι έχεις πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων. Ακόμη όμως και αν παίζεις μόνο σε τέτοια παιχνίδια, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα βγεις κερδισμένος ή έστω να έρθεις στα ίσια(κάτι που είναι ανοησία σε κάθε περίπτωση).
Δεν υπάρχει καμία γνωστή μέθοδο που μπορεί να μετατρέψει μία αρνητική προσδοκία σε ένα παιχνίδι σε μία θετική προσδοκία (μόνο τα συστήματα στο μπλακτζακ το πέτυχαν αυτό αργότερα). Ναι σίγουρα είναι δυνατόν να κερδίσεις. Το μυστικό μεταξύ ενός χαμένου και ενός κερδισμένου είναι η πειθαρχία. Αυτό λέει ότι ο κερδισμένος διαχειρίζεται τα χρήματα του. Ο χαμένος αφήνει τα χρήματα να τον διαχειρίζονται.
Η διαχείριση των χρημάτων, όπως το βλέπει ο Νικ, ήταν ένα από τα απώτερα τεστ για τον ανθρώπινο χαρακτήρα και την νοημοσύνη.. Προϋποθέτει πρώτα από όλα την βασική πρόθεση για νίκη. "Θυμάστε τι σας είπα προηγουμένως", ρώτησε; "Μπορείς να κερδίσεις μόνο εάν προτίθεσαι να το κάνεις. Μην γελάτε. Ο χαμένος χάνει επειδή στο πίσω μέρος του μυαλού του όπου ζει, θέλει να κάνει ακριβώς αυτό. Τιμωρεί τον εαυτό του, κάποιες φορές, για κάτι ή για κάτι άλλο. Ή καταδεικνύει, για την δική του ικανοποίηση το δεδομένο της αναξιότητάς του.
Ποιος ξέρει πόσους λόγους μπορεί να έχει κάποιος ώστε να θέλει να χάσει; Αλλά και η μεγαλύτερη τύχη στον κόσμο θα ήταν άχρηστη για αυτόν σε αυτό το πλαίσιο του νου. Ανεξάρτητα με το πόσο πολλά κερδίζει, θα είναι στην κυριολεξία φοβισμένος να φύγει κερδισμένος. Θα μείνει στο τραπέζι για ώρες, μέχρι τελικά να αποκτήσει αυτό που θέλει- μία άδεια τσέπη και έναν άδειο λογαριασμό".
Ο Νικ ήταν πεπεισμένος ότι ο οποιοσδήποτε παίχτης με κάποια γνώση του παιχνιδιού ξέρει πότε ήρθε η ώρα για αυτόν να φύγει από το παιχνίδι. Οι νικητές πιστεύει ότι προσέχουν αυτήν την γνώση, οι χαμένοι την παραβλέπουν. " Χρειάζεται πραγματικός χαρακτήρας για να σταματήσεις και να φύγεις κερδισμένος " λέει ο Νικ " Εάν το κάνεις αυτό, θα πρέπει να περιμένεις τον θαυμασμό και τον φθόνο των άλλων παικτών, ακόμη και από την διεύθυνση του καζίνο. Κανείς δεν θα σκεφτεί να λυπηθεί έναν κερδισμένο. Έτσι ερχόμαστε στο ζήτημα του τι πραγματικά έχεις στον καθρέφτη πάνω σου, θαυμασμό ή λύπηση; Σκέψου το, όταν έχεις καταλήξει στο μυαλό σου, η μισή δουλειά έχει γίνει".
Το 1925 ο Νικ είχε υπερεπάρκεια από μετρητά και έτσι δώρισε 1εκ. δολάρια. Γιορτάζονταν σαν ένας παράγοντας που πρόσφερε ανακούφιση στους υπόλοιπους. Ειτε αυτοί οι υπόλοιποι ήταν υποκριτές είτε όχι. Σχεδόν κάθε πρωί για τριάντα και πλέον χρόνια, από 10 μέχρι 20 άτομα μπαίνουν με τη σειρά στους διαδρόμους έξω από τα διάφορα ξενοδοχειακά του δωμάτια ζητώντας βοηθήματα, που συνήθως κυμαίνονται από 10 μέχρι 1.000 δολάρια, εξαρτάται από την ιστορία.
Κανείς δεν ξέρει που τα έβρισκε. Έλεγε ότι η ευφροσύνη να μετέχει σε μίας τέτοιας μορφής οικονομικής υπόστασης και τρόπου ζωής ήταν πέρα από κάθε περιγραφή. Συναντηθήκαμε στο Σικάγο και αναχωρήσαμε αμέσως για το Σαν Φρανσίσκο. Είχαμε ακούσει φήμες για μεγάλα παιχνίδια στο Kingston Club. Περάσαμε πάνω από έναν χρόνο παίζοντας πόκερ εκεί. Ήταν ένα 24 ώρες την ημέρα 7 μέρες την εβδομάδα limit poker των 300 δολαρίων με 20 δολάρια άντε. Στο παιχνίδι έπαιρναν μέρος πολλοί πολιτικοί της πόλης, δικηγόροι, τραπεζίτες, λαθρέμποροι και τοπικοί παίκτες όπως οι Joe Bernstein και Nigger Nate Raymond και οι δύο τεράστια ταλέντα στα χαρτιά.
Ο Νικ είχε την αντοχή να παίζει 4 μέρες χωρίς ύπνο, ενώ εγώ έπαιζα για 15 με 16 ώρες συνεχώς και κατόπιν κοιμόμουν για 12 ώρες. Στο διάστημα αυτό κέρδισα δύο αυτοκίνητα και κοντά στο ένα εκατομμύριο δολάρια. Αν και δεν χρειαζόταν, συνεννοούμουν με τον Νικ με σινιάλα ώστε να ξέρουμε ποιος έχει το καλύτερο φίλο, πότε να ποντάρουμε και πότε να πάμε πάσο. Αυτό δεν χρειάστηκε πολύ μιάς και ο Νικ και εγώ ήμασταν εξαιρετικοί παίκτες".
Αυτά είχε να πει ο Τιτάνικ, αν και υπάρχουν αμφιβολίες για την συνεργασία τους με σινιάλα, μιας και ο Νικ δεν χρησιμοποιούσε ποτέ αυτή την πρακτική που ήταν και επικίνδυνη, (για παρόμοιο σκηνικό πυροβολήθηκε θανάσιμα ο Άρνολντ Ρόθσταιν όταν αρνήθηκε να πληρώσει τα χρήματα που χρωστούσε από ένα παιχνίδι πόκερ γιατί τον πληροφόρησαν ότι το παιχνίδι ήταν στημένο) και δεν την είχε ανάγκη.
Στην Νέα Ορλεάνη με μόνο 2.500 χιλιάδες δολάρια μέσα στο ποτ ενός παιχνιδιού σταντ πόκερ, ένας είπε ότι εάν ο Νικ δε Γκρηκ έβλεπε το ποντάρισμά του θα λιποθυμούσε. " Η περιέργεια με σκότωνε " είπε ο Νικ. " Είδα το ποντάρισμά του αρκετά σίγουρος ότι θα λιποθυμούσε." Στο τέλος ενός παιχνιδιού ζαριών στη Νέα Υόρκη, ο Νικ έριξε τα ζάρια με έναν τοπικό χρηματιστή (όποιος χάσει χάνεται, μία ζαριά, το μεγαλύτερο νούμερο κερδίζει). Ο χρηματιστής έριξε 3 (το δεύτερο χειρότερο). Ο Νικ αρνήθηκε την παραδοχή της ήττας που του έκανε ο χρηματιστής, και συνέχισε το παιχνίδι ρίχνοντας τα ζάρια. Έριξε το δύο. Δεν λιποθύμησε.
Επειδή δεν φαίνεται να μένει ποτέ από λεφτά ανεξάρτητα με το πόσο πολλά χάνει, οι πιο ξέφρενες εικοτολογίες εμφανίστηκαν για τις πηγές από τις οποίες αντλεί χρήματα. Οι πιο ψαγμένοι και θεωρούμενοι αυθεντίες στο θέμα έδωσαν τις εξής θεωρίες: 1) από ένα μικρό γκρουπ πλούσιων Ελλήνων, 2) από ένα μεγάλο γκρουπ φτωχών Ελλήνων, 3) από μία πλούσια Νεοϋορκέζα χήρα που δεν έχει δει ποτέ κανείς, 4) διάφορους εκτός των καθιερωμένων συμμορίτες. Ο Νικ επιμένει ότι δεν έχει παίξει ποτέ χρήματα εκτός από τα δικά του.
Δανειζόταν κάποια ποσά, χωρίς όμως να μετέχουν με ποσοστά από τα κέρδη του οι δανειστές. Απλώς δάνειζαν και αυτός επέστρεφε μόνο το κεφάλαιο. Εάν κάποια φορά θα αποτύγχανε να ξεπληρώσει εγκαίρως ένα χρέος του και εξαιτίας αυτού έχανε την υπόληψη του για δανεισμό, που είναι το τελείως απαραίτητο εργαλείο για την συναλλαγή του, ο Νικ θα είχε καταγραφεί καθ' όλη την διάρκεια του επαγγέλματος του σαν οικονομικά νεκρός, και οι εικοτολογίες θα είχαν πάρει τέλος. Αλλά δεν απέτυχε ποτέ.
Μολονότι ο Νικ παίζει περισσότερο για να κάνει μία βουτιά στη δράση, σαν όλους τους αληθινούς τζογαδόρους, δεν πρόκειται να πάει για να παίξει έτσι απλά κάθε στοίχημα. Αυτό θα του έδινε ένα αίσθημα ότι είναι πελαγωμένος, ότι τα έχει χαμένα. Κινείται καλύτερα όταν νομίζει πως έχει το προβάδισμα, ή κάτι λίγο καλύτερο, από πλευράς ποσοστών. Η κυβεία είναι ένα άλλο όνομα για το πλεονέκτημα, ή το λίγο παραπάνω. Αν η κυβεία είναι εντάξει, ο αληθινός τζογαδόρος αραιά και που και μόνο είναι ικανός να αφήσει ένα στοίχημα να περάσει.
Ο Νικ τονίζει πάντα ότι πρέπει να λαμβάνεις μέτρα εδώ και τώρα όταν πάνω σε ένα παιχνίδι αισθάνεσαι έστω και ελαφρά γλαρωμένος., κάτι που μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε σε οποιονδήποτε παίκτη. Δίνει σαν παράδειγμα μία δική του περίπτωση, όπου βρέθηκε σε μία αρκετά δυσάρεστη θέση, πολύ πιο σοβαρή από του οποιουδήποτε μεσαίου παίκτη. Η τύχη του πήγαινε καλά. Αλλά το σώμα του έστελνε δυσάρεστα μηνύματα. Ένα πόδι του, πρησμένο και πονεμένο, επέβαλε την ανεπιθύμητη παρουσία του στις αισθήσεις του και έφθειρε την προσήλωση του στο παιχνίδι.
Είχε έρθει προφανώς η ώρα να αναζητηθεί ιατρική βοήθεια. Παράλληλα όμως ήξερε ότι δεν γινόταν να ελπίζει ότι φεύγοντας από το τραπέζι για να πάει στο γιατρό θα έβρισκε την τύχη που είχε το βράδυ εκείνο να τον περιμένει όταν θα ξαναγύριζε μία εβδομάδα αργότερα. Μία συμβιβαστική λύση φαινόταν να είναι εντάξει. Για 55 ώρες ο Νικ έμεινε στο τραπέζι, κερδίζοντας σταθερά, ενόσω ο γιατρός του ξενοδοχείου χορηγούσε στο σώμα του πενικιλίνη. "Σε τραυματικές συνθήκες βγήκα 54.000δολ. κερδισμένος", χαμογέλασε αναπολώντας " και το πόδι γιατρεύτηκε επίσης μέχρι την ώρα που τελείωσε το κερδοφόρο μου σερί και μπορούσα να πάω σπίτι για να ξεκουραστώ". Σε πιο άχαρες καταστάσεις, η συμβουλή του είναι ότι πρέπει να είναι κανείς λιγότερο ηρωικός και περισσότερο πρακτικός. " Αν αισθάνεσαι γλαρωμένος και νυσταγμένος μετά από κανά δύο ώρες" συμβουλεύει " πάνε στο μπάνιο και δες τον εαυτό σου στον καθρέφτη. Πες στον εαυτό σου ότι ήρθε η ώρα να δείξεις από τι είσαι φτιαγμένος. Τότε καθάρισε τα νύχια σου. Πλύνε το πρόσωπο και τα χέρια. Χτένισε τα μαλλιά σου, φύσηξε την μύτη σου, βούρτσισε τα δόντια σου εάν έχεις οδοντόβουρτσα.
Με λίγα λόγια δες τον εαυτό σου σαν να ξεκινάει τώρα την μέρα. Καθόλη αυτή την πρακτική άδειασε το μυαλό σου. Μην συνεχίζεις να σκέφτεσαι το παιχνίδι εκεί πίσω. Σκέψου κάτι όμορφο ... ένα ηλιοβασίλεμα ίσως, ή το πώς τα σύννεφα ξεκουράζονται πάνω από ένα βουνό το πρωινό. Ποτέ μην σκεφτείς γυναίκα, αυτό σε διασπά. Και τότε όταν ξαναγυρίσεις στο παιχνίδι, συγκεντρώσου απόλυτα σε αυτό ξανά. Αν το αίσθημα αυτό ξαναγυρίσει μερικές ώρες αργότερα κάνε και άλλο διάλλειμα, ξανάκανε την όλη διαδικασία. Ή εάν το επιτρέπει ο καιρός, κάνε μία βόλτα έξω από το καζίνο στον καθαρό αέρα.
Ο καθαρός αέρας δεν πρόκειται να σε σκοτώσει. Ίσως το λάθος να είναι η εισπνοή περισσότερο από ότι πρέπει συνθετικού αέρα των αιρκοντίσιον ή των τσιγάρων. Το θέμα είναι όχι το τι κάνεις συγκεκριμένα. Το θέμα είναι αν σε χαλαρώνει ή όχι, σε αναζωογονεί, και ξαναφέρνει τα πνευματικά σου εργαλεία πάλι πίσω σε εργασιακή ευταξία. Εάν συμβεί αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο εάν η τεχνική σου να χαλαρώσεις είναι μία βόλτα ή ένας διαλογισμός σε στάση γιόγκα για δέκα λεπτά".
Κατά την διάρκεια μιάς συζήτησης σε ένα νεουρκέζικο κλαμπ ο Ντόλαρ Τζων — νεαρό μέλος μιας εκλεκτής και παλιάς Νεουρκέζικης οικογένειας τζογαδόρων της οποίας τα καινούρια βλαστάρια ήταν ο ίδιος, και τα αδέλφια του ο Μισό Δολάριο Τζων και ο Δύο Κέρματα Τζων- έτυχε να δηλώσει πως πίστευε ότι η Αλάσκα είναι πολύ μεγάλη. Καθώς υπήρχε και ένας Τεξανός στην παρέα, η παρατήρηση δεν αφέθηκε να περάσει έτσι. Καταφανώς εκνευρισμένος ο Ντόλλαρ Τζων είπε τότε ότι η Αλάσκα είναι μεγαλύτερη από το Τέξας και την Νέα Αγγλία μαζί, και ότι ήταν έτοιμος να στοιχηματίσει για αυτό.
Φυσικά αυτή η τοποθέτηση έφερε στο τραπέζι και άλλους ενδιαφερόμενους. Ο Νικ παρέμεινε αμέτοχος, ούτως ή άλλως πίστευε προσωπικά ότι ο Ντόλλαρ Τζων είχε ασχοληθεί με την Γεωγραφία προσφάτως. Αναμφισβήτητα θα έδινε 8 προς 5 για αυτό. Αλλά όταν ο Ντόλλαρ Τζων, πετάζοντας την σύνεση στον αέρα, προσφέρθηκε ξαφνικά να στοιχηματίσει ότι η Αλάσκα ήταν όχι μόνο μεγαλύτερη από το Τέξας και την Νέα Αγγλία αλλά και την Πενσυλβάνια και την Καλιφόρνια μαζί, αυτό το απόκοσμο σύνορο, ακαταμάχητο στους μεγαλοτζογαδόρους περάστηκε.
Η κυβεία ήταν τώρα σωστή. " Έχασα 10.000 δολάρια σε αυτήν την φουριόζικη ενέργεια ", θυμάται θλιβερά ο Νικ, " δεν υπήρχε τίποτα άλλο που μπορούσα να κάνω λαμβάνοντας υπ' όψη τις πιθανότητες που μου έδινε ο Ντόλλαρ Τζων".
Η γνώση του για όλους τους λαβυρινθώδεις δρόμους του τζόγου έχει αποδώσει στον Νικ την φήμη της παγκόσμιας αυθεντίας στο αντικείμενο αυτό. Τουλάχιστον δύο φορές τον μήνα, καλείται στις διαφωνίες μεταξύ παικτών όπου και αν βρίσκεται, για να διακανονίσει μία ανεπαίσθητη λεπτομέρεια από την οποία κρέμεται ένα ποντάρισμα, ένα στοίχημα. Οι αποφάσεις του σε τέτοια καλέσματα είναι πάντα τελεσίδικες. Εάν υπάρξει κάποια ένσταση ο Νικ είναι πρόθυμος να στοιχηματίσει με τον διαφωνούντα το διπλό από το ποσό που παίζεται, στο ότι η κρίση του είναι σωστή. Ποτέ δεν αποδέχτηκε κάποιος το στοίχημα.
Η θέση του σαν επιδιαιτητή σε ευρεία κλίμακα, έφερε στον Νικ τον θαυμασμό όχι μόνο των Κλαμπ του Λας Βέγκας και των επιχειρηματιών των Καζίνο, αλλά και πολλών πρώην φιγούρων του υπόκοσμου που εγκαταστάθηκαν στην περιφέρεια της πόλης για να χαλαρώσουν στον ήλιο. Αυτός ο ύστερος θαυμασμός έκανε τον Νικ ανήσυχο καθώς του φέρνει πίσω αναμνήσεις. Σαν ο επιφανής παίκτης του Σικάγου στην δεκαετία του 1920, ο Νικ ήταν σαστισμένος βρίσκοντας τον εαυτό του να θαυμάζεται ευρέως σε όλες τις περιοχές που ελέγχονταν από τις συμμορίες, για την άμετρη ιδιαίτερου είδους δράση του, την εκλεπτυσμένη εμφάνιση του, την μοναχικότητα του, τον διανοητικό του αέρα, και το γεγονός ότι δεν θα είχε τίποτα να κάνει σε επιχειρησιακή οδό με κακοποιούς. Η επαφή με τον κόσμο των αντιπαρατιθέμενων δραστηριοτήτων ήταν αναπόφευκτη για τους μεγαλοτζογαδόρους της εποχής, γιατί οι βασιλείς και οι ακόλουθοι τους του υποκόσμου, προσελκύονταν στην δράση των τραπεζιών του τζόγου, όπως έκαμνα και οι διάφοροι επιχειρηματίες, οι κληρονόμοι των κοσμικών και των βιομηχάνων. Αλλά για να θαυμαστεί, ακόμη και εάν δεν το δείχνανε από κοντά, από τέτοια διαβολικά επιχειρησιακά πνεύματα όπως ο Λεγκς Ντάιαμοντ, ο Ντατς Σούλτς, ο Ντάιαν Ο Μπράιον και ο Αλ Καπόνε , ανάμεσα σε άλλους - να ξέρει τα μυστικά τους, να κερδίζει μερικά από τα λεφτά τους και να αισθάνεται σποραδικά τον άνεμο από σφαίρες συμμοριών να αναζητούν άλλους εκτός από τον ίδιο....
Όλα αυτά ήταν μία φυσική προδιάθεση της φύσης. Σε μία περίπτωση πάντως η εκτίμηση του Σικάγου ήταν πολύ για τα νεύρα του Νικ. " Γύρω στα Χριστούγεννα του 1925 " λέει ο Νικ, " ένας κατασκευαστής απαγορευμένων Ουίσκυ που ήταν γνωστός στο εμπόριο σαν ο αποτεφρωτήρας του Κικέρο, μου έστειλε ένα σωματοφύλακα ονόματι ' Ειλικρινής Άμπε ' για δώρο. Δεν είχα ποτέ σωματοφύλακα και δεν ήθελα κανέναν, αλλά μιάς και ο Άμπε ήταν ένας από αυτούς τους άλαλους με το δάχτυλο στην σκανδάλη ανθρώπους που δεν σκότωσαν ποτέ κανέναν από οργή, αλλά μόνο για λόγους «δουλειάς», δεν ήθελα να τον προσβάλω έτσι από βιασύνη χωρίς να του δώσω μία ευκαιρία.
Γρήγορα κατάλαβα ότι ή στάση του Άμπε ήταν ότι ήμασταν μόνο εμείς οι δύο απέναντι σε όλο τον κόσμο. Κοιμόταν στο καθιστικό της σουίτας του ξενοδοχείου μου. Προχωρούσε μαζί μου στις ρομαντικές μου συναντήσεις με την θεωρία ότι όλα τα θηλυκά παραπλανούν, Όταν άρχισε να υποβάλλει σε σωματική έρευνα ανθρώπους που με αναζητούσαν στο ξενοδοχείο, τότε τέλος πάντων, η συναναστροφή μας παράκμασε. Τελικά όταν άκουσα ότι ήθελε να κάνει κάτι καλό για μένα, πήρα την ζωή μου στα χέρια μου και του έδειξα την πόρτα. Έπρεπε να το κάνω", ολοκλήρωσε παγερά ο Νικ, " Ήμουν σίγουρος ότι το μόνο ευχάριστο πράγμα που μπορεί να σκεφτόταν ο Άμπε ήταν να σκοτώσει κάποιον."
"Ακόμη και το πιο καθαρό και ανανεωμένο μυαλό , είναι μικρής χρησιμότητας εάν ο ιδιοκτήτης του έχει έλλειψη κατανόησης του είδους του παιχνιδιού που παίζει και τους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την ικανότητα του στο να κερδίσει ή να χάσει. Καλό είναι να παίζεις παιχνίδια όπου το καζίνο έχει το μικρότερο πλεονέκτημα ή παιχνίδια όπως το πόκερ όπου πιστεύεις ότι έχεις πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων. Ακόμη όμως και αν παίζεις μόνο σε τέτοια παιχνίδια, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα βγεις κερδισμένος ή έστω να έρθεις στα ίσια(κάτι που είναι ανοησία σε κάθε περίπτωση).
Δεν υπάρχει καμία γνωστή μέθοδο που μπορεί να μετατρέψει μία αρνητική προσδοκία σε ένα παιχνίδι σε μία θετική προσδοκία (μόνο τα συστήματα στο μπλακτζακ το πέτυχαν αυτό αργότερα). Ναι σίγουρα είναι δυνατόν να κερδίσεις. Το μυστικό μεταξύ ενός χαμένου και ενός κερδισμένου είναι η πειθαρχία. Αυτό λέει ότι ο κερδισμένος διαχειρίζεται τα χρήματα του. Ο χαμένος αφήνει τα χρήματα να τον διαχειρίζονται.
Η διαχείριση των χρημάτων, όπως το βλέπει ο Νικ, ήταν ένα από τα απώτερα τεστ για τον ανθρώπινο χαρακτήρα και την νοημοσύνη.. Προϋποθέτει πρώτα από όλα την βασική πρόθεση για νίκη. "Θυμάστε τι σας είπα προηγουμένως", ρώτησε; "Μπορείς να κερδίσεις μόνο εάν προτίθεσαι να το κάνεις. Μην γελάτε. Ο χαμένος χάνει επειδή στο πίσω μέρος του μυαλού του όπου ζει, θέλει να κάνει ακριβώς αυτό. Τιμωρεί τον εαυτό του, κάποιες φορές, για κάτι ή για κάτι άλλο. Ή καταδεικνύει, για την δική του ικανοποίηση το δεδομένο της αναξιότητάς του.
Ποιος ξέρει πόσους λόγους μπορεί να έχει κάποιος ώστε να θέλει να χάσει; Αλλά και η μεγαλύτερη τύχη στον κόσμο θα ήταν άχρηστη για αυτόν σε αυτό το πλαίσιο του νου. Ανεξάρτητα με το πόσο πολλά κερδίζει, θα είναι στην κυριολεξία φοβισμένος να φύγει κερδισμένος. Θα μείνει στο τραπέζι για ώρες, μέχρι τελικά να αποκτήσει αυτό που θέλει- μία άδεια τσέπη και έναν άδειο λογαριασμό".
Ο Νικ ήταν πεπεισμένος ότι ο οποιοσδήποτε παίχτης με κάποια γνώση του παιχνιδιού ξέρει πότε ήρθε η ώρα για αυτόν να φύγει από το παιχνίδι. Οι νικητές πιστεύει ότι προσέχουν αυτήν την γνώση, οι χαμένοι την παραβλέπουν. " Χρειάζεται πραγματικός χαρακτήρας για να σταματήσεις και να φύγεις κερδισμένος " λέει ο Νικ " Εάν το κάνεις αυτό, θα πρέπει να περιμένεις τον θαυμασμό και τον φθόνο των άλλων παικτών, ακόμη και από την διεύθυνση του καζίνο. Κανείς δεν θα σκεφτεί να λυπηθεί έναν κερδισμένο. Έτσι ερχόμαστε στο ζήτημα του τι πραγματικά έχεις στον καθρέφτη πάνω σου, θαυμασμό ή λύπηση; Σκέψου το, όταν έχεις καταλήξει στο μυαλό σου, η μισή δουλειά έχει γίνει".
Το 1925 ο Νικ είχε υπερεπάρκεια από μετρητά και έτσι δώρισε 1εκ. δολάρια. Γιορτάζονταν σαν ένας παράγοντας που πρόσφερε ανακούφιση στους υπόλοιπους. Ειτε αυτοί οι υπόλοιποι ήταν υποκριτές είτε όχι. Σχεδόν κάθε πρωί για τριάντα και πλέον χρόνια, από 10 μέχρι 20 άτομα μπαίνουν με τη σειρά στους διαδρόμους έξω από τα διάφορα ξενοδοχειακά του δωμάτια ζητώντας βοηθήματα, που συνήθως κυμαίνονται από 10 μέχρι 1.000 δολάρια, εξαρτάται από την ιστορία.
Nick the Greek-Διαχειριση χρηματων και η νοοτροπια του νικητη...2
Ο όγκος του καθημερινού του ταχυδρομείου είναι τεράστιος. " Είσαι ένας άνθρωπος που αναλαμβάνει ρίσκα με εκατομμύρια δολάρια " αρχίζουν πολλά από αυτά τα γράμματα, " πως θα σου φαινόταν να αναλάβεις μία τύχη για ένα ανθρώπινο πλάσμα;" Αυτή είναι μία περιττή ερώτηση καθώς έχει δωρίσει πολλά λεφτά σε ανθρώπους που ούτε καν ξέρει. Οι περισσότερες από τις δωρεές αυτές ήταν ανώνυμες αλλά περιστασιακά δώριζε χρήματα και προσωπικώς. Καθώς περπατούσε μία μέρα προς ένα ρεστοράν του Λας Βέγκας ένας άντρας που γνώριζε, τον προσφώνησε και του είπε ότι χρειαζόταν λίγα λεφτά για παίξιμο ώστε να ξανασταθεί πάλι στα πόδια του.
Ο Νικ τον έστειλε στο γειτονικό Horseshoe, κανονίζοντας για αυτόν τηλεφωνικώς μία πίστωση των 1.000 δολαρίων και πήγε στο ρεστοράν. Μετά την σούπα, το καζίνο πήρε τηλέφωνο για να τον ενημερώσει ότι ο άνθρωπος του έμεινε χωρίς λεφτά. " Δώσε του άλλα δύο" είπε ο Νικ. Κατά την διάρκεια αυτή, μέχρι να τελειώσει το φαγητό του ο Νικ, ο άνθρωπος του έχασε 12.000 δολάρια. Στις δύο το μεσημέρι όταν τελικώς ο Νικ σταμάτησε την πίστωση η χασούρα του ανθρώπου είχε ανέλθει στα 54.000 δολάρια. " Δεν μπορούσα να τον εγκαταλείψω μόνο και μόνο επειδή ξεκίνησε άσχημα" υποστήριξε ο Νικ " Ίσως είχε χάσει την αυτοπεποίθηση του" Ο Νικ ποτέ δεν κάνει μνεία τις φιλανθρωπίες του, και όταν αυτές του μνημονεύονται τις αρνείται σφοδρά . " Τι είμαι εγώ; Λέει κακόβουλα, " ο φύλακας του αδελφού μου κόσμου;."
Μία άλλη δραστηριότητα που αρνείται είναι το παρατήρημα των πουλιών. " Το μόνο είδος πουλιού που μου αρέσει είναι η φραγκόκοτα " αντιμιλά άγρια, "κάτω από το ποτήρι". Πάντως στην Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1920, ο Νικ ήταν ίσως ο μοναδικός τακτικός παρατηρητής πουλιών μεταξύ των 42ης και 52ης οδών του Μπρόντγουαίη. Πολλά πρωινά όταν ο ήλιος ανέτειλε με αφετηρία πάνω από το ρεστοράν Λίντσεη, πήγαινε μπροστά από το μαγαζί, είτε με τα πόδια, είτε με τον σοφέρ του, για να παρακολουθήσει τα πουλιά της πόλης να ξυπνάνε.
Οι πλαίημπους, οι πόρνες, οι κοπέλες των σόους, και άλλοι ανάμεσα στην κίνηση των πελατών του ρεστοράν που ' έκλεινε τα μάτια του ', υπέθεταν ότι έγραφε κάποιο βιβλίο για τα πουλιά. Αλλά δεν ρώτησαν ποτέ. Κανείς δεν ρωτούσε τον Νικ δε Γκρηκ πάρα πολύ. Καίτοι ήταν πάντα ευγενικός και φιλικός, είχε αναμφίβολα μία βαθιά επιφύλαξη που κατασίγαζε κάθε περιέργεια. Αλλά η περιέργεια δεν υποχωρούσε. Όλοι οι άλλοι γνωστοί του χώρου έρχονταν από κάπου όπως π.χ. ο Ρούμπερτ Νόουζ Μακ Μάνους ήταν από το Σικάγο, ο Γκολντ Τζόουνς από το Φρίσκο, ο Σέρλοκ Φαίλντμαν από το Σαιντ Λιούς.
Ο Νικ ωστόσο φαίνεται να ξεπρόβαλε με όλη του τη χάρη από το πουθενά. Αυτή η εντύπωση επικράτησε πιθανότατα από το γεγονός ότι ο Νικόλαος Δάνδολος ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη Σμύρνη, που είναι το αντίστοιχο του πουθενά στην Χάλστεντ Στρητ του Σικάγο ή στο Μπρόντγουαίη.
"Δεν ακολουθάω πάντα τις συνταγές και συμβουλές για το σωστό παιχνίδι. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις που δείχνουν ότι είμαι ένα από τα μέλη της ανθρώπινης ράτσας, τα οποία γίνονται θύματα της αυτοεξαπάτησης. Όταν όμως δεν ακολουθώ αυτούς του κανόνες, τουλάχιστον δεν προσπαθώ να ξεγελάσω τον εαυτό μου για το τι έχω κάνει όταν επανεξετάζω το συμβάν αργότερα. Η τεχνική του να κερδίσεις μπορεί να είναι και ένα απλό συλλογιστικό πρόβλημα. Εάν π.χ. κάποιος επισκέπτεται το καζίνο μία φορά το μήνα με 500 δολάρια για 6 μήνες αρνούμενος να παίξει παραπάνω εάν χάσει, ίσως για 5 συνεχόμενους μήνες να χάνει το ποσό αυτό συνεχώς.
Αυτό είναι δείγμα κακής τύχης και μπορεί να συμβεί και στους καλύτερους παίχτες. Στον έκτο μήνα όμως ίσως πετύχει το πρώτο του σερί καλής τύχης. Υπάρχουν δύο τρόποι για να παίξεις τα λεφτά σου τώρα. Ίσως να παίξει ακριβώς όπως έπαιξε και την πρώτη του φορά - ίσως μάλιστα να μειώσει και λίγο τα στοιχήματα του, ίσως γιατί δεν θέλει να φανεί τόσο πολύ ένθερμος- και να κερδίσει 500 δολάρια περίπου. Ή μπορεί να αυξάνει τα στοιχήματα του και να φύγει με ένα κέρδος 5.000 δολαρίων. Στην πρώτη περίπτωση φεύγει συνολικά χαμένος 2.000δολ. ενώ στην δεύτερη κερδισμένος 2.500 δολάρια. Ποιο δρόμο θα προτιμούσε ο καθένας από εσάς να ακολουθήσει; Εάν η επιλογή σας είναι η δεύτερη τότε υπάρχει μόνο μία μέθοδος για να ταιριάξετε στην εικόνα. Αυτή είναι να περιορίσετε την χασούρα σας σε ένα ποσό που θα το προσδιορίσετε πριν ξεκινήσετε να παίζεται, αλλά να μην βάλετε όριο κανενός τύπου στα κέρδη σας. Κατά περίεργο τρόπο αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο σχέδιο το οποίο ακολουθούν το 98 τοις εκατό των παικτών. Κατά κάποιον τρόπο φοβούνται να κερδίσουν.
Έτσι μόλις κερδίσουν λίγα,- ένα λυπηρό μικρό ποσό στις περισσότερες των περιπτώσεων - σταματούν να παίζουν. Εντάξει σίγουρα αυτό είναι το μισό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Τουλάχιστον δεν συνεχίζουν να παίζουν για πάντα ώστε να εισπράξουν την συμπάθεια σαν χαμένοι. Αλλά πάλι δεν βγαίνει κανένα νόημα, γιατί εάν έχαναν θα συνέχιζαν να εξαργυρώνουν τσεκ (στις μέρες μας πιστωτικές κάρτες ή ξεπούλημα περιουσίας απευθείας μέσα στο καζίνο σε οργανωμένα κυκλώματα) ή ακόμη και να δανείζονταν λεφτά χάνοντας τα και αυτά. Δεν βάζουν κανένα όριο κανενός είδους για το πόσο πολλά είναι σε θέση να χάσουν, βάζουν μόνο όριο στο πόσα θα κερδίσουν.
Φυσικά κανείς δεν γίνεται να περιμένει να κερδίσει πάνω σε αυτή την βάση. Η συνήθεια να αυξάνουν τα στοιχήματα τους όταν χάνουν ταιριάζει σωστά με την συνήθεια των χαμένων να επιτρέπουν στους εαυτούς του χασούρα χωρίς όριο. Μόλις αυτοί είναι μερικά δολάρια χαμένοι, αρχίζουν να αυξάνουν τα στοιχήματα τους με την ελπίδα της γρήγορης επανάκτησης των χαμένων. Οι γνώστες τζογαδόροι το ονομάζουν αυτό 'να κυνηγάς τα χρήματα σου'. Είναι ένα κοινό λάθος. Σημαντικά λιγότερο σύνηθες και καθόλου λάθος είναι το να μειώνεις τα στοιχήματα σου ενώ χάνεις.
Έτσι ενώ μειώνοντας συνεχώς τα στοιχήματα σου ενώ χάνεις μπορείς να αποφύγεις ένα λούκι κακής τύχης, να επιβιώσεις το κακό σερί ώστε να δώσεις την ευκαιρία στον εαυτό σου να κερδίσεις. Όταν αρχίσεις να κερδίζεις και βρίσκεσαι με θετικό πρόσημο στην βραδιά μπορείς να αυξήσεις πάλι τα στοιχήματα σου. Καλπάζεις πάνω στην τύχη. Με λίγα λόγια αυτό που κάνεις είναι ακριβώς να αντιστρέψεις το σύστημα που παίζει ο χαμένος".
Ο Νικ ήταν ο πρώτος ίσως που είχε την ιδέα ότι δεν πρέπει να ποντάρεις ποτέ παραπάνω από το πέντε τοις εκατό του κεφαλαίου που έχεις για να παίξεις μέχρι να σιγουρευτείς πως πάει η τύχη σου. Προτείνει δηλαδή ένα μικρό ποσό για τα πρώτα στοιχήματα. " Εάν ξεκινήσεις άσχημα μην τρέξεις αμέσως να φύγεις . Θεώρησε τα χρήματα που έφερες για να παίξεις όχι σαν κάτι με σκληρή υπόσταση αλλά σαν κάτι που είναι σε ρίσκο όσο βρίσκεσαι σε δράση.
Το χρήμα που βρίσκεται στην δράση δεν ανήκει σε εσένα πλέον. Μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο, είναι πλέον ένα εύχρηστο σύστημα για να κρατάς το σκορ. Κράτησε το χάσιμο σε χαμηλά επίπεδα μειώνοντας τα πονταρίσματα μετά τα πρώτα άτυχα στοιχήματα. Οι πιθανότητες είναι ότι η τύχη σου θα γυρίσει. Και όταν αυτό γίνει τότε πόνταρε τον ουρανό. Και συνεχίζεις με υψηλό ρυθμό σε αυξανόμενα στοιχήματα μέχρι να δεις ότι το τυχερό σου σερί τελικά τελείωσε.
Εάν η τύχη δεν γυρίσει από κακή σε καλή, ε τότε εντάξει αυτά είναι τα ρήγματα. Και δεν είναι το τέλος το κόσμου. Θα ξανάρθεις και θα ξαναδοκιμάσεις την τύχη σου κάποια άλλη φορά. Από την άλλη αν η τύχη του παίκτη ξεκινήσει από την αρχή καλά, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για δεύτερη σκέψη. Ο Νομπελίστας φυσικός Ρίτσαρντ Φέινμαν γνώριζε τον Νικ και στην αυτοβιογραφία του έγραψε ότι ο Νικ του εξήγησε ότι κερδίζει όχι απλά ποντάροντας αλλά γνωρίζοντας και τις πιθανότητες του παιχνιδιού. Ποντάριζε επίσης αντίθετα σε άλλους παίκτες που είχαν προκαταλήψεις για το αποτέλεσμα, όπως και ποντάριζε και στην επιρροή που είχε η φήμη του προς τους άλλους παίκτες.
Ο Νικ τον έστειλε στο γειτονικό Horseshoe, κανονίζοντας για αυτόν τηλεφωνικώς μία πίστωση των 1.000 δολαρίων και πήγε στο ρεστοράν. Μετά την σούπα, το καζίνο πήρε τηλέφωνο για να τον ενημερώσει ότι ο άνθρωπος του έμεινε χωρίς λεφτά. " Δώσε του άλλα δύο" είπε ο Νικ. Κατά την διάρκεια αυτή, μέχρι να τελειώσει το φαγητό του ο Νικ, ο άνθρωπος του έχασε 12.000 δολάρια. Στις δύο το μεσημέρι όταν τελικώς ο Νικ σταμάτησε την πίστωση η χασούρα του ανθρώπου είχε ανέλθει στα 54.000 δολάρια. " Δεν μπορούσα να τον εγκαταλείψω μόνο και μόνο επειδή ξεκίνησε άσχημα" υποστήριξε ο Νικ " Ίσως είχε χάσει την αυτοπεποίθηση του" Ο Νικ ποτέ δεν κάνει μνεία τις φιλανθρωπίες του, και όταν αυτές του μνημονεύονται τις αρνείται σφοδρά . " Τι είμαι εγώ; Λέει κακόβουλα, " ο φύλακας του αδελφού μου κόσμου;."
Μία άλλη δραστηριότητα που αρνείται είναι το παρατήρημα των πουλιών. " Το μόνο είδος πουλιού που μου αρέσει είναι η φραγκόκοτα " αντιμιλά άγρια, "κάτω από το ποτήρι". Πάντως στην Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1920, ο Νικ ήταν ίσως ο μοναδικός τακτικός παρατηρητής πουλιών μεταξύ των 42ης και 52ης οδών του Μπρόντγουαίη. Πολλά πρωινά όταν ο ήλιος ανέτειλε με αφετηρία πάνω από το ρεστοράν Λίντσεη, πήγαινε μπροστά από το μαγαζί, είτε με τα πόδια, είτε με τον σοφέρ του, για να παρακολουθήσει τα πουλιά της πόλης να ξυπνάνε.
Οι πλαίημπους, οι πόρνες, οι κοπέλες των σόους, και άλλοι ανάμεσα στην κίνηση των πελατών του ρεστοράν που ' έκλεινε τα μάτια του ', υπέθεταν ότι έγραφε κάποιο βιβλίο για τα πουλιά. Αλλά δεν ρώτησαν ποτέ. Κανείς δεν ρωτούσε τον Νικ δε Γκρηκ πάρα πολύ. Καίτοι ήταν πάντα ευγενικός και φιλικός, είχε αναμφίβολα μία βαθιά επιφύλαξη που κατασίγαζε κάθε περιέργεια. Αλλά η περιέργεια δεν υποχωρούσε. Όλοι οι άλλοι γνωστοί του χώρου έρχονταν από κάπου όπως π.χ. ο Ρούμπερτ Νόουζ Μακ Μάνους ήταν από το Σικάγο, ο Γκολντ Τζόουνς από το Φρίσκο, ο Σέρλοκ Φαίλντμαν από το Σαιντ Λιούς.
Ο Νικ ωστόσο φαίνεται να ξεπρόβαλε με όλη του τη χάρη από το πουθενά. Αυτή η εντύπωση επικράτησε πιθανότατα από το γεγονός ότι ο Νικόλαος Δάνδολος ήρθε στις Ηνωμένες Πολιτείες από τη Σμύρνη, που είναι το αντίστοιχο του πουθενά στην Χάλστεντ Στρητ του Σικάγο ή στο Μπρόντγουαίη.
"Δεν ακολουθάω πάντα τις συνταγές και συμβουλές για το σωστό παιχνίδι. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις που δείχνουν ότι είμαι ένα από τα μέλη της ανθρώπινης ράτσας, τα οποία γίνονται θύματα της αυτοεξαπάτησης. Όταν όμως δεν ακολουθώ αυτούς του κανόνες, τουλάχιστον δεν προσπαθώ να ξεγελάσω τον εαυτό μου για το τι έχω κάνει όταν επανεξετάζω το συμβάν αργότερα. Η τεχνική του να κερδίσεις μπορεί να είναι και ένα απλό συλλογιστικό πρόβλημα. Εάν π.χ. κάποιος επισκέπτεται το καζίνο μία φορά το μήνα με 500 δολάρια για 6 μήνες αρνούμενος να παίξει παραπάνω εάν χάσει, ίσως για 5 συνεχόμενους μήνες να χάνει το ποσό αυτό συνεχώς.
Αυτό είναι δείγμα κακής τύχης και μπορεί να συμβεί και στους καλύτερους παίχτες. Στον έκτο μήνα όμως ίσως πετύχει το πρώτο του σερί καλής τύχης. Υπάρχουν δύο τρόποι για να παίξεις τα λεφτά σου τώρα. Ίσως να παίξει ακριβώς όπως έπαιξε και την πρώτη του φορά - ίσως μάλιστα να μειώσει και λίγο τα στοιχήματα του, ίσως γιατί δεν θέλει να φανεί τόσο πολύ ένθερμος- και να κερδίσει 500 δολάρια περίπου. Ή μπορεί να αυξάνει τα στοιχήματα του και να φύγει με ένα κέρδος 5.000 δολαρίων. Στην πρώτη περίπτωση φεύγει συνολικά χαμένος 2.000δολ. ενώ στην δεύτερη κερδισμένος 2.500 δολάρια. Ποιο δρόμο θα προτιμούσε ο καθένας από εσάς να ακολουθήσει; Εάν η επιλογή σας είναι η δεύτερη τότε υπάρχει μόνο μία μέθοδος για να ταιριάξετε στην εικόνα. Αυτή είναι να περιορίσετε την χασούρα σας σε ένα ποσό που θα το προσδιορίσετε πριν ξεκινήσετε να παίζεται, αλλά να μην βάλετε όριο κανενός τύπου στα κέρδη σας. Κατά περίεργο τρόπο αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο σχέδιο το οποίο ακολουθούν το 98 τοις εκατό των παικτών. Κατά κάποιον τρόπο φοβούνται να κερδίσουν.
Έτσι μόλις κερδίσουν λίγα,- ένα λυπηρό μικρό ποσό στις περισσότερες των περιπτώσεων - σταματούν να παίζουν. Εντάξει σίγουρα αυτό είναι το μισό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Τουλάχιστον δεν συνεχίζουν να παίζουν για πάντα ώστε να εισπράξουν την συμπάθεια σαν χαμένοι. Αλλά πάλι δεν βγαίνει κανένα νόημα, γιατί εάν έχαναν θα συνέχιζαν να εξαργυρώνουν τσεκ (στις μέρες μας πιστωτικές κάρτες ή ξεπούλημα περιουσίας απευθείας μέσα στο καζίνο σε οργανωμένα κυκλώματα) ή ακόμη και να δανείζονταν λεφτά χάνοντας τα και αυτά. Δεν βάζουν κανένα όριο κανενός είδους για το πόσο πολλά είναι σε θέση να χάσουν, βάζουν μόνο όριο στο πόσα θα κερδίσουν.
Φυσικά κανείς δεν γίνεται να περιμένει να κερδίσει πάνω σε αυτή την βάση. Η συνήθεια να αυξάνουν τα στοιχήματα τους όταν χάνουν ταιριάζει σωστά με την συνήθεια των χαμένων να επιτρέπουν στους εαυτούς του χασούρα χωρίς όριο. Μόλις αυτοί είναι μερικά δολάρια χαμένοι, αρχίζουν να αυξάνουν τα στοιχήματα τους με την ελπίδα της γρήγορης επανάκτησης των χαμένων. Οι γνώστες τζογαδόροι το ονομάζουν αυτό 'να κυνηγάς τα χρήματα σου'. Είναι ένα κοινό λάθος. Σημαντικά λιγότερο σύνηθες και καθόλου λάθος είναι το να μειώνεις τα στοιχήματα σου ενώ χάνεις.
Έτσι ενώ μειώνοντας συνεχώς τα στοιχήματα σου ενώ χάνεις μπορείς να αποφύγεις ένα λούκι κακής τύχης, να επιβιώσεις το κακό σερί ώστε να δώσεις την ευκαιρία στον εαυτό σου να κερδίσεις. Όταν αρχίσεις να κερδίζεις και βρίσκεσαι με θετικό πρόσημο στην βραδιά μπορείς να αυξήσεις πάλι τα στοιχήματα σου. Καλπάζεις πάνω στην τύχη. Με λίγα λόγια αυτό που κάνεις είναι ακριβώς να αντιστρέψεις το σύστημα που παίζει ο χαμένος".
Ο Νικ ήταν ο πρώτος ίσως που είχε την ιδέα ότι δεν πρέπει να ποντάρεις ποτέ παραπάνω από το πέντε τοις εκατό του κεφαλαίου που έχεις για να παίξεις μέχρι να σιγουρευτείς πως πάει η τύχη σου. Προτείνει δηλαδή ένα μικρό ποσό για τα πρώτα στοιχήματα. " Εάν ξεκινήσεις άσχημα μην τρέξεις αμέσως να φύγεις . Θεώρησε τα χρήματα που έφερες για να παίξεις όχι σαν κάτι με σκληρή υπόσταση αλλά σαν κάτι που είναι σε ρίσκο όσο βρίσκεσαι σε δράση.
Το χρήμα που βρίσκεται στην δράση δεν ανήκει σε εσένα πλέον. Μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο, είναι πλέον ένα εύχρηστο σύστημα για να κρατάς το σκορ. Κράτησε το χάσιμο σε χαμηλά επίπεδα μειώνοντας τα πονταρίσματα μετά τα πρώτα άτυχα στοιχήματα. Οι πιθανότητες είναι ότι η τύχη σου θα γυρίσει. Και όταν αυτό γίνει τότε πόνταρε τον ουρανό. Και συνεχίζεις με υψηλό ρυθμό σε αυξανόμενα στοιχήματα μέχρι να δεις ότι το τυχερό σου σερί τελικά τελείωσε.
Εάν η τύχη δεν γυρίσει από κακή σε καλή, ε τότε εντάξει αυτά είναι τα ρήγματα. Και δεν είναι το τέλος το κόσμου. Θα ξανάρθεις και θα ξαναδοκιμάσεις την τύχη σου κάποια άλλη φορά. Από την άλλη αν η τύχη του παίκτη ξεκινήσει από την αρχή καλά, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για δεύτερη σκέψη. Ο Νομπελίστας φυσικός Ρίτσαρντ Φέινμαν γνώριζε τον Νικ και στην αυτοβιογραφία του έγραψε ότι ο Νικ του εξήγησε ότι κερδίζει όχι απλά ποντάροντας αλλά γνωρίζοντας και τις πιθανότητες του παιχνιδιού. Ποντάριζε επίσης αντίθετα σε άλλους παίκτες που είχαν προκαταλήψεις για το αποτέλεσμα, όπως και ποντάριζε και στην επιρροή που είχε η φήμη του προς τους άλλους παίκτες.
Κυριακή 17 Μαΐου 2009
Η απαθεια του Nick the greek για τα χρηματα και η λατρεια του για το παιχνιδι!
Αυτό είναι αλήθεια. Στην Νέα Υόρκη, σε μία περίπτωση, ο Νικ άφησε 100.000 δολάρια μετρητά στην τσέπη ενός παλτού το οποίο κρέμασε δίπλα σε δεκάδες άλλα παλτά στην είσοδο ενός υπόγειου χώρου όπου παίζαν ζάρια. Καθώς το θυμήθηκε μετά από κάποιες ώρες βγήκε τεμπέλικα έξω και βρήκε το παλτό με τα λεφτά μέσα.
" Οι πιθανότητες ήταν μία στις τριάντα να ήταν το παλτό εκεί" είπε. Όταν τα νέα από αυτή την επανάκτηση κυκλοφόρησαν στο Μπρόντγουαίη, είχε πέσει μία μελαγχολία σε όλο το σινάφι των παικτών. Ακόμα και ο Νικ, που έπρεπε να δώσει τις 100.000 δολάρια στον Άρνολντ Ρόθστάιν για να πληρώσει ένα παικτικό χρέος, ένοιωσε μάλλον άσχημα για αυτό.
" Ήταν μία τρομερή ευκαιρία για αυτά τα παιδιά που δούλευαν εκεί την οποία και χάσανε " είπε. Σε άλλες περιπτώσεις άφησε 90.000 δολάρια σε ένα κοστούμι που έστειλε έξω για καθάρισμα, 40.000 δολάρια στην επάνω δεξιά τσέπη ενός γιλέκου που πήγε σε έναν ράφτη , και 80.000 δολάρια σε μία κορδέλα ενός καπέλου που άφησε σε ένα ρεστοράν. Επανέκτησε όλα αυτά τα χρήματα. "
"Από τότε που για πρώτη φορά επινοήθηκε" λέει ο Νικ, "το χρήμα έχει γίνει ένα υποκατάστατο για τα πάντα, ακόμα και για τον χαρακτήρα. Λυπάμαι που πρέπει να το χρησιμοποιούμε για τζόγο. Έχει δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από ότι τα ρολόγια".
Ο Νικ είναι ενάντια στην κατανομή της ώρας. Δεν τον ενδιαφέρει τι ώρα είναι. Τρώει όταν πεινάει και αποτραβιέται ή σηκώνεται οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας. Σπάνια κοιμάται πάνω από 4 ώρες κάθε φορά, και δεν μπορεί να λεχθεί ότι είχε μία μέρα από αυτές που ζει για το περισσότερο μέρος της ζωής του ο μέσος, συνηθισμένος άνθρωπος. Οι συνηθισμένες του μέρες έχουν διάρκεια από δύο μέχρι οχτώ μέρες.
Ένα από τα 24ωρα του Νικ μπορεί να παρατεθεί σαν ιστόρηση. Αυτή η περίοδος άρχισε στις 11 το πρωί στο Λας Βέγκας, καθώς εγέρθηκε από το κρεβάτι του, κοίταξε έξω από το παράθυρο στην κορωμένη ζέστη της ερήμου, κάλεσε την υπηρεσία δωματίου ζητώντας αρκετό χυμό πορτοκαλιού και καφέ, έκανε ένα μπάνιο, κάθισε να πιεί τον χυμό του και τον καφέ, ντύθηκε , έκανε ένα τηλεφώνημα , και έριξε μία κλεφτή ματιά στο χολ έξω από το δωμάτιο του, για να δει πόσοι πιστοί αναζητητές του ή άνθρωποι με επιχειρηματικές προτάσεις τον περίμεναν.
Ήταν μόνο ένας άντρας , ένας εφευρέτης. Ήθελε από τον Νικ να επενδύσει τριάντα εκατομμύρια δολάρια σε μία μηχανή που θα έπαυε κάθε πόλεμο καθώς θα παρέλυε τα μηχανολογικά κέντρα στα ανθρώπινα μυαλά από εδώ έως το Όμσκ της Ρωσίας. Καθώς ο Νικ μιλούσε με τον εφευρέτη , ένα όμορφο νεαρό ξανθό κορίτσι έφτασε με ένα ανοιχτό αυτοκίνητο. Ο Νικ πετάχτηκε ταχύτατα έξω μαζί της για να οδηγηθεί στο ξενοδοχείο Φλαμίνγκο. Βγήκε έξω από τα αμάξι και οδηγήθηκε στο λόμπυ του ξενοδοχείου.
Στο λόμπυ λοιπόν παρουσιάστηκε μπροστά σε μία πελώρια , με κόκκινο πρόσωπο ,γεροδεμένη γυναίκα με βαμβακερές κάλτσες που τον γράπωσε με τα δύο χέρια κοιτώντας τον επίμονα με ένα διαπεραστικό βλέμμα στα μάτια. Αυτή η γυναίκα ήταν εκπρόσωπος μίας ευαγγελικής σέκτας και περίμενε ώρες για αυτόν. Ήθελε να αρχίσει μία περιοδεία μαζί του από άκρη εις άκρη της χώρας εκφωνώντας λόγους κατά του τζόγου. Ήταν πιθανώς αυτή η γυναίκα ο λόγος που άρχισε η μέρα στραβά.
Σε κάθε περίπτωση ο Νικ έπεσε επάνω στον Γκας Γκρήνμπαουμ στο Φλαμίνγκο καζίνο.Ο κύριος Γκρήνμπαουμ δεν είναι μόνο ιδιοκτήτης ενός μέρους αυτού του συγκροτήματος αλλά και ένας από τους λίγους εναπομείναντες υψηλής κλάσης μεγαλοτζογαδόρους της χρυσής εποχής του τζόγου που τελείωσε με το μεγάλο κραχ το 1929.
Ο Νικ και ο Γκας άρχισαν να παίζουν το παλιό τουρκικό παιχνίδι γνωστό ως μπαρμπούτι. Στις 9 το βράδυ ο Νικ έχασε 112.000 δολάρια και έπρεπε να παλέψει με ένα πλήθος ενοχλητικών θεατών ώστε να συνεχίσει το παιχνίδι με κάποια ευρυχωρία γύρω του. Το παιχνίδι διεκόπη. Καθώς περίμενε το ξανθό κορίτσι να καταφθάσει με το ανοιχτό αυτοκίνητο, έλαβε ένα τηλεφώνημα από το Τέξας. Ήταν από τον Μπλόντυ Χάλλ, έναν φίλο από τις επιχειρήσεις πετρελαίου.
Ο Χάλλ του είπε ότι ήταν αισθητά ανήσυχος. Ζήτησε από τον Νικ να του στείλει ένα μικροποσό των 10,000δολ. " Βρίσκομαι σε δράση " του διαμαρτυρήθηκε ο Νικ ψηλαφώντας τις τσέπες του. " Είμαι ταπί " Ο Χάλλ του προτείνει να το παίξουν κορώνα γράμματα και διαλέγει κορώνα. Ο Νικ ρίχνει το νόμισμα και του λέει "κέρδισες , θα σου στείλω ένα τσεκ, εντάξει Μπλόντυ ήταν ωραία που μίλησα μαζί σου".
Μετά από μερικά λεπτά ήρθε η ξανθιά και τον οδήγησε με το αυτοκίνητο στο κέντρο της πόλης στο Λας Βέγκας Κλαμπ. Στο δρόμο έφαγε ένα σάντουιτς με κοτόπουλο και ήπιε καφέ. Στο κλαμπ αυτό έχασε άλλες 96 χιλ. δολάρια στο τακτικό παιχνίδι ζαριών που διεξαγόταν κάθε βράδυ και καθώς έκανε προς τα πίσω για να πάρει μία ανάσα στραβοπάτησε σε ένα προστατευτικό σχοινί και πέφτοντας έσπασε το χέρι του. Σε αυτό το σημείο η αυτοκυριαρχία του Νικ ταράχτηκε κάπως. Έπρεπε να διακόψει την δράση για να πάει στο νοσοκομείο του Λας Βέγκας και να του περιποιηθούν το χέρι.
Αφού έγινε αυτό απαλλάχτηκε από τους γιατρούς που ήθελαν να τον βάλουν στο κρεβάτι και ξαναγύρισε στο Λας Βέγκας Κλαμπ όπου συνέχισε να παίζει ζάρια για πέντε ακόμη ώρες κερδίζοντας πίσω 60.000 δολάρια.( Συνήθως παίζει με πίστωση. Στο τέλος αυτής της δράσης χρωστούσε στο Κλαμπ 36.000 δολάρια ,τα οποία και πλήρωσε στον συμφωνηθέντα χρόνο). Με την ανατολή του ήλιου , κάλεσε την κοπέλα που τον οδήγησε στο Καζίνο Λαστ Φροντίερ. Στον δρόμο η κοπέλα παρατήρησε ότι φαινόταν κάπως χλωμός και τον συμβούλεψε να ξεκουραστεί.
Συμφώνησε. Αφού αυτή έφυγε κάθισε σε μια υπαίθρια καρέκλα του ξενοδοχείου για 13 λεπτά αφήνοντας να τον δει ο ήλιος που μόλις είχε ανατείλει. Νοιώθοντας πολύ ανανεωμένος , είδε την ευχάριστη όψη των πραγμάτων , κάλεσε ένα ταξί και επέστρεψε στο Φλαμίνγκο με την ελπίδα να ήταν ακόμη εκεί ο Γκας Γκρήνμπαουμ. Πράγματι ήταν. Έπαιξαν το γνήσιο αμερικάνικο παιχνίδι των ζαριών μέχρι τις 10:30 ερχόμενοι ισόπαλοι. Στις 10:45 ο Γκας άρχισε να χασμουριέται και να δυσανασχετεί επειδή ένοιωθε κουρασμένος.
Ο Νικ του πρότεινε το φάρμακο Μπέντζεντριν που φέρνει ευφορία, αλλά ο Γκρήνμπαουμ πίστευε ότι η έλλειψη ύπνου ήταν ή βάση του προβλήματος του. Μουρμουρίζοντας για την σωματική αδυναμία των ανθρώπων , ο Νικ ξαναγύρισε στο Λαστ Φροντίερ και ετοιμάστηκε να πέσει για ύπνο. Καθώς ήταν στο πόδι μόνο 24 ώρες , προσπάθησε παρόλα αυτά να κοιμηθεί καθώς τα μάτια του δεν έλεγαν να κλείσουν. " Τελικά έπρεπε να προσφύγω στη χημεία" θυμόταν με απέχθεια.
"Πήρα ένα χάπι για να τον ύπνο ώστε να μπορέσω να κοιμηθώ. Δεν μπορούσα να έχω και άλλο χρόνο σε δράση, ώστε να δημιουργήσω μία φυσική κόπωση". Όταν ο Νικ ρίχνεται στην δράση ο αέρας του είναι σαν ενός διευθυντικού στελέχους που ξεκινάει την εργασία του στο γραφείο. Μπορεί να ανταλλάξει μερικά χαριτολογήματα με τον ντήλερ αλλά ένα νεύμα συνήθως είναι αρκετό. Όταν παίρνει θέση σε ένα τραπέζι των ζαριών ή του Φάρο συνήθως μένει εκεί , αρνούμενος να διακόψει το παιχνίδι για φαγητό ή άλλες ανάγκες. Μία του πρακτική που έδωσε έξαρση στην πίστη ότι δεν έχει νεφρά.
Η ικανότητα του να αυξάνει την επαγρύπνηση του , αλλά και να στέκεται με σιγουριά στα πόδια του , συντηρούμενος μόνο με χυμό πορτοκαλιού , γάλα και με κανένα σάντουιτς με κοτόπουλο πότε πότε, καπνίζοντας πολλά πούρα για τέσσερις μέρες και νύχτες παιχνιδιού χωρίς διακοπή είναι ένα συνεχιζόμενο θαύμα για τους φίλους του. Βλέπουνε σε όλους του ανθρώπους λίγο ή πολύ να ρυθμίζονται εσωτερικά από το ίδιο βασικό κομμάτι ενός μηχανισμού.
Ο Νικ πάντως παραμένει για αυτούς ένα φαινόμενο, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία ο σφυγμός του είναι 68 , η πίεση του αίματος φυσιολογική και ο γενικός τόνος του κορμιού του ενός σαραντάρη. Αυτόν τον τόνο ο ίδιος τον αποδίδει στην νοητική ηρεμία και άσκηση από την οποία έχει μία πληθώρα μεγάλων μοναχικών περιπάτων μετά τα μεσάνυχτα.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΕΝΑ ΜΑΛΛΟΝ ΑΝΟΗΤΟ ΜΟΙΡΟΛΟΓΙ There's no road back to childhood, but What fool would care to go?There is no joy in playing games Whose final score we know.Nicholaos Dandolos
"Συναντούσα τον Νικ μόνο τυχαία", λέει ο Groucho Marx, ένας από τους αδελφούς Μαρξ που έπαιξαν μαζί σε πολλές πετυχημένες ταινίες του Χόλλυγουντ." Δεν ανακατεύθηκα ποτέ με τον τζόγο εκτός από το χρηματιστήριο στο οποίο έβγαινα χαμένος. Ο αδελφός μου Chico που είχε τα ίδια χούγια με τον τζόγο όπως ο Νικ, ήταν φυσιολογικό να είναι ένας από τους καλούς του φίλους. Μία μέρα ο Chico μου πρότεινε να πάμε σε έναν αγώνα μπέιζμπολ στο Σικάγο μαζί με τον Νικ.
Πίστευε ότι θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να τον γνωρίσω. Πριν το καταλάβω στοιχημάτισα με τον Νικ 100 δολ. στον αγώνα. Δεν είχα ξαναποντάρει πάνω από 5 δολάρια προηγουμένως στην ζωή μου, αλλά ο Νικ ήταν τόσο πειστικός ώστε τελικά να ποντάρω τα εκατό. Στοιχημάτισα για τους Chicago Cubs, ο Νικ για τους Dodgers. Το παιχνίδι είχε σχεδόν τελειώσει και η ομάδα μου ήταν μπροστά ,αλλά υπήρχαν κάποιες τεχνικές διαφορές που έπρεπε να λύσουν οι διαιτητές σύμφωνα με τους κανονισμούς. Μία μικρή αναταραχή επακολούθησε και οι διαιτητές κατοχύρωσαν το παιχνίδι στους Dodgers. Πλησίασα τον Νικ και του πρόσφερα τα 100 δολάρια.
Αρνήθηκε τα χρήματα λέγοντας ότι η ομάδα μου έχασε από κάποιες τεχνικές παρεμβάσεις και ότι στην ουσία κέρδισα. Δεν είχα σκοπό να τον αφήσω να με παρασύρει η ευγένεια του και επέμενα να πάρει τα λεφτά. Αυτός όμως αρνιόταν κατηγορηματικά. Αυτά ήταν όλα όσα έζησα με τον Νικ αλλά ήταν ενδεικτικά το τι είδους ανθρώπου ήταν ο Νικ. Ήταν από σπάνια ράτσα, ένας τζέντλεμαν και τζογαδόρος, αλλά όπως παρατηρήσατε έβαλα το τζέντλεμαν πρώτο.
Αυτός ήταν τρόπος που ήταν σε όλη του τη ζωή. Κέρδισε εκατομμύρια και έχασε εκατομμύρια , αλλά ποτέ δεν παρέκκλινε από τον κώδικα του ήθους. Ήταν στα αλήθεια ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές, δυστυχώς όμως τον γνώρισα μόνο σε εκείνο τον αγώνα μπέιζμπολ στο Σικάγο".
Ποίημα του Νικ με τον τίτλο AMBITION I was born with a caul, And they told me: 'You Will have second sight!' But that wasn't trueI can never guess What tomorrow brings. I don't hear the song That the mermaid sings_I don't care. For I find Its enough for meJoust once in a while To believe I see Past the dealers guard ... That Next Card
" Η μόνη διαφορά μεταξύ ενός κερδισμένου και ενός χαμένου" είπε ο Νικ δε Γκρηκ "είναι ο χαρακτήρας. Φυσικά αυτή είναι και η μόνη διαφορά που πραγματικά μπορείς να βρεις μεταξύ των ανθρώπων ούτως ή αλλιώς. Αλλά αυτό που ο άνθρωπος είναι πραγματικά, και αυτό το οποίο σκέφτεται για τον εαυτό του, φαίνεται να βγαίνει προς τα έξω πιο γρήγορα στο τραπέζι του τζόγου από ότι οπουδήποτε αλλού.
Ακόμη και εάν έχει ένα μεγάλο ποσό με μάρκες μπροστά του, μπορείς να διακρίνεις έναν ανήκει στους χαμένους από την στιγμή που θα τον δεις και θα τον ακούσεις. Και μπορείς να προβλέψεις σχεδόν οτιδήποτε θα κάνει μέχρι την στιγμή που θα βγει έξω από την πόρτα με άδειες τσέπες".
Καθώς ο Νικ περίμενε να ανοίξει το παιχνίδι Φάρο στο καζίνο Στάρνταστ συνέχισε "Κατά κάποιο τρόπο είναι δυστύχημα το ότι πρέπει να παίζουμε με λεφτά για να κάνουμε αυτά τα παιχνίδια πιο ενδιαφέροντα. Είναι απλώς ένας τρόπος ώστε να κρατήσουμε το σκορ. Δεν είναι κάτι το αληθινό, ούτε κάτι με ενύπαρκτη αξία. Το χρήμα δεν είναι ένα αγαθό από μόνο του. Συχνά , μα πολύ συχνά, πίστεψε με, το χρήμα χρησιμοποιείται σαν δεκανίκι. Σαν ένα βάλσαμο για το πληγωμένο εγώ. Ως όπλο για ανθρώπους με κακοπροαίρετη φύση.
" Οι πιθανότητες ήταν μία στις τριάντα να ήταν το παλτό εκεί" είπε. Όταν τα νέα από αυτή την επανάκτηση κυκλοφόρησαν στο Μπρόντγουαίη, είχε πέσει μία μελαγχολία σε όλο το σινάφι των παικτών. Ακόμα και ο Νικ, που έπρεπε να δώσει τις 100.000 δολάρια στον Άρνολντ Ρόθστάιν για να πληρώσει ένα παικτικό χρέος, ένοιωσε μάλλον άσχημα για αυτό.
" Ήταν μία τρομερή ευκαιρία για αυτά τα παιδιά που δούλευαν εκεί την οποία και χάσανε " είπε. Σε άλλες περιπτώσεις άφησε 90.000 δολάρια σε ένα κοστούμι που έστειλε έξω για καθάρισμα, 40.000 δολάρια στην επάνω δεξιά τσέπη ενός γιλέκου που πήγε σε έναν ράφτη , και 80.000 δολάρια σε μία κορδέλα ενός καπέλου που άφησε σε ένα ρεστοράν. Επανέκτησε όλα αυτά τα χρήματα. "
"Από τότε που για πρώτη φορά επινοήθηκε" λέει ο Νικ, "το χρήμα έχει γίνει ένα υποκατάστατο για τα πάντα, ακόμα και για τον χαρακτήρα. Λυπάμαι που πρέπει να το χρησιμοποιούμε για τζόγο. Έχει δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από ότι τα ρολόγια".
Ο Νικ είναι ενάντια στην κατανομή της ώρας. Δεν τον ενδιαφέρει τι ώρα είναι. Τρώει όταν πεινάει και αποτραβιέται ή σηκώνεται οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας. Σπάνια κοιμάται πάνω από 4 ώρες κάθε φορά, και δεν μπορεί να λεχθεί ότι είχε μία μέρα από αυτές που ζει για το περισσότερο μέρος της ζωής του ο μέσος, συνηθισμένος άνθρωπος. Οι συνηθισμένες του μέρες έχουν διάρκεια από δύο μέχρι οχτώ μέρες.
Ένα από τα 24ωρα του Νικ μπορεί να παρατεθεί σαν ιστόρηση. Αυτή η περίοδος άρχισε στις 11 το πρωί στο Λας Βέγκας, καθώς εγέρθηκε από το κρεβάτι του, κοίταξε έξω από το παράθυρο στην κορωμένη ζέστη της ερήμου, κάλεσε την υπηρεσία δωματίου ζητώντας αρκετό χυμό πορτοκαλιού και καφέ, έκανε ένα μπάνιο, κάθισε να πιεί τον χυμό του και τον καφέ, ντύθηκε , έκανε ένα τηλεφώνημα , και έριξε μία κλεφτή ματιά στο χολ έξω από το δωμάτιο του, για να δει πόσοι πιστοί αναζητητές του ή άνθρωποι με επιχειρηματικές προτάσεις τον περίμεναν.
Ήταν μόνο ένας άντρας , ένας εφευρέτης. Ήθελε από τον Νικ να επενδύσει τριάντα εκατομμύρια δολάρια σε μία μηχανή που θα έπαυε κάθε πόλεμο καθώς θα παρέλυε τα μηχανολογικά κέντρα στα ανθρώπινα μυαλά από εδώ έως το Όμσκ της Ρωσίας. Καθώς ο Νικ μιλούσε με τον εφευρέτη , ένα όμορφο νεαρό ξανθό κορίτσι έφτασε με ένα ανοιχτό αυτοκίνητο. Ο Νικ πετάχτηκε ταχύτατα έξω μαζί της για να οδηγηθεί στο ξενοδοχείο Φλαμίνγκο. Βγήκε έξω από τα αμάξι και οδηγήθηκε στο λόμπυ του ξενοδοχείου.
Στο λόμπυ λοιπόν παρουσιάστηκε μπροστά σε μία πελώρια , με κόκκινο πρόσωπο ,γεροδεμένη γυναίκα με βαμβακερές κάλτσες που τον γράπωσε με τα δύο χέρια κοιτώντας τον επίμονα με ένα διαπεραστικό βλέμμα στα μάτια. Αυτή η γυναίκα ήταν εκπρόσωπος μίας ευαγγελικής σέκτας και περίμενε ώρες για αυτόν. Ήθελε να αρχίσει μία περιοδεία μαζί του από άκρη εις άκρη της χώρας εκφωνώντας λόγους κατά του τζόγου. Ήταν πιθανώς αυτή η γυναίκα ο λόγος που άρχισε η μέρα στραβά.
Σε κάθε περίπτωση ο Νικ έπεσε επάνω στον Γκας Γκρήνμπαουμ στο Φλαμίνγκο καζίνο.Ο κύριος Γκρήνμπαουμ δεν είναι μόνο ιδιοκτήτης ενός μέρους αυτού του συγκροτήματος αλλά και ένας από τους λίγους εναπομείναντες υψηλής κλάσης μεγαλοτζογαδόρους της χρυσής εποχής του τζόγου που τελείωσε με το μεγάλο κραχ το 1929.
Ο Νικ και ο Γκας άρχισαν να παίζουν το παλιό τουρκικό παιχνίδι γνωστό ως μπαρμπούτι. Στις 9 το βράδυ ο Νικ έχασε 112.000 δολάρια και έπρεπε να παλέψει με ένα πλήθος ενοχλητικών θεατών ώστε να συνεχίσει το παιχνίδι με κάποια ευρυχωρία γύρω του. Το παιχνίδι διεκόπη. Καθώς περίμενε το ξανθό κορίτσι να καταφθάσει με το ανοιχτό αυτοκίνητο, έλαβε ένα τηλεφώνημα από το Τέξας. Ήταν από τον Μπλόντυ Χάλλ, έναν φίλο από τις επιχειρήσεις πετρελαίου.
Ο Χάλλ του είπε ότι ήταν αισθητά ανήσυχος. Ζήτησε από τον Νικ να του στείλει ένα μικροποσό των 10,000δολ. " Βρίσκομαι σε δράση " του διαμαρτυρήθηκε ο Νικ ψηλαφώντας τις τσέπες του. " Είμαι ταπί " Ο Χάλλ του προτείνει να το παίξουν κορώνα γράμματα και διαλέγει κορώνα. Ο Νικ ρίχνει το νόμισμα και του λέει "κέρδισες , θα σου στείλω ένα τσεκ, εντάξει Μπλόντυ ήταν ωραία που μίλησα μαζί σου".
Μετά από μερικά λεπτά ήρθε η ξανθιά και τον οδήγησε με το αυτοκίνητο στο κέντρο της πόλης στο Λας Βέγκας Κλαμπ. Στο δρόμο έφαγε ένα σάντουιτς με κοτόπουλο και ήπιε καφέ. Στο κλαμπ αυτό έχασε άλλες 96 χιλ. δολάρια στο τακτικό παιχνίδι ζαριών που διεξαγόταν κάθε βράδυ και καθώς έκανε προς τα πίσω για να πάρει μία ανάσα στραβοπάτησε σε ένα προστατευτικό σχοινί και πέφτοντας έσπασε το χέρι του. Σε αυτό το σημείο η αυτοκυριαρχία του Νικ ταράχτηκε κάπως. Έπρεπε να διακόψει την δράση για να πάει στο νοσοκομείο του Λας Βέγκας και να του περιποιηθούν το χέρι.
Αφού έγινε αυτό απαλλάχτηκε από τους γιατρούς που ήθελαν να τον βάλουν στο κρεβάτι και ξαναγύρισε στο Λας Βέγκας Κλαμπ όπου συνέχισε να παίζει ζάρια για πέντε ακόμη ώρες κερδίζοντας πίσω 60.000 δολάρια.( Συνήθως παίζει με πίστωση. Στο τέλος αυτής της δράσης χρωστούσε στο Κλαμπ 36.000 δολάρια ,τα οποία και πλήρωσε στον συμφωνηθέντα χρόνο). Με την ανατολή του ήλιου , κάλεσε την κοπέλα που τον οδήγησε στο Καζίνο Λαστ Φροντίερ. Στον δρόμο η κοπέλα παρατήρησε ότι φαινόταν κάπως χλωμός και τον συμβούλεψε να ξεκουραστεί.
Συμφώνησε. Αφού αυτή έφυγε κάθισε σε μια υπαίθρια καρέκλα του ξενοδοχείου για 13 λεπτά αφήνοντας να τον δει ο ήλιος που μόλις είχε ανατείλει. Νοιώθοντας πολύ ανανεωμένος , είδε την ευχάριστη όψη των πραγμάτων , κάλεσε ένα ταξί και επέστρεψε στο Φλαμίνγκο με την ελπίδα να ήταν ακόμη εκεί ο Γκας Γκρήνμπαουμ. Πράγματι ήταν. Έπαιξαν το γνήσιο αμερικάνικο παιχνίδι των ζαριών μέχρι τις 10:30 ερχόμενοι ισόπαλοι. Στις 10:45 ο Γκας άρχισε να χασμουριέται και να δυσανασχετεί επειδή ένοιωθε κουρασμένος.
Ο Νικ του πρότεινε το φάρμακο Μπέντζεντριν που φέρνει ευφορία, αλλά ο Γκρήνμπαουμ πίστευε ότι η έλλειψη ύπνου ήταν ή βάση του προβλήματος του. Μουρμουρίζοντας για την σωματική αδυναμία των ανθρώπων , ο Νικ ξαναγύρισε στο Λαστ Φροντίερ και ετοιμάστηκε να πέσει για ύπνο. Καθώς ήταν στο πόδι μόνο 24 ώρες , προσπάθησε παρόλα αυτά να κοιμηθεί καθώς τα μάτια του δεν έλεγαν να κλείσουν. " Τελικά έπρεπε να προσφύγω στη χημεία" θυμόταν με απέχθεια.
"Πήρα ένα χάπι για να τον ύπνο ώστε να μπορέσω να κοιμηθώ. Δεν μπορούσα να έχω και άλλο χρόνο σε δράση, ώστε να δημιουργήσω μία φυσική κόπωση". Όταν ο Νικ ρίχνεται στην δράση ο αέρας του είναι σαν ενός διευθυντικού στελέχους που ξεκινάει την εργασία του στο γραφείο. Μπορεί να ανταλλάξει μερικά χαριτολογήματα με τον ντήλερ αλλά ένα νεύμα συνήθως είναι αρκετό. Όταν παίρνει θέση σε ένα τραπέζι των ζαριών ή του Φάρο συνήθως μένει εκεί , αρνούμενος να διακόψει το παιχνίδι για φαγητό ή άλλες ανάγκες. Μία του πρακτική που έδωσε έξαρση στην πίστη ότι δεν έχει νεφρά.
Η ικανότητα του να αυξάνει την επαγρύπνηση του , αλλά και να στέκεται με σιγουριά στα πόδια του , συντηρούμενος μόνο με χυμό πορτοκαλιού , γάλα και με κανένα σάντουιτς με κοτόπουλο πότε πότε, καπνίζοντας πολλά πούρα για τέσσερις μέρες και νύχτες παιχνιδιού χωρίς διακοπή είναι ένα συνεχιζόμενο θαύμα για τους φίλους του. Βλέπουνε σε όλους του ανθρώπους λίγο ή πολύ να ρυθμίζονται εσωτερικά από το ίδιο βασικό κομμάτι ενός μηχανισμού.
Ο Νικ πάντως παραμένει για αυτούς ένα φαινόμενο, ακόμη και σε μεγάλη ηλικία ο σφυγμός του είναι 68 , η πίεση του αίματος φυσιολογική και ο γενικός τόνος του κορμιού του ενός σαραντάρη. Αυτόν τον τόνο ο ίδιος τον αποδίδει στην νοητική ηρεμία και άσκηση από την οποία έχει μία πληθώρα μεγάλων μοναχικών περιπάτων μετά τα μεσάνυχτα.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΕΝΑ ΜΑΛΛΟΝ ΑΝΟΗΤΟ ΜΟΙΡΟΛΟΓΙ There's no road back to childhood, but What fool would care to go?There is no joy in playing games Whose final score we know.Nicholaos Dandolos
"Συναντούσα τον Νικ μόνο τυχαία", λέει ο Groucho Marx, ένας από τους αδελφούς Μαρξ που έπαιξαν μαζί σε πολλές πετυχημένες ταινίες του Χόλλυγουντ." Δεν ανακατεύθηκα ποτέ με τον τζόγο εκτός από το χρηματιστήριο στο οποίο έβγαινα χαμένος. Ο αδελφός μου Chico που είχε τα ίδια χούγια με τον τζόγο όπως ο Νικ, ήταν φυσιολογικό να είναι ένας από τους καλούς του φίλους. Μία μέρα ο Chico μου πρότεινε να πάμε σε έναν αγώνα μπέιζμπολ στο Σικάγο μαζί με τον Νικ.
Πίστευε ότι θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να τον γνωρίσω. Πριν το καταλάβω στοιχημάτισα με τον Νικ 100 δολ. στον αγώνα. Δεν είχα ξαναποντάρει πάνω από 5 δολάρια προηγουμένως στην ζωή μου, αλλά ο Νικ ήταν τόσο πειστικός ώστε τελικά να ποντάρω τα εκατό. Στοιχημάτισα για τους Chicago Cubs, ο Νικ για τους Dodgers. Το παιχνίδι είχε σχεδόν τελειώσει και η ομάδα μου ήταν μπροστά ,αλλά υπήρχαν κάποιες τεχνικές διαφορές που έπρεπε να λύσουν οι διαιτητές σύμφωνα με τους κανονισμούς. Μία μικρή αναταραχή επακολούθησε και οι διαιτητές κατοχύρωσαν το παιχνίδι στους Dodgers. Πλησίασα τον Νικ και του πρόσφερα τα 100 δολάρια.
Αρνήθηκε τα χρήματα λέγοντας ότι η ομάδα μου έχασε από κάποιες τεχνικές παρεμβάσεις και ότι στην ουσία κέρδισα. Δεν είχα σκοπό να τον αφήσω να με παρασύρει η ευγένεια του και επέμενα να πάρει τα λεφτά. Αυτός όμως αρνιόταν κατηγορηματικά. Αυτά ήταν όλα όσα έζησα με τον Νικ αλλά ήταν ενδεικτικά το τι είδους ανθρώπου ήταν ο Νικ. Ήταν από σπάνια ράτσα, ένας τζέντλεμαν και τζογαδόρος, αλλά όπως παρατηρήσατε έβαλα το τζέντλεμαν πρώτο.
Αυτός ήταν τρόπος που ήταν σε όλη του τη ζωή. Κέρδισε εκατομμύρια και έχασε εκατομμύρια , αλλά ποτέ δεν παρέκκλινε από τον κώδικα του ήθους. Ήταν στα αλήθεια ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές, δυστυχώς όμως τον γνώρισα μόνο σε εκείνο τον αγώνα μπέιζμπολ στο Σικάγο".
Ποίημα του Νικ με τον τίτλο AMBITION I was born with a caul, And they told me: 'You Will have second sight!' But that wasn't trueI can never guess What tomorrow brings. I don't hear the song That the mermaid sings_I don't care. For I find Its enough for meJoust once in a while To believe I see Past the dealers guard ... That Next Card
" Η μόνη διαφορά μεταξύ ενός κερδισμένου και ενός χαμένου" είπε ο Νικ δε Γκρηκ "είναι ο χαρακτήρας. Φυσικά αυτή είναι και η μόνη διαφορά που πραγματικά μπορείς να βρεις μεταξύ των ανθρώπων ούτως ή αλλιώς. Αλλά αυτό που ο άνθρωπος είναι πραγματικά, και αυτό το οποίο σκέφτεται για τον εαυτό του, φαίνεται να βγαίνει προς τα έξω πιο γρήγορα στο τραπέζι του τζόγου από ότι οπουδήποτε αλλού.
Ακόμη και εάν έχει ένα μεγάλο ποσό με μάρκες μπροστά του, μπορείς να διακρίνεις έναν ανήκει στους χαμένους από την στιγμή που θα τον δεις και θα τον ακούσεις. Και μπορείς να προβλέψεις σχεδόν οτιδήποτε θα κάνει μέχρι την στιγμή που θα βγει έξω από την πόρτα με άδειες τσέπες".
Καθώς ο Νικ περίμενε να ανοίξει το παιχνίδι Φάρο στο καζίνο Στάρνταστ συνέχισε "Κατά κάποιο τρόπο είναι δυστύχημα το ότι πρέπει να παίζουμε με λεφτά για να κάνουμε αυτά τα παιχνίδια πιο ενδιαφέροντα. Είναι απλώς ένας τρόπος ώστε να κρατήσουμε το σκορ. Δεν είναι κάτι το αληθινό, ούτε κάτι με ενύπαρκτη αξία. Το χρήμα δεν είναι ένα αγαθό από μόνο του. Συχνά , μα πολύ συχνά, πίστεψε με, το χρήμα χρησιμοποιείται σαν δεκανίκι. Σαν ένα βάλσαμο για το πληγωμένο εγώ. Ως όπλο για ανθρώπους με κακοπροαίρετη φύση.
Η απαθεια του Nick the greek για τα χρηματα και η λατρεια του για το παιχνιδι!...2
Ένα υποκατάστατο για τον χαρακτήρα στο άτομο. Αυτό είναι κρίμα όπως είπα. Και ακόμη περισσότερο επειδή οδηγεί σε μία παραπλανητική γραμμή όσον αφορά τις σκέψεις για τα χρήματα. Και το χειρότερο από όλα ενθαρρύνει τους κουτούς και τους αμαθείς να κοιτάζουν πάνω στο χρήμα σαν αυτό να είναι το τέλος το ίδιο, που έχει σαν συνέπεια να επιτρέπουν στο χρήμα να τους ελέγχει. Τέτοιοι τρόποι ενέργειας, ακολουθούμενες μέχρι το αναπόφευκτο τους τέλος, μπορούν μόνο να έχουν σαν αποτέλεσμα τον αφανισμό του ατόμου και το φτώχεμα μίας ολόκληρης κοινωνίας. Τέτοια φιλοσοφικά συμπεράσματα που βγαίνουν από την εξέταση να θεωρείται το χρήμα σαν το τέλος καθαυτό, είναι πιθανόν να έχουν και ένα άλλο παράπλευρο αποτέλεσμα που οδηγεί στο πτωχοκομείο.
Για να ασκήσει τους μπροστινούς λοβούς του εγκεφάλου του , ο Νικ παίζει για ένα καλό χρονικό διάστημα την μπάνκα στο παιχνίδι Φάρο, ένα υπερβολικά περίπλοκο παιχνίδι στο οποίο οι παίκτες ποντάρουν εναντίον της μπάνκας στο γύρισμα κάθε φύλλου. Αποφεύγει την ρουλέτα και το Μπλακτζακ επί της βάσης ότι το μαθηματικό πλεονέκτημα του καζίνο είναι πολύ μεγάλο στα παιχνίδια αυτά (δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμη το βιβλίο Beat the dealer). Όσο για τα παιχνίδια των μηχανών Σλοτς τα θεωρεί απλώς ως ένα ακόμη φόρτο στην ατελεσφορία.
"Κάθε φορά που μπαίνω σε ένα καζίνο " λέει ο Νικ " ξέρω ότι κάποια στιγμή θα ακούσω κάποιον παίκτη να δηλώνει ότι δεν θέλει να κερδίσει πολλά - μόνο μερικά εκατοδόλαρα για να καλύψει κάτι έξοδα. Δεν είναι τρομακτικό αυτό; Με μία τέτοια διάθεση, πως κάποιος άνθρωπος θα μπορούσε να έχει την οποιαδήποτε ελπίδα να κερδίσει παραπάνω από 5 δολάρια; Και μετά πάλι το ψεύτικο χιούμορ του παίκτη που διακηρύσσει ότι ήρθε μόνο και μόνο για την διασκέδαση, ότι το μόνο που θέλει είναι να ρθει στα ίσια.
Ένα παράξενο είδος σκέψης, πρέπει να παραδεχτούμε. Εξάλλου ο φτωχός μας φίλος ήταν ήδη στα λεφτά του όταν μπήκε από την πόρτα. Αν αυτό είναι όλο το οποίο θέλει ποιος ο λόγος εξαρχής να τζογάρει; Παρόλα αυτά καταλαβαίνω πολύ καλά τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι. Είναι ένα κοινό κουσούρι, και δεν εννοώ καθόλου ότι περιορίζεται μόνο σε αυτούς που έρχονται στα τραπέζια του καζίνο. Θα βρεις ανθρώπους να κάνουν ακριβώς τα ίδια , χρησιμοποιώντας σχεδόν τα ίδια λόγια ,σε κάθε ασχολία όπου καταβάλλεται προσπάθεια".
Το παιχνίδι που έλκει περισσότερο τον Νικ είναι τα ζάρια. Όταν παίρνει την θέση του για ένα βράδυ με τα ζάρια, ξεκινά με το να ρωτά ποιος είναι ο υπεύθυνος για το παιχνίδι, ώστε να αυξήσει το όριο του Λας Βέγκας από τα 200 δολ. την ζαριά στα 400δολ. Εάν το καζίνο συμφωνήσει τότε ποντάρει απαραίτητα 400δολ. στην γραμμή don't pass και καλύπτει το στοίχημα ποντάροντας άλλα 400 σε πιθανότητες. Ποντάρει στην γραμμή don't pass γιατί ξέρει ότι το καζίνο έχει ένα μαθηματικό πλεονέκτημα έναντι του παίκτη 1.39 τοις εκατό.
Εάν ποντάρει όμως στην γραμμή pass το καζίνο έχει πλεονέκτημα 1.40 τοις εκατό. Δηλαδή μόλις ένα κλάσμα χωρίζει τα δύο στοιχήματα, αλλά θα ήταν αδικαιολόγητο για τον τρόπο σκέψης του Νικ να ποντάρει στην γραμμή pass. Ποντάρει και στις πιθανότητες γιατί τότε ήταν ακόμη πενήντα - πενήντα περίπου(σήμερα δεν είναι πλέον). Καθώς ζεσταίνεται στο παιχνίδι , εξετάζει προσεχτικά ένα πούρο. Το μυαλό του δεν είναι στο γρήγορο ξεσήκωμα της μπάνκας, αλλά σε μία ελκτική ισχύ σε βάθος χρόνου, και καθώς σκέφτεται το όριο των 400 δολαρίων, αφήνει να περάσει η σειρά του χωρίς να ρίξει τα ζάρια, ξεκουράζει το σαγόνι στο χέρι του και κλείνει τα μάτια καθώς κυλούν τα ζάρια, ακολουθώντας την δράση με τα αυτιά και μία έξτρα αίσθηση την οποία ισχυρίζεται ότι έχει.
"Εάν ο Νικ είχε 800 δολάρια μέσα και εγώ τα έβλεπα κάνοντας λάθος παιχνίδι, θα το καταλάβαινε ακόμη και αν ήταν στο αποχωρητήριο" λέει με μία δόση υπερβολής ένας παίκτης του παλιού καλού καιρού στο Ελ Ράντσο Βέγκας. Εάν ο Νικ κερδίζει και παίζει με τα λεφτά του καζίνο, τότε πιέζει τα όρια, αλλά εάν χάνει νωρίς τότε μπορεί να μειώσει τα στοιχήματα του μέχρι η τύχη του αλλάξει, αν και αρνείται κάθε πίστη στην τύχη. " Τα ζάρια δεν ξέρουν ποιος τα ρίχνει " λέει ο Νικ.
"Ο παίκτης που ξεκαρδίζεται στα γέλια, όταν χάνει και το τελευταίο του δολάριο, και συνεχίζει να βρίσκεται στο χώρο ώστε να ξαναγελάσει το ίδιο δυνατά όταν χάνει κάποιος άλλος.(Φυσικά ένας τέτοιος παίκτης θα πληγωθεί ο ίδιος του έτσι και αλλιώς). Ο παίκτης που φέρνει αναστάτωση στο τραπέζι του όταν εύχεται φωνάζοντας στα ζάρια ή στα χαρτιά ' Δώσε μου ένα ακόμη έξι μόνο ένα, 'είναι όλο ότι ζητάω' κάνει το ίδιο πράγμα.
Αυτός που νομίζει πως πρέπει να κάνει τον κωμικό ,ενώ τα καζίνο πληρώνουν πολλά λεφτά σε κωμικούς και άλλους για τα σόου τους, αλλά αυτός πρέπει να δώσει την δική του παράσταση. Ο παίκτης που έχει φτάσει στο κόκκινο και το δείχνει σε όλους, και πληροφορεί τον κόσμο για το πόσο κορόιδο είναι κάποιος που παίζει στο καζίνο, ενώ στο μεταξύ συνεισφέρει όλα του λεφτά στο ταμείο του καζίνου. Αυτός που δεν μπορεί να κλείσει το στόμα του για το τι ιδιοφυία είναι ενόσω κερδίζει. Θέλει να πει σε όλους στο τραπέζι πώς να παίζουν, και θέλει να πει στους υπεύθυνους του καζίνο πόσο έξυπνος είναι που τους νικά (Κάποιοι αυτού του είδους δεν μπορούν να σωπάσουν ακόμη και αν τα έχουν χάσει όλα).
Όλοι αυτοί οι απαράδεκτοι άνθρωποι δεν βαραίνουν μόνο σαλόνια των παιχνιδιών. Κοιτάξετε γύρω σας ,καθημερινά. Όλοι τους είναι παρόν, κάνοντας ακριβώς τα ίδια σε ελαφρά διαφορετική μορφή, σε κάθε στρώμα της κοινωνίας και σε κάθε τμήμα της ανθρώπινης δραστηριότητας . Όλοι τους μοιράζονται έναν κοινό σκοπό και έχουν ένα κοινό ελάττωμα. Πιστεύουν ότι το χρήμα είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα όργανο μέτρησης του σκορ. Και δίνουν στον εαυτό τους δικαιολογίες ώστε να το χάσουν. Φυσικά οι χαμένοι στον τζόγο θα είναι πάντοτε η πλειοψηφία, είναι η πλειοψηφία παντού.
Πάντως, όπως στις επιχειρήσεις ή στις προσωπικές σχέσεις ή σε οτιδήποτε άλλο, το γεγονός ότι οι πιθανότητες είναι εναντίον τους σε ότι και αν κάνουν , έχει να κάνει λίγο έως καθόλου για τον λόγο που τους κάνει να είναι οι χαμένοι. Το σημαντικό είναι το εξής: Το καζίνο δεν κερδίζει τον παίκτη, περισσότερο του δίνει την δυνατότητα να νικήσει τον εαυτό του ο ίδιος.
Οι νικητές είναι σε έναν εντελώς διαφορετικό συλλογισμό. Δεν δίνουν στον εαυτό τους δικαιολογίες. Όταν δεις κάποιον να μπαίνει στο καζίνο με έναν αέρα μετρημένης αυτοπεποίθησης, να αγοράζει έναν συγκεκριμένο αριθμό μαρκών-χωρίς να ρωτήσει αν θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει ένα τσεκ αργότερα εάν παραστεί η ανάγκη- προχωρήσει κατόπιν κατευθείαν σε ένα παιχνίδι και τσεκάρει την τύχη του με μικρά ποσά μέχρι να ανακαλύψει πως τα πάει, τότε πρόσεξε τον.
Μπορείς να βάλεις στοίχημα ότι θα τον παρακολουθήσουν ένας ένας οι υπεύθυνοι του καζίνο πριν τελειώσει η νύχτα. Αυτός θα παίξει τα δύο τρία παιχνίδια στα οποία οι πιθανότητες εναντίον του είναι οι μικρότερες, και θα ποντάρει σε εκείνα τα κομμάτια του παιχνιδιού όπου χρειάζεται περισσότερο νοημοσύνη. Δεν θα δείξει καμία βιασύνη , γιατί δεν θα μαντεύει. Θα ξέρει το παιχνίδι και πως παίζεται πριν ρισκάρει την πρώτη του μάρκα. Και εάν κερδίσει θα μεγαλώσει το στοίχημα του ,αξιοποιώντας στο έπακρο την τύχη του. Και εάν χάνει θα παίξει συντηρητικά αποφεύγοντας το λούκι. Εάν χάσει τα λεφτά με το οποία μπήκε στο παιχνίδι θα φύγει.
Αλλά για όσο κερδίζει, πρέπει να κλείσεις το τραπέζι ή να βάλεις φωτιά στο καζίνο για να τον κάνεις να φύγει. Αφήνει την τύχη του να τον διώξει, ποτέ δεν διώχνει την τύχη του. Φυσικά αυτός ο παίχτης έχει πολύ λίγο χρόνο για ψιλή ή πολύ κουβέντα, ή κωμωδία ή κραυγές θριάμβου ή κλάματα ή οποιουσδήποτε περισπασμούς που δεν σε αφήνουν να συγκεντρωθείς στο παιχνίδι. Τα ποτά που του προσφέρονται τα αγνοεί εκτός αν πάρει μόνο ένα μερικά λεπτά πριν είναι έτοιμος να φύγει ή να πάρει κάποια αναπνοή.
Το φαγητό απορρίπτεται επίσης. Το πολύ φαί είναι υπναγωγό και το τελευταίο πράγμα που θέλει ένας που κερδίζει είναι η υπνηλία. Δύο ώρες διαρκούς παιχνιδιού σε οποιοδήποτε τραπέζι είναι αρκετό για να σκοτώσει την αυτοσυγκέντρωση. Έχεις πολύ χρόνο να φας και να πιεις αφού τελειώσεις ,πληρώνοντας με τα λεφτά που κέρδισες από το καζίνο.
Ο Νικ θεωρεί το όριο των 400 δολ. στα ζάρια σαν ένα προοίμιο για δράση φυσικά. Καθώς παίζει κάποιοι άνθρωποι των πετρελαίων ή επαγγελματίες παίκτες που παίζουν μεγάλα ποσά , κάνουν εξωτερικά στοιχήματα με τον Νικ ,που μερικές φορές φτάνουν σε ενδιαφέροντα νούμερα όπως ένα στοίχημα 5.000 δολαρίων στην γραμμή pass εμφανίζεται κάθε τόσο. Κάποια από αυτά τα παιχνίδια τα τόσο συναρπαστικά στους θεατές οι οποίοι μόνο παρακολουθούν και γίνονται ενοχλητικοί στο τέλος, προσθέτουν κάτι στην φήμη του Νικ αλλά και στην αμηχανία του.
Παρόλο που του αρέσουν τα ζάρια, η ιδιοφυία του Νικ βρίσκεται στα χαρτιά. Είναι πιθανώς ο μεγαλύτερος παίκτης του σταντ πόκερ (το δημοφιλέστερο παιχνίδι μέχρι τέλη της δεκαετίας του 1950) που έχει ζήσει ποτέ. Το 1954 καταγράφτηκε ότι έχει κερδίσει 6,4 εκατομμύρια καθαρά μόνο από το σταντ πόκερ. Το παιχνίδι αυτό είναι ένα σχετικά ανοικτό παιχνίδι καθώς μία κάρτα μοιράζεται κλειστή και οι άλλες τέσσερις ανοιχτές. Ο κάθε παίκτης στέκεται γυμνός απέναντι στον άλλο κάνοντας την άσκηση του θάρρους, της ευφυΐας και της διαίσθησης να μετράει πάρα πολύ, αντίθετα από τα περισσότερα άλλα παιχνίδια όπου η δράση είναι μηχανική και τα στοιχήματα εναντίον του καζίνου.
Ο Νικ διακρίνεται τόσο πολύ στο σταντ πόκερ γιατί μπορεί θαυμάσια να μαντέψει τα χαρτιά των αντιπάλων του με μία γρήγορη ματιά γύρω του, επειδή μπορεί να διαβάσει την αυτοπεποίθηση, την αμφιβολία ή τον φόβο στο τρεμοπαίξιμο των βλεφάρων ενός μπλοφατζή και επειδή όντως πραγματικά δεν φοβάται να ακολουθήσει ένα του προαίσθημα ρισκάροντας μέχρι και την τελευταία του δεκάρα.
"Κάθε φορά που πηγαίνανε τέσσερις ή πέντε παίκτες ένα κόλπο μέχρι το τέλος ο Νικ δε Γκρηκ ήταν φαβορί οκτώ προς πέντε να κερδίσει, τόσο καλός ήταν (αναφερόταν τότε στο limit poker το οποίο έπαιζε ο Νικ μερικούς μήνες, όπου και τα showdown είναι με περισσότερους παίκτες)", έλεγε ο Hubert Cokes το 1921 την περίοδο της μεγάλης ακμής του Νικ. Ο Cokes ήταν τζογαδόρος ο ίδιος ,κυρίως στο μπιλιάρδο, και στενός φίλος του μεγαλοτζογαδόρου Titanic Thompson .
Ο τελευταίος γνωρίστηκε την περίοδο αυτή με τον Νικ και παίζαν για πολλούς μήνες στα ίδια μεγάλα παιχνίδια. Μια βραδυά που ο Νικ είχε χάσει πενήντα χιλιάδες δολάρια τον είδαν να χορεύει χαρούμενος με μία κοπέλα σε ένα αριστοκρατικό κλαμπ. "Μα έχασες 50χιλ. πριν από λίγο, πως μπορείς και διασκεδάζεις σαν να μην συνέβη τίποτα " του λέγαν. " Το επόμενο καλύτερο πράγμα από το να παίζεις και να κερδίζεις είναι το να παίζεις και να χάνεις. Αυτό που μετράει είναι να παίζεις" απάντησε σε κάποιον ο Νικ.
Όταν ο Νικ δεν έχει φύλλο καλύτερο από δεκάρι να φαίνεται στο τραπέζι, και υπάρχει μόνο ένας αντίπαλος να μένει στο κόλπο και αυτός ο αντίπαλος έχει έναν παπά σαν καλύτερο φύλλο να φαίνεται και έχει μόλις αντιποντάρει 50.000 δολ στο ποντάρισμα του Νικ επειδή θεωρεί ότι έχει δυνατό φύλλο - αυτή είναι η στιγμή της καθαρής απόλαυσης για τον Νικ.
Είναι η στιγμή που διαχωρίζει τον άνδρα που νοιάζεται για το παιχνίδι, και είναι για αυτό το λόγο τζογαδόρος, από τον άνδρα που νοιάζεται για τα λεφτά, και είναι για αυτό τον λόγο μη τζογαδόρος. Η τόλμη , η μνήμη, και η κρίση καλούνται ολάκερες με όλη τους την δύναμη σε δράση!
Για να ασκήσει τους μπροστινούς λοβούς του εγκεφάλου του , ο Νικ παίζει για ένα καλό χρονικό διάστημα την μπάνκα στο παιχνίδι Φάρο, ένα υπερβολικά περίπλοκο παιχνίδι στο οποίο οι παίκτες ποντάρουν εναντίον της μπάνκας στο γύρισμα κάθε φύλλου. Αποφεύγει την ρουλέτα και το Μπλακτζακ επί της βάσης ότι το μαθηματικό πλεονέκτημα του καζίνο είναι πολύ μεγάλο στα παιχνίδια αυτά (δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμη το βιβλίο Beat the dealer). Όσο για τα παιχνίδια των μηχανών Σλοτς τα θεωρεί απλώς ως ένα ακόμη φόρτο στην ατελεσφορία.
"Κάθε φορά που μπαίνω σε ένα καζίνο " λέει ο Νικ " ξέρω ότι κάποια στιγμή θα ακούσω κάποιον παίκτη να δηλώνει ότι δεν θέλει να κερδίσει πολλά - μόνο μερικά εκατοδόλαρα για να καλύψει κάτι έξοδα. Δεν είναι τρομακτικό αυτό; Με μία τέτοια διάθεση, πως κάποιος άνθρωπος θα μπορούσε να έχει την οποιαδήποτε ελπίδα να κερδίσει παραπάνω από 5 δολάρια; Και μετά πάλι το ψεύτικο χιούμορ του παίκτη που διακηρύσσει ότι ήρθε μόνο και μόνο για την διασκέδαση, ότι το μόνο που θέλει είναι να ρθει στα ίσια.
Ένα παράξενο είδος σκέψης, πρέπει να παραδεχτούμε. Εξάλλου ο φτωχός μας φίλος ήταν ήδη στα λεφτά του όταν μπήκε από την πόρτα. Αν αυτό είναι όλο το οποίο θέλει ποιος ο λόγος εξαρχής να τζογάρει; Παρόλα αυτά καταλαβαίνω πολύ καλά τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι. Είναι ένα κοινό κουσούρι, και δεν εννοώ καθόλου ότι περιορίζεται μόνο σε αυτούς που έρχονται στα τραπέζια του καζίνο. Θα βρεις ανθρώπους να κάνουν ακριβώς τα ίδια , χρησιμοποιώντας σχεδόν τα ίδια λόγια ,σε κάθε ασχολία όπου καταβάλλεται προσπάθεια".
Το παιχνίδι που έλκει περισσότερο τον Νικ είναι τα ζάρια. Όταν παίρνει την θέση του για ένα βράδυ με τα ζάρια, ξεκινά με το να ρωτά ποιος είναι ο υπεύθυνος για το παιχνίδι, ώστε να αυξήσει το όριο του Λας Βέγκας από τα 200 δολ. την ζαριά στα 400δολ. Εάν το καζίνο συμφωνήσει τότε ποντάρει απαραίτητα 400δολ. στην γραμμή don't pass και καλύπτει το στοίχημα ποντάροντας άλλα 400 σε πιθανότητες. Ποντάρει στην γραμμή don't pass γιατί ξέρει ότι το καζίνο έχει ένα μαθηματικό πλεονέκτημα έναντι του παίκτη 1.39 τοις εκατό.
Εάν ποντάρει όμως στην γραμμή pass το καζίνο έχει πλεονέκτημα 1.40 τοις εκατό. Δηλαδή μόλις ένα κλάσμα χωρίζει τα δύο στοιχήματα, αλλά θα ήταν αδικαιολόγητο για τον τρόπο σκέψης του Νικ να ποντάρει στην γραμμή pass. Ποντάρει και στις πιθανότητες γιατί τότε ήταν ακόμη πενήντα - πενήντα περίπου(σήμερα δεν είναι πλέον). Καθώς ζεσταίνεται στο παιχνίδι , εξετάζει προσεχτικά ένα πούρο. Το μυαλό του δεν είναι στο γρήγορο ξεσήκωμα της μπάνκας, αλλά σε μία ελκτική ισχύ σε βάθος χρόνου, και καθώς σκέφτεται το όριο των 400 δολαρίων, αφήνει να περάσει η σειρά του χωρίς να ρίξει τα ζάρια, ξεκουράζει το σαγόνι στο χέρι του και κλείνει τα μάτια καθώς κυλούν τα ζάρια, ακολουθώντας την δράση με τα αυτιά και μία έξτρα αίσθηση την οποία ισχυρίζεται ότι έχει.
"Εάν ο Νικ είχε 800 δολάρια μέσα και εγώ τα έβλεπα κάνοντας λάθος παιχνίδι, θα το καταλάβαινε ακόμη και αν ήταν στο αποχωρητήριο" λέει με μία δόση υπερβολής ένας παίκτης του παλιού καλού καιρού στο Ελ Ράντσο Βέγκας. Εάν ο Νικ κερδίζει και παίζει με τα λεφτά του καζίνο, τότε πιέζει τα όρια, αλλά εάν χάνει νωρίς τότε μπορεί να μειώσει τα στοιχήματα του μέχρι η τύχη του αλλάξει, αν και αρνείται κάθε πίστη στην τύχη. " Τα ζάρια δεν ξέρουν ποιος τα ρίχνει " λέει ο Νικ.
"Ο παίκτης που ξεκαρδίζεται στα γέλια, όταν χάνει και το τελευταίο του δολάριο, και συνεχίζει να βρίσκεται στο χώρο ώστε να ξαναγελάσει το ίδιο δυνατά όταν χάνει κάποιος άλλος.(Φυσικά ένας τέτοιος παίκτης θα πληγωθεί ο ίδιος του έτσι και αλλιώς). Ο παίκτης που φέρνει αναστάτωση στο τραπέζι του όταν εύχεται φωνάζοντας στα ζάρια ή στα χαρτιά ' Δώσε μου ένα ακόμη έξι μόνο ένα, 'είναι όλο ότι ζητάω' κάνει το ίδιο πράγμα.
Αυτός που νομίζει πως πρέπει να κάνει τον κωμικό ,ενώ τα καζίνο πληρώνουν πολλά λεφτά σε κωμικούς και άλλους για τα σόου τους, αλλά αυτός πρέπει να δώσει την δική του παράσταση. Ο παίκτης που έχει φτάσει στο κόκκινο και το δείχνει σε όλους, και πληροφορεί τον κόσμο για το πόσο κορόιδο είναι κάποιος που παίζει στο καζίνο, ενώ στο μεταξύ συνεισφέρει όλα του λεφτά στο ταμείο του καζίνου. Αυτός που δεν μπορεί να κλείσει το στόμα του για το τι ιδιοφυία είναι ενόσω κερδίζει. Θέλει να πει σε όλους στο τραπέζι πώς να παίζουν, και θέλει να πει στους υπεύθυνους του καζίνο πόσο έξυπνος είναι που τους νικά (Κάποιοι αυτού του είδους δεν μπορούν να σωπάσουν ακόμη και αν τα έχουν χάσει όλα).
Όλοι αυτοί οι απαράδεκτοι άνθρωποι δεν βαραίνουν μόνο σαλόνια των παιχνιδιών. Κοιτάξετε γύρω σας ,καθημερινά. Όλοι τους είναι παρόν, κάνοντας ακριβώς τα ίδια σε ελαφρά διαφορετική μορφή, σε κάθε στρώμα της κοινωνίας και σε κάθε τμήμα της ανθρώπινης δραστηριότητας . Όλοι τους μοιράζονται έναν κοινό σκοπό και έχουν ένα κοινό ελάττωμα. Πιστεύουν ότι το χρήμα είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα όργανο μέτρησης του σκορ. Και δίνουν στον εαυτό τους δικαιολογίες ώστε να το χάσουν. Φυσικά οι χαμένοι στον τζόγο θα είναι πάντοτε η πλειοψηφία, είναι η πλειοψηφία παντού.
Πάντως, όπως στις επιχειρήσεις ή στις προσωπικές σχέσεις ή σε οτιδήποτε άλλο, το γεγονός ότι οι πιθανότητες είναι εναντίον τους σε ότι και αν κάνουν , έχει να κάνει λίγο έως καθόλου για τον λόγο που τους κάνει να είναι οι χαμένοι. Το σημαντικό είναι το εξής: Το καζίνο δεν κερδίζει τον παίκτη, περισσότερο του δίνει την δυνατότητα να νικήσει τον εαυτό του ο ίδιος.
Οι νικητές είναι σε έναν εντελώς διαφορετικό συλλογισμό. Δεν δίνουν στον εαυτό τους δικαιολογίες. Όταν δεις κάποιον να μπαίνει στο καζίνο με έναν αέρα μετρημένης αυτοπεποίθησης, να αγοράζει έναν συγκεκριμένο αριθμό μαρκών-χωρίς να ρωτήσει αν θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει ένα τσεκ αργότερα εάν παραστεί η ανάγκη- προχωρήσει κατόπιν κατευθείαν σε ένα παιχνίδι και τσεκάρει την τύχη του με μικρά ποσά μέχρι να ανακαλύψει πως τα πάει, τότε πρόσεξε τον.
Μπορείς να βάλεις στοίχημα ότι θα τον παρακολουθήσουν ένας ένας οι υπεύθυνοι του καζίνο πριν τελειώσει η νύχτα. Αυτός θα παίξει τα δύο τρία παιχνίδια στα οποία οι πιθανότητες εναντίον του είναι οι μικρότερες, και θα ποντάρει σε εκείνα τα κομμάτια του παιχνιδιού όπου χρειάζεται περισσότερο νοημοσύνη. Δεν θα δείξει καμία βιασύνη , γιατί δεν θα μαντεύει. Θα ξέρει το παιχνίδι και πως παίζεται πριν ρισκάρει την πρώτη του μάρκα. Και εάν κερδίσει θα μεγαλώσει το στοίχημα του ,αξιοποιώντας στο έπακρο την τύχη του. Και εάν χάνει θα παίξει συντηρητικά αποφεύγοντας το λούκι. Εάν χάσει τα λεφτά με το οποία μπήκε στο παιχνίδι θα φύγει.
Αλλά για όσο κερδίζει, πρέπει να κλείσεις το τραπέζι ή να βάλεις φωτιά στο καζίνο για να τον κάνεις να φύγει. Αφήνει την τύχη του να τον διώξει, ποτέ δεν διώχνει την τύχη του. Φυσικά αυτός ο παίχτης έχει πολύ λίγο χρόνο για ψιλή ή πολύ κουβέντα, ή κωμωδία ή κραυγές θριάμβου ή κλάματα ή οποιουσδήποτε περισπασμούς που δεν σε αφήνουν να συγκεντρωθείς στο παιχνίδι. Τα ποτά που του προσφέρονται τα αγνοεί εκτός αν πάρει μόνο ένα μερικά λεπτά πριν είναι έτοιμος να φύγει ή να πάρει κάποια αναπνοή.
Το φαγητό απορρίπτεται επίσης. Το πολύ φαί είναι υπναγωγό και το τελευταίο πράγμα που θέλει ένας που κερδίζει είναι η υπνηλία. Δύο ώρες διαρκούς παιχνιδιού σε οποιοδήποτε τραπέζι είναι αρκετό για να σκοτώσει την αυτοσυγκέντρωση. Έχεις πολύ χρόνο να φας και να πιεις αφού τελειώσεις ,πληρώνοντας με τα λεφτά που κέρδισες από το καζίνο.
Ο Νικ θεωρεί το όριο των 400 δολ. στα ζάρια σαν ένα προοίμιο για δράση φυσικά. Καθώς παίζει κάποιοι άνθρωποι των πετρελαίων ή επαγγελματίες παίκτες που παίζουν μεγάλα ποσά , κάνουν εξωτερικά στοιχήματα με τον Νικ ,που μερικές φορές φτάνουν σε ενδιαφέροντα νούμερα όπως ένα στοίχημα 5.000 δολαρίων στην γραμμή pass εμφανίζεται κάθε τόσο. Κάποια από αυτά τα παιχνίδια τα τόσο συναρπαστικά στους θεατές οι οποίοι μόνο παρακολουθούν και γίνονται ενοχλητικοί στο τέλος, προσθέτουν κάτι στην φήμη του Νικ αλλά και στην αμηχανία του.
Παρόλο που του αρέσουν τα ζάρια, η ιδιοφυία του Νικ βρίσκεται στα χαρτιά. Είναι πιθανώς ο μεγαλύτερος παίκτης του σταντ πόκερ (το δημοφιλέστερο παιχνίδι μέχρι τέλη της δεκαετίας του 1950) που έχει ζήσει ποτέ. Το 1954 καταγράφτηκε ότι έχει κερδίσει 6,4 εκατομμύρια καθαρά μόνο από το σταντ πόκερ. Το παιχνίδι αυτό είναι ένα σχετικά ανοικτό παιχνίδι καθώς μία κάρτα μοιράζεται κλειστή και οι άλλες τέσσερις ανοιχτές. Ο κάθε παίκτης στέκεται γυμνός απέναντι στον άλλο κάνοντας την άσκηση του θάρρους, της ευφυΐας και της διαίσθησης να μετράει πάρα πολύ, αντίθετα από τα περισσότερα άλλα παιχνίδια όπου η δράση είναι μηχανική και τα στοιχήματα εναντίον του καζίνου.
Ο Νικ διακρίνεται τόσο πολύ στο σταντ πόκερ γιατί μπορεί θαυμάσια να μαντέψει τα χαρτιά των αντιπάλων του με μία γρήγορη ματιά γύρω του, επειδή μπορεί να διαβάσει την αυτοπεποίθηση, την αμφιβολία ή τον φόβο στο τρεμοπαίξιμο των βλεφάρων ενός μπλοφατζή και επειδή όντως πραγματικά δεν φοβάται να ακολουθήσει ένα του προαίσθημα ρισκάροντας μέχρι και την τελευταία του δεκάρα.
"Κάθε φορά που πηγαίνανε τέσσερις ή πέντε παίκτες ένα κόλπο μέχρι το τέλος ο Νικ δε Γκρηκ ήταν φαβορί οκτώ προς πέντε να κερδίσει, τόσο καλός ήταν (αναφερόταν τότε στο limit poker το οποίο έπαιζε ο Νικ μερικούς μήνες, όπου και τα showdown είναι με περισσότερους παίκτες)", έλεγε ο Hubert Cokes το 1921 την περίοδο της μεγάλης ακμής του Νικ. Ο Cokes ήταν τζογαδόρος ο ίδιος ,κυρίως στο μπιλιάρδο, και στενός φίλος του μεγαλοτζογαδόρου Titanic Thompson .
Ο τελευταίος γνωρίστηκε την περίοδο αυτή με τον Νικ και παίζαν για πολλούς μήνες στα ίδια μεγάλα παιχνίδια. Μια βραδυά που ο Νικ είχε χάσει πενήντα χιλιάδες δολάρια τον είδαν να χορεύει χαρούμενος με μία κοπέλα σε ένα αριστοκρατικό κλαμπ. "Μα έχασες 50χιλ. πριν από λίγο, πως μπορείς και διασκεδάζεις σαν να μην συνέβη τίποτα " του λέγαν. " Το επόμενο καλύτερο πράγμα από το να παίζεις και να κερδίζεις είναι το να παίζεις και να χάνεις. Αυτό που μετράει είναι να παίζεις" απάντησε σε κάποιον ο Νικ.
Όταν ο Νικ δεν έχει φύλλο καλύτερο από δεκάρι να φαίνεται στο τραπέζι, και υπάρχει μόνο ένας αντίπαλος να μένει στο κόλπο και αυτός ο αντίπαλος έχει έναν παπά σαν καλύτερο φύλλο να φαίνεται και έχει μόλις αντιποντάρει 50.000 δολ στο ποντάρισμα του Νικ επειδή θεωρεί ότι έχει δυνατό φύλλο - αυτή είναι η στιγμή της καθαρής απόλαυσης για τον Νικ.
Είναι η στιγμή που διαχωρίζει τον άνδρα που νοιάζεται για το παιχνίδι, και είναι για αυτό το λόγο τζογαδόρος, από τον άνδρα που νοιάζεται για τα λεφτά, και είναι για αυτό τον λόγο μη τζογαδόρος. Η τόλμη , η μνήμη, και η κρίση καλούνται ολάκερες με όλη τους την δύναμη σε δράση!
Σάββατο 16 Μαΐου 2009
Nick the Greek ο φιλοσοφος τζογαδορος
Στον κόσμο του τζόγου είναι τέτοια η διασημότητα του Νικ ώστε και η παραμικρή του κίνηση μπορεί να έχει αντίκτυπο σε όλη την χώρα. Κάποια χρονιά για παράδειγμα , χόρευε με την Άβα Γκάρτνερ στο ξενοδοχείο Λαστ Φροντίερ του Λας Βέγκας. Ήταν με άψογο βραδυνό ντύσιμο εκτός από ένα καφέ άσπρο παπούτσι το οποίο αφηρημένα χωρίς να σκεφτεί παραμέλησε να αλλάξει καθώς άλλαζε για το βράδυ.
Τρεις μέρες αργότερα ένας δημοσιογράφος από την Νέα Υόρκη ο Έντ Σάλλιβαν αποκάλυψε ότι η τύχη του Νικ πάει τόσο άσχημα ώστε έβαλε ένα μαύρο και ένα άσπρο παπούτσι για να ξορκίσει το κακό. Μερικές μέρες αργότερα , οι μισοί από τους τακτικούς πελάτες στον Ιππόδρομο του Μπέλμοντ της Νέας Υόρκης εμφανίστηκαν με ένα μαύρο και ένα άσπρο παπούτσι.
"Ήταν μία εξοργιστική επίδειξη πρωτόγονης προληπτικότητας " σχολίασε ο Νικ Σαν ένας άνδρας που ξόδεψε εξήντα από τα χρόνια του προσπαθώντας στον αγώνα δρόμου της ανθρωπότητας να προηγηθεί ή να παρακολουθεί στενά την κορυφή, ρέπει στο να κοιτά πάνω στην φήμη του σαν μία μορφή προκατάληψης. Σε αυτό το θέμα πάντως έχει λάθος. Η φήμη του δεν οφείλεται μόνο στα ασύλληπτα νούμερα που τον συνοδεύουν αλλά και στην μαγνητική του προσωπικότητα.
"Όταν ο Μίστερ Νικ περπατά στο χώρο μας" λέει ένας βετεράνος διευθυντής στο Καζίνο Ντέσερτ Iν του Λας Βέγκας, " το μαγαζί ετοιμάζεται για μεγάλη δράση". "Ήταν ένας ασυνήθιστος άνθρωπος " λέει κάποιος φλορ μάνατζερ," κάπνιζε το πούρο του παίζοντας χιλιάδες δολάρια σε κάθε μπίλια στην ρουλέτα παραμένοντας πάντα ανέκφραστος είτε έχανε είτε κέρδιζε". Λίγοι , ίσως κανένας , άντρες είχαν τέτοια άγρια ποικιλία στην οικονομική τους ζωή. Κάποιους μήνες ο Νικ ήταν πλούσιος , μετά ήταν χρεοκοπημένος , θα ξαναγινόταν σίγουρα πάλι πλούσιος.
Ο ίδιος βρίσκει αυτές τις γρήγορες ανατροπές της θέσης του άκρως ενδυναμωτικές και όποια αντίθεση σε αυτές αδικαιολόγητη. " Η εξέλιξη και η διάλυση είναι ο νόμος του σύμπαντος " έλεγε. " Τα αστέρια και οι δορυφόροι τους, οι άνθρωποι και τα δεμάτια τους - έρχονται και φεύγουν. Είναι καλός ο νόμος, ανανεώνει τα πράγματα , κάνει τα πάντα νέα". "Ξέρετε όμως " προσθέτει ο Νικ απορημένος. " Έχω δει ανθρώπους να αυτοκτονούν μετά από το πρώτο κιόλας κρούσμα. Φαντάσου! Αντιδράσεις μπροστά στον νόμο του σύμπαντος. Σαν να θέτουν ευφλεκτότητα εναντίον κάθε μικρής αλλαγής ".
Διαφορετικά από τους περισσότερους που παίζουν μεγάλα ποσά παίκτες, ο Νικ οφείλει την φήμη του όχι στα μεγάλα του κέρδη, αλλά στις μεγάλες του χασούρες - ένα φυσικό φαινόμενο ίσως μιας και ανάμεναν από αυτόν να κερδίζει κάθε φορά. Το καλύτερο παράδειγμα ήταν φυσικά το μεγάλο παιχνίδι ζαριών στην Νέα Υόρκη . Ήταν ένα παιχνίδι υψηλού ρίσκου που κόστισε στον Νικ 1.6 εκατομμύρια αν και δεν φαινόταν κάτι τέτοιο στο ακτινοβόλο πρόσωπο του στην έξοδο του κτιρίου.
Κέρδιζε και λίγα φυσικά. Σε λιγότερο από μία εβδομάδα από το παιχνίδι αυτό της Νέας Υόρκης o Νικ μετέτρεψε ένα δάνειο των 20.000 δολαρίων σε 550.000 μετά από μερικές ώρες εκπληκτικού πόκερ στο Χοτ Σπρινγκς του Αρκάνσας. Εκτός μίας εξαίρεσης , αυτό το ποσό είναι το μεγαλύτερο που έχει πετύχει κάποιος σε ένα παιχνίδι πόκερ χωρίς διακοπή. Η εξαίρεση είναι ο Άρνολντ Ρόθσταιν με 750.000 δολ . κέρδος στο παιχνίδι που κέρδισε το μεγάλο ποτ των 605.000 χιλ. δολαρίων από τον Νικ κάνοντας φλος.
Φημολογείτο ότι μετά το παιχνίδι αυτό του Χοτ Σπρινγκς ο Αλ Καπόνε μαθαίνοντας τις επιτυχίες του τον κάλεσε στο Σικάγο για να παίξουν ζάρια. Ο Νικ σε κάποια φάση του παιχνιδιού κέρδισε με μία ζαριά 100.000 δολάρια με τον Αλ Καπόνε να σταματάει το παιχνίδι από το κακό του βρίζοντας επαίσχυντα στα Ιταλικά.
Στο φημισμένο παιχνίδι λοιπόν του Χοτ Σπρινγκς, ο Νικ . ένας άντρας που θεωρεί ένα φτάρνισμα μία χτυπητή έκθεση συναισθήματος στο τραπέζι του τζόγου, παίζει με μία ψυχρή αποδοτικότητα και μία απάθεια στην ήττα που τον έκαναν είδωλο. Έπαιζε με έναν Νεοϋορκέζο πολυεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη ενός δικηγορικού γραφείου , σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου με συνωστισμένους ενθουσιώδεις θεατές. Αφού συμφώνησαν ότι το παιχνίδι θα τελειώσει όταν ο ένας από τους δύο θα χάσει 20.000 δολ. , ο Νικ στρώθηκε στην δουλειά του που είναι (παρά την λεπτολογία για τον μυθιστοριογραφικό παίκτη) να πτωχαίνει τον αντίπαλο του στο έπακρο ώστε αυτός να αναγκαστεί να δανειστεί χρήματα για το τηλεφώνημα που θα κάνει για περισσότερα χρήματα.
Ο δικηγόρος κέρδισε όλα τα αρχικά ποτ. Παίρνοντας θάρρος ρωτάει με το πιο καταδεκτικό τόνο εάν ο αντίπαλος νοιάζεται να κάνει ένα μικρό έξτρα στοίχημα των 80.000 δολ, για τον τελικό νικητή. Ο Νικ δέχτηκε το στοίχημα. Καθώς ο Νικ συνέχισε να χάνει, οι θεατές που περίμεναν μέχρι να δουν κάτι σίγουρο, άρχισαν και αυτοί να προτείνουν στον Νικ έξτρα στοιχήματα. Με ευθυμία, καθώς πίστευε ότι του έκαμναν χάρη, δέχτηκε όλα τα στοιχήματα ,ένα σύνολο των 450.000δολ.
Μετά από μία ώρα και 40 λεπτά παιχνιδιού ,τα 20 χιλιάρικα του Νικ κατέβηκαν στα 3.400 δολ. και φαινόταν σίγουρο ότι θα έχανε και αυτά. Αλλά τότε το χαρτί άρχισε να έρχεται προς το μέρος του. Πιέζοντας την τύχη, ποντάροντας όλο και πιο γρήγορα και πιο πολλά , πήρε από τον καταϊδρωμένο δικηγόρο τα 37 από τα 40 κόλπα στα επόμενα 75 λεπτά, για να κερδίσει 450.000 χιλ. από τα έξτρα στοιχήματα , 100.000χιλ. από τον δικηγόρο και το παιχνίδι.
Καθώς ο Νικ ήταν έτοιμος να φύγει από το δωμάτιο, ο δικηγόρος τον κάνει μία ερώτηση που σταμάτησε κάθε ήχο και κίνηση γύρω του. " Πάντα τρέχεις να φύγεις όταν κερδίζεις;", διερευνώντας την έκφραση του Νικ. Σαν αντίδραση ο Νικ ξαναγυρνάει στο τραπέζι, ανακατεύει την τράπουλα και την αφήνει μπροστά στον δικηγόρο. " Διάλεξε ένα " του λέει, " το μεγαλύτερο φύλλο κερδίζει 550.000 δολάρια".
Περίμενε 3 λεπτά μέσα σε ουράνια σιωπή το δικηγόρο να κάνει την κίνηση του, αλλά αυτός ο κύριος φαινόταν μαρμαρωμένος. Ο κάτωχρος δικηγόρος κοιτούσε ακόμη ανήμπορος την τράπουλα καθώς ο Νικ άφηνε το δωμάτιο.
Μέσα από παιχνίδια δράσης σαν αυτό του Χοτ Σπρινγκς ο Νικ δημιούργησε ένα ρεύμα που είχε σαν φυσικό επακόλουθο να γίνει στόχος για διάφορες φήμες. Σαν παράδειγμα όλοι πιστεύουν ότι ο Νικ κέρδισε το κτίριο Woolworth (περίφημος ουρανοξύστης της Νέας Υόρκης ύψους 190 μέτρων χτισμένος το 1910 ανυπολόγιστης αξίας). Αυτό είναι ανοησία. Κάποτε κέρδισε μισό μπλοκ σε ένα από τα κεντρικά σημεία του Λος Άντζελες αλλά ποτέ δεν κέρδισε το προαναφερθέν κτίριο.
Πιστεύεται επίσης ότι κάποτε έπαιξε την μπάνκα στο παιχνίδι χαρτιών Φάρο για δέκα μέρες και νύχτες χωρίς ύπνο. Η αλήθεια είναι ότι έπαιξε Φάρο μόνο οκτώ μέρες και νύχτες χωρίς ύπνο. Ο Νικ εμφανίζεται από πολλούς ανθρώπους που δεν τον έχουν δει ποτέ σαν , μελαχρινός, με παχύ σώμα , με προεξέχων σαγόνι, θορυβώδης, άξεστα επιθετικός , που φροντίζει να έχει ειδικές καρφίτσες στα κοστούμια του ώστε να μην τσαλακώνονται οι ωμοπλάτες .
Κάποιες τοπικές αρχές πιστεύουν ότι εγκαθίσταται σε ένα πλούσια διακοσμημένο αρχοντικό στην Τουρκία, περιτριγυρισμένος από διαπεραστική μουσική , λιβάνια , πλούσιο φαγητό και χορεύτριες της κοιλιάς από την Ανατολή στις υπηρεσίες του. 'Άλλοι λένε ότι λειτουργεί επιχείρηση έξω από ένα ξενοδοχείο του Σικάγου , στο κέντρο δράσης συμμοριών από καθάρματα , κράχτες, πληρωμένους μπάτσους, και τυχοδιώχτες. Για άλλους πάλι ζει μόνος σε μία σουίτα 18 δωματίων στο Λας Βέγκας εμφανιζόμενος μόνο τα βράδια, με ψυχρά μάτια , γνωρίζοντας τα πάντα για τα τεκταινόμενα γύρω του , όντας ανάμεσα σε σωματοφύλακες.
Το μόνο πρόβλημα με όλο αυτό το δυνατό φαντασιακό ανθρώπινο πιστεύω είναι ο ίδιος ο Νικ. Στο κέντρο όλου αυτού του θορύβου και κουτσομπολιού στέκεται ένας ευαίσθητος με αρχοντικό στυλ ψηλός άντρας, με έναν εκλεπτυσμένο ως έναν βαθμό πανεπιστημιακού καθηγητή αέρα , με ουμανιστικά ένστικτα, με αιχμηρό κάποιες φορές καυστικό πνεύμα και με ένα ταλέντο για ισχυρό αντικτύπημα στις συνομιλίες του. Στο πολύβουο Λας Βέγκας ζει παρόμοια με έναν ασκητή σε ένα μικρό , μεσαία τιμής (10 δολ. την βραδιά ) δωμάτιο στο ξενοδοχείο Λαστ Φροντίερ.
Πολύ λίγα πράγματα υπάρχουν στο δωμάτιο αυτό, καθόλου βιβλία, εικόνες, συσκευές ή διάφορα διακοσμητικά. Αν αισθανθεί την ανάγκη για διάβασμα ή απόσυρση, πετιέται μέχρι το ξενοδοχείο Μπέβερλι Γουίλσαρ, στο Μπέβερλι Χιλς της Καλιφόρνια , όπου διατηρεί ένα μπαούλο γεμάτο βιβλία στο υπόγειο. Δεν το βρίσκει απαραίτητο να διατηρεί κοσμήματα, αυτοκίνητο , ρολόι, ακριβά στυλό, λογαριασμούς ή ακόμα και όπλο. " Όσο καιρό μπορώ να κοντρολάρω τα ενδιαφέροντα μου στο δικό μου το μυαλό " λέει " είμαι ευχαριστημένος".
Στο κατεργάρικο και συνήθης βίαιο ημιυπόγειο κόσμο του τζογαδόρου , σε αυτό το όχι εύκολο ζουγκλάρικο αλισβερίσι μεταξύ υπόκοσμου και του νόμου, ο Νικ είναι ένα αξεπέραστο αίνιγμα. Ποτέ δεν ληστεύθηκε ή συνελήφθη. Στον κόσμο που ανήκει, οι παίκτες πάντα ήταν θύματα ληστείας , απάτης, απαγωγής , φόνου η τραβιόντουσαν για κάτι που είχαν ή κάτι που ήξεραν. Ο Νικ πάντως κυκλοφορούσε επιφυλακτικά αλλά με ασφάλεια, ανάμεσα σε όλα τα μέτωπα, ανέγγιχτος από συμμορίες ή από την αστυνομία. Το μόνο του τράβηγμα με την αστυνομία ήταν στο Λος Άντζελες.
Του έδωσαν μία κλήση επειδή περπατούσε αφηρημένος το βράδυ στους δρόμους. Μία από τις δύο επίσημες κατηγορίες και εμπλοκή με τις αρχές δημοσιεύτηκε από την εφημερίδα New York Times την 2 Ιουνίου 1929 με τον τίτλο : Ο ΝΙΚ ΔΕ ΓΚΡΗΚ ΣΥΝΕΛΗΦΘΗ. Και συνεχίζει με υποκεφαλίδα : Τζογαδόρος πιάστηκε στο Ντητρόιτ σαν καταζητούμενος στο Σικάγο, και αφέθηκε ελεύθερος με χρηματική εγγύηση.
Και το κείμενο γράφει: ΝΤΗΤΡΟΙΤ , 1 Ιουνίου . - "Ο Νικ δε Γκρηκ" γνωστός στους υπόγειους κύκλους σαν αυτός που ρισκάρει τα μεγάλα ποσά ανάμεσα στους παίκτες, συνελήφθη εδώ σήμερα το πρωί σαν ύποπτος ότι καταζητείται από την αστυνομία του Σικάγο, και αφέθηκε ελεύθερος καταβάλλοντος χρηματική εγγύηση 2.000 δολαρίων το απόγευμα. Ο Νικ δε Γκρηκ είναι ο Νικόλαος Δάνδολος ετών 43. Συνελήφθη κατόπιν αιτήσεως της αστυνομίας του Σικάγο, με την κατηγορία ότι προώθησε ένα τσεκ χωρίς αντίκρισμα αξίας λιγότερο των 100 δολαρίων και απέφυγε την εκδίκαση στο δικαστήριο. Ο Δάνδολος είπε ότι ήταν μία περίπτωση λάθος ταυτότητας και ότι ο ένοχος ήταν άλλος.
Τον προσήγαγαν στο δικαστήριο με ένταλμα για να διαπιστωθεί η νομιμότητα της προσωποκράτησής του ,αλλά η ακρόαση αναβλήθηκε για την Δευτέρα. Ο Δάνδολος απέκτησε φήμη πριν 10 χρόνια όταν τίναξε στον αέρα μία από τις ρουλέτες του Μόντε Κάρλο. Για πολλά χρόνια ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να κερδίζει σταθερά τον Άρνολντ Ρόθσταιν, τον Νεοϋορκέζο τζογαδόρο που πυροβολήθηκε θανάσιμα πριν 6 μήνες".
Το φιλοσοφικό δίπλωμα που απέκτησε από Ελληνικό Ευαγγελικό Κολλέγιο της Σμύρνης είχε την χρησιμότητα του. Η ανοσία του στην βιαιοπραγία και στο τσίμπημα από τον νόμο είναι μόνο δύο από τους λόγους που προκαλούσαν απορία στους άλλους παίκτες. Στον κόσμο των σπορ , ήταν ευρύτερα πιστευτό ότι η μόρφωση του έχει επηρεάσει το μυαλό του. Ενώ όλοι διάβαζαν τα διάφορα έντυπα περί τζόγου ( από ιπποδρομίες μέχρι στοιχήματα για αγώνες ομαδικών αθλημάτων), ο Νικ προτιμούσε να διαβάζει διάλογους του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη — μία πρακτική εξαιτίας της οποίας τον αποκάλεσαν " Ο Αριστοτέλης της γραμμής don't pass (στοίχημα στα ζάρια).
Τρεις μέρες αργότερα ένας δημοσιογράφος από την Νέα Υόρκη ο Έντ Σάλλιβαν αποκάλυψε ότι η τύχη του Νικ πάει τόσο άσχημα ώστε έβαλε ένα μαύρο και ένα άσπρο παπούτσι για να ξορκίσει το κακό. Μερικές μέρες αργότερα , οι μισοί από τους τακτικούς πελάτες στον Ιππόδρομο του Μπέλμοντ της Νέας Υόρκης εμφανίστηκαν με ένα μαύρο και ένα άσπρο παπούτσι.
"Ήταν μία εξοργιστική επίδειξη πρωτόγονης προληπτικότητας " σχολίασε ο Νικ Σαν ένας άνδρας που ξόδεψε εξήντα από τα χρόνια του προσπαθώντας στον αγώνα δρόμου της ανθρωπότητας να προηγηθεί ή να παρακολουθεί στενά την κορυφή, ρέπει στο να κοιτά πάνω στην φήμη του σαν μία μορφή προκατάληψης. Σε αυτό το θέμα πάντως έχει λάθος. Η φήμη του δεν οφείλεται μόνο στα ασύλληπτα νούμερα που τον συνοδεύουν αλλά και στην μαγνητική του προσωπικότητα.
"Όταν ο Μίστερ Νικ περπατά στο χώρο μας" λέει ένας βετεράνος διευθυντής στο Καζίνο Ντέσερτ Iν του Λας Βέγκας, " το μαγαζί ετοιμάζεται για μεγάλη δράση". "Ήταν ένας ασυνήθιστος άνθρωπος " λέει κάποιος φλορ μάνατζερ," κάπνιζε το πούρο του παίζοντας χιλιάδες δολάρια σε κάθε μπίλια στην ρουλέτα παραμένοντας πάντα ανέκφραστος είτε έχανε είτε κέρδιζε". Λίγοι , ίσως κανένας , άντρες είχαν τέτοια άγρια ποικιλία στην οικονομική τους ζωή. Κάποιους μήνες ο Νικ ήταν πλούσιος , μετά ήταν χρεοκοπημένος , θα ξαναγινόταν σίγουρα πάλι πλούσιος.
Ο ίδιος βρίσκει αυτές τις γρήγορες ανατροπές της θέσης του άκρως ενδυναμωτικές και όποια αντίθεση σε αυτές αδικαιολόγητη. " Η εξέλιξη και η διάλυση είναι ο νόμος του σύμπαντος " έλεγε. " Τα αστέρια και οι δορυφόροι τους, οι άνθρωποι και τα δεμάτια τους - έρχονται και φεύγουν. Είναι καλός ο νόμος, ανανεώνει τα πράγματα , κάνει τα πάντα νέα". "Ξέρετε όμως " προσθέτει ο Νικ απορημένος. " Έχω δει ανθρώπους να αυτοκτονούν μετά από το πρώτο κιόλας κρούσμα. Φαντάσου! Αντιδράσεις μπροστά στον νόμο του σύμπαντος. Σαν να θέτουν ευφλεκτότητα εναντίον κάθε μικρής αλλαγής ".
Διαφορετικά από τους περισσότερους που παίζουν μεγάλα ποσά παίκτες, ο Νικ οφείλει την φήμη του όχι στα μεγάλα του κέρδη, αλλά στις μεγάλες του χασούρες - ένα φυσικό φαινόμενο ίσως μιας και ανάμεναν από αυτόν να κερδίζει κάθε φορά. Το καλύτερο παράδειγμα ήταν φυσικά το μεγάλο παιχνίδι ζαριών στην Νέα Υόρκη . Ήταν ένα παιχνίδι υψηλού ρίσκου που κόστισε στον Νικ 1.6 εκατομμύρια αν και δεν φαινόταν κάτι τέτοιο στο ακτινοβόλο πρόσωπο του στην έξοδο του κτιρίου.
Κέρδιζε και λίγα φυσικά. Σε λιγότερο από μία εβδομάδα από το παιχνίδι αυτό της Νέας Υόρκης o Νικ μετέτρεψε ένα δάνειο των 20.000 δολαρίων σε 550.000 μετά από μερικές ώρες εκπληκτικού πόκερ στο Χοτ Σπρινγκς του Αρκάνσας. Εκτός μίας εξαίρεσης , αυτό το ποσό είναι το μεγαλύτερο που έχει πετύχει κάποιος σε ένα παιχνίδι πόκερ χωρίς διακοπή. Η εξαίρεση είναι ο Άρνολντ Ρόθσταιν με 750.000 δολ . κέρδος στο παιχνίδι που κέρδισε το μεγάλο ποτ των 605.000 χιλ. δολαρίων από τον Νικ κάνοντας φλος.
Φημολογείτο ότι μετά το παιχνίδι αυτό του Χοτ Σπρινγκς ο Αλ Καπόνε μαθαίνοντας τις επιτυχίες του τον κάλεσε στο Σικάγο για να παίξουν ζάρια. Ο Νικ σε κάποια φάση του παιχνιδιού κέρδισε με μία ζαριά 100.000 δολάρια με τον Αλ Καπόνε να σταματάει το παιχνίδι από το κακό του βρίζοντας επαίσχυντα στα Ιταλικά.
Στο φημισμένο παιχνίδι λοιπόν του Χοτ Σπρινγκς, ο Νικ . ένας άντρας που θεωρεί ένα φτάρνισμα μία χτυπητή έκθεση συναισθήματος στο τραπέζι του τζόγου, παίζει με μία ψυχρή αποδοτικότητα και μία απάθεια στην ήττα που τον έκαναν είδωλο. Έπαιζε με έναν Νεοϋορκέζο πολυεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη ενός δικηγορικού γραφείου , σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου με συνωστισμένους ενθουσιώδεις θεατές. Αφού συμφώνησαν ότι το παιχνίδι θα τελειώσει όταν ο ένας από τους δύο θα χάσει 20.000 δολ. , ο Νικ στρώθηκε στην δουλειά του που είναι (παρά την λεπτολογία για τον μυθιστοριογραφικό παίκτη) να πτωχαίνει τον αντίπαλο του στο έπακρο ώστε αυτός να αναγκαστεί να δανειστεί χρήματα για το τηλεφώνημα που θα κάνει για περισσότερα χρήματα.
Ο δικηγόρος κέρδισε όλα τα αρχικά ποτ. Παίρνοντας θάρρος ρωτάει με το πιο καταδεκτικό τόνο εάν ο αντίπαλος νοιάζεται να κάνει ένα μικρό έξτρα στοίχημα των 80.000 δολ, για τον τελικό νικητή. Ο Νικ δέχτηκε το στοίχημα. Καθώς ο Νικ συνέχισε να χάνει, οι θεατές που περίμεναν μέχρι να δουν κάτι σίγουρο, άρχισαν και αυτοί να προτείνουν στον Νικ έξτρα στοιχήματα. Με ευθυμία, καθώς πίστευε ότι του έκαμναν χάρη, δέχτηκε όλα τα στοιχήματα ,ένα σύνολο των 450.000δολ.
Μετά από μία ώρα και 40 λεπτά παιχνιδιού ,τα 20 χιλιάρικα του Νικ κατέβηκαν στα 3.400 δολ. και φαινόταν σίγουρο ότι θα έχανε και αυτά. Αλλά τότε το χαρτί άρχισε να έρχεται προς το μέρος του. Πιέζοντας την τύχη, ποντάροντας όλο και πιο γρήγορα και πιο πολλά , πήρε από τον καταϊδρωμένο δικηγόρο τα 37 από τα 40 κόλπα στα επόμενα 75 λεπτά, για να κερδίσει 450.000 χιλ. από τα έξτρα στοιχήματα , 100.000χιλ. από τον δικηγόρο και το παιχνίδι.
Καθώς ο Νικ ήταν έτοιμος να φύγει από το δωμάτιο, ο δικηγόρος τον κάνει μία ερώτηση που σταμάτησε κάθε ήχο και κίνηση γύρω του. " Πάντα τρέχεις να φύγεις όταν κερδίζεις;", διερευνώντας την έκφραση του Νικ. Σαν αντίδραση ο Νικ ξαναγυρνάει στο τραπέζι, ανακατεύει την τράπουλα και την αφήνει μπροστά στον δικηγόρο. " Διάλεξε ένα " του λέει, " το μεγαλύτερο φύλλο κερδίζει 550.000 δολάρια".
Περίμενε 3 λεπτά μέσα σε ουράνια σιωπή το δικηγόρο να κάνει την κίνηση του, αλλά αυτός ο κύριος φαινόταν μαρμαρωμένος. Ο κάτωχρος δικηγόρος κοιτούσε ακόμη ανήμπορος την τράπουλα καθώς ο Νικ άφηνε το δωμάτιο.
Μέσα από παιχνίδια δράσης σαν αυτό του Χοτ Σπρινγκς ο Νικ δημιούργησε ένα ρεύμα που είχε σαν φυσικό επακόλουθο να γίνει στόχος για διάφορες φήμες. Σαν παράδειγμα όλοι πιστεύουν ότι ο Νικ κέρδισε το κτίριο Woolworth (περίφημος ουρανοξύστης της Νέας Υόρκης ύψους 190 μέτρων χτισμένος το 1910 ανυπολόγιστης αξίας). Αυτό είναι ανοησία. Κάποτε κέρδισε μισό μπλοκ σε ένα από τα κεντρικά σημεία του Λος Άντζελες αλλά ποτέ δεν κέρδισε το προαναφερθέν κτίριο.
Πιστεύεται επίσης ότι κάποτε έπαιξε την μπάνκα στο παιχνίδι χαρτιών Φάρο για δέκα μέρες και νύχτες χωρίς ύπνο. Η αλήθεια είναι ότι έπαιξε Φάρο μόνο οκτώ μέρες και νύχτες χωρίς ύπνο. Ο Νικ εμφανίζεται από πολλούς ανθρώπους που δεν τον έχουν δει ποτέ σαν , μελαχρινός, με παχύ σώμα , με προεξέχων σαγόνι, θορυβώδης, άξεστα επιθετικός , που φροντίζει να έχει ειδικές καρφίτσες στα κοστούμια του ώστε να μην τσαλακώνονται οι ωμοπλάτες .
Κάποιες τοπικές αρχές πιστεύουν ότι εγκαθίσταται σε ένα πλούσια διακοσμημένο αρχοντικό στην Τουρκία, περιτριγυρισμένος από διαπεραστική μουσική , λιβάνια , πλούσιο φαγητό και χορεύτριες της κοιλιάς από την Ανατολή στις υπηρεσίες του. 'Άλλοι λένε ότι λειτουργεί επιχείρηση έξω από ένα ξενοδοχείο του Σικάγου , στο κέντρο δράσης συμμοριών από καθάρματα , κράχτες, πληρωμένους μπάτσους, και τυχοδιώχτες. Για άλλους πάλι ζει μόνος σε μία σουίτα 18 δωματίων στο Λας Βέγκας εμφανιζόμενος μόνο τα βράδια, με ψυχρά μάτια , γνωρίζοντας τα πάντα για τα τεκταινόμενα γύρω του , όντας ανάμεσα σε σωματοφύλακες.
Το μόνο πρόβλημα με όλο αυτό το δυνατό φαντασιακό ανθρώπινο πιστεύω είναι ο ίδιος ο Νικ. Στο κέντρο όλου αυτού του θορύβου και κουτσομπολιού στέκεται ένας ευαίσθητος με αρχοντικό στυλ ψηλός άντρας, με έναν εκλεπτυσμένο ως έναν βαθμό πανεπιστημιακού καθηγητή αέρα , με ουμανιστικά ένστικτα, με αιχμηρό κάποιες φορές καυστικό πνεύμα και με ένα ταλέντο για ισχυρό αντικτύπημα στις συνομιλίες του. Στο πολύβουο Λας Βέγκας ζει παρόμοια με έναν ασκητή σε ένα μικρό , μεσαία τιμής (10 δολ. την βραδιά ) δωμάτιο στο ξενοδοχείο Λαστ Φροντίερ.
Πολύ λίγα πράγματα υπάρχουν στο δωμάτιο αυτό, καθόλου βιβλία, εικόνες, συσκευές ή διάφορα διακοσμητικά. Αν αισθανθεί την ανάγκη για διάβασμα ή απόσυρση, πετιέται μέχρι το ξενοδοχείο Μπέβερλι Γουίλσαρ, στο Μπέβερλι Χιλς της Καλιφόρνια , όπου διατηρεί ένα μπαούλο γεμάτο βιβλία στο υπόγειο. Δεν το βρίσκει απαραίτητο να διατηρεί κοσμήματα, αυτοκίνητο , ρολόι, ακριβά στυλό, λογαριασμούς ή ακόμα και όπλο. " Όσο καιρό μπορώ να κοντρολάρω τα ενδιαφέροντα μου στο δικό μου το μυαλό " λέει " είμαι ευχαριστημένος".
Στο κατεργάρικο και συνήθης βίαιο ημιυπόγειο κόσμο του τζογαδόρου , σε αυτό το όχι εύκολο ζουγκλάρικο αλισβερίσι μεταξύ υπόκοσμου και του νόμου, ο Νικ είναι ένα αξεπέραστο αίνιγμα. Ποτέ δεν ληστεύθηκε ή συνελήφθη. Στον κόσμο που ανήκει, οι παίκτες πάντα ήταν θύματα ληστείας , απάτης, απαγωγής , φόνου η τραβιόντουσαν για κάτι που είχαν ή κάτι που ήξεραν. Ο Νικ πάντως κυκλοφορούσε επιφυλακτικά αλλά με ασφάλεια, ανάμεσα σε όλα τα μέτωπα, ανέγγιχτος από συμμορίες ή από την αστυνομία. Το μόνο του τράβηγμα με την αστυνομία ήταν στο Λος Άντζελες.
Του έδωσαν μία κλήση επειδή περπατούσε αφηρημένος το βράδυ στους δρόμους. Μία από τις δύο επίσημες κατηγορίες και εμπλοκή με τις αρχές δημοσιεύτηκε από την εφημερίδα New York Times την 2 Ιουνίου 1929 με τον τίτλο : Ο ΝΙΚ ΔΕ ΓΚΡΗΚ ΣΥΝΕΛΗΦΘΗ. Και συνεχίζει με υποκεφαλίδα : Τζογαδόρος πιάστηκε στο Ντητρόιτ σαν καταζητούμενος στο Σικάγο, και αφέθηκε ελεύθερος με χρηματική εγγύηση.
Και το κείμενο γράφει: ΝΤΗΤΡΟΙΤ , 1 Ιουνίου . - "Ο Νικ δε Γκρηκ" γνωστός στους υπόγειους κύκλους σαν αυτός που ρισκάρει τα μεγάλα ποσά ανάμεσα στους παίκτες, συνελήφθη εδώ σήμερα το πρωί σαν ύποπτος ότι καταζητείται από την αστυνομία του Σικάγο, και αφέθηκε ελεύθερος καταβάλλοντος χρηματική εγγύηση 2.000 δολαρίων το απόγευμα. Ο Νικ δε Γκρηκ είναι ο Νικόλαος Δάνδολος ετών 43. Συνελήφθη κατόπιν αιτήσεως της αστυνομίας του Σικάγο, με την κατηγορία ότι προώθησε ένα τσεκ χωρίς αντίκρισμα αξίας λιγότερο των 100 δολαρίων και απέφυγε την εκδίκαση στο δικαστήριο. Ο Δάνδολος είπε ότι ήταν μία περίπτωση λάθος ταυτότητας και ότι ο ένοχος ήταν άλλος.
Τον προσήγαγαν στο δικαστήριο με ένταλμα για να διαπιστωθεί η νομιμότητα της προσωποκράτησής του ,αλλά η ακρόαση αναβλήθηκε για την Δευτέρα. Ο Δάνδολος απέκτησε φήμη πριν 10 χρόνια όταν τίναξε στον αέρα μία από τις ρουλέτες του Μόντε Κάρλο. Για πολλά χρόνια ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να κερδίζει σταθερά τον Άρνολντ Ρόθσταιν, τον Νεοϋορκέζο τζογαδόρο που πυροβολήθηκε θανάσιμα πριν 6 μήνες".
Το φιλοσοφικό δίπλωμα που απέκτησε από Ελληνικό Ευαγγελικό Κολλέγιο της Σμύρνης είχε την χρησιμότητα του. Η ανοσία του στην βιαιοπραγία και στο τσίμπημα από τον νόμο είναι μόνο δύο από τους λόγους που προκαλούσαν απορία στους άλλους παίκτες. Στον κόσμο των σπορ , ήταν ευρύτερα πιστευτό ότι η μόρφωση του έχει επηρεάσει το μυαλό του. Ενώ όλοι διάβαζαν τα διάφορα έντυπα περί τζόγου ( από ιπποδρομίες μέχρι στοιχήματα για αγώνες ομαδικών αθλημάτων), ο Νικ προτιμούσε να διαβάζει διάλογους του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη — μία πρακτική εξαιτίας της οποίας τον αποκάλεσαν " Ο Αριστοτέλης της γραμμής don't pass (στοίχημα στα ζάρια).
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)