Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Η απαθεια του Nick the greek για τα χρηματα και η λατρεια του για το παιχνιδι!...2

Ένα υποκατάστατο για τον χαρακτήρα στο άτομο. Αυτό είναι κρίμα όπως είπα. Και ακόμη περισσότερο επειδή οδηγεί σε μία παραπλανητική γραμμή όσον αφορά τις σκέψεις για τα χρήματα. Και το χειρότερο από όλα ενθαρρύνει τους κουτούς και τους αμαθείς να κοιτάζουν πάνω στο χρήμα σαν αυτό να είναι το τέλος το ίδιο, που έχει σαν συνέπεια να επιτρέπουν στο χρήμα να τους ελέγχει. Τέτοιοι τρόποι ενέργειας, ακολουθούμενες μέχρι το αναπόφευκτο τους τέλος, μπορούν μόνο να έχουν σαν αποτέλεσμα τον αφανισμό του ατόμου και το φτώχεμα μίας ολόκληρης κοινωνίας. Τέτοια φιλοσοφικά συμπεράσματα που βγαίνουν από την εξέταση να θεωρείται το χρήμα σαν το τέλος καθαυτό, είναι πιθανόν να έχουν και ένα άλλο παράπλευρο αποτέλεσμα που οδηγεί στο πτωχοκομείο.
Για να ασκήσει τους μπροστινούς λοβούς του εγκεφάλου του , ο Νικ παίζει για ένα καλό χρονικό διάστημα την μπάνκα στο παιχνίδι Φάρο, ένα υπερβολικά περίπλοκο παιχνίδι στο οποίο οι παίκτες ποντάρουν εναντίον της μπάνκας στο γύρισμα κάθε φύλλου. Αποφεύγει την ρουλέτα και το Μπλακτζακ επί της βάσης ότι το μαθηματικό πλεονέκτημα του καζίνο είναι πολύ μεγάλο στα παιχνίδια αυτά (δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμη το βιβλίο Beat the dealer). Όσο για τα παιχνίδια των μηχανών Σλοτς τα θεωρεί απλώς ως ένα ακόμη φόρτο στην ατελεσφορία.
"Κάθε φορά που μπαίνω σε ένα καζίνο " λέει ο Νικ " ξέρω ότι κάποια στιγμή θα ακούσω κάποιον παίκτη να δηλώνει ότι δεν θέλει να κερδίσει πολλά - μόνο μερικά εκατοδόλαρα για να καλύψει κάτι έξοδα. Δεν είναι τρομακτικό αυτό; Με μία τέτοια διάθεση, πως κάποιος άνθρωπος θα μπορούσε να έχει την οποιαδήποτε ελπίδα να κερδίσει παραπάνω από 5 δολάρια; Και μετά πάλι το ψεύτικο χιούμορ του παίκτη που διακηρύσσει ότι ήρθε μόνο και μόνο για την διασκέδαση, ότι το μόνο που θέλει είναι να ρθει στα ίσια.
Ένα παράξενο είδος σκέψης, πρέπει να παραδεχτούμε. Εξάλλου ο φτωχός μας φίλος ήταν ήδη στα λεφτά του όταν μπήκε από την πόρτα. Αν αυτό είναι όλο το οποίο θέλει ποιος ο λόγος εξαρχής να τζογάρει; Παρόλα αυτά καταλαβαίνω πολύ καλά τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι. Είναι ένα κοινό κουσούρι, και δεν εννοώ καθόλου ότι περιορίζεται μόνο σε αυτούς που έρχονται στα τραπέζια του καζίνο. Θα βρεις ανθρώπους να κάνουν ακριβώς τα ίδια , χρησιμοποιώντας σχεδόν τα ίδια λόγια ,σε κάθε ασχολία όπου καταβάλλεται προσπάθεια".
Το παιχνίδι που έλκει περισσότερο τον Νικ είναι τα ζάρια. Όταν παίρνει την θέση του για ένα βράδυ με τα ζάρια, ξεκινά με το να ρωτά ποιος είναι ο υπεύθυνος για το παιχνίδι, ώστε να αυξήσει το όριο του Λας Βέγκας από τα 200 δολ. την ζαριά στα 400δολ. Εάν το καζίνο συμφωνήσει τότε ποντάρει απαραίτητα 400δολ. στην γραμμή don't pass και καλύπτει το στοίχημα ποντάροντας άλλα 400 σε πιθανότητες. Ποντάρει στην γραμμή don't pass γιατί ξέρει ότι το καζίνο έχει ένα μαθηματικό πλεονέκτημα έναντι του παίκτη 1.39 τοις εκατό.
Εάν ποντάρει όμως στην γραμμή pass το καζίνο έχει πλεονέκτημα 1.40 τοις εκατό. Δηλαδή μόλις ένα κλάσμα χωρίζει τα δύο στοιχήματα, αλλά θα ήταν αδικαιολόγητο για τον τρόπο σκέψης του Νικ να ποντάρει στην γραμμή pass. Ποντάρει και στις πιθανότητες γιατί τότε ήταν ακόμη πενήντα - πενήντα περίπου(σήμερα δεν είναι πλέον). Καθώς ζεσταίνεται στο παιχνίδι , εξετάζει προσεχτικά ένα πούρο. Το μυαλό του δεν είναι στο γρήγορο ξεσήκωμα της μπάνκας, αλλά σε μία ελκτική ισχύ σε βάθος χρόνου, και καθώς σκέφτεται το όριο των 400 δολαρίων, αφήνει να περάσει η σειρά του χωρίς να ρίξει τα ζάρια, ξεκουράζει το σαγόνι στο χέρι του και κλείνει τα μάτια καθώς κυλούν τα ζάρια, ακολουθώντας την δράση με τα αυτιά και μία έξτρα αίσθηση την οποία ισχυρίζεται ότι έχει.
"Εάν ο Νικ είχε 800 δολάρια μέσα και εγώ τα έβλεπα κάνοντας λάθος παιχνίδι, θα το καταλάβαινε ακόμη και αν ήταν στο αποχωρητήριο" λέει με μία δόση υπερβολής ένας παίκτης του παλιού καλού καιρού στο Ελ Ράντσο Βέγκας. Εάν ο Νικ κερδίζει και παίζει με τα λεφτά του καζίνο, τότε πιέζει τα όρια, αλλά εάν χάνει νωρίς τότε μπορεί να μειώσει τα στοιχήματα του μέχρι η τύχη του αλλάξει, αν και αρνείται κάθε πίστη στην τύχη. " Τα ζάρια δεν ξέρουν ποιος τα ρίχνει " λέει ο Νικ.
"Ο παίκτης που ξεκαρδίζεται στα γέλια, όταν χάνει και το τελευταίο του δολάριο, και συνεχίζει να βρίσκεται στο χώρο ώστε να ξαναγελάσει το ίδιο δυνατά όταν χάνει κάποιος άλλος.(Φυσικά ένας τέτοιος παίκτης θα πληγωθεί ο ίδιος του έτσι και αλλιώς). Ο παίκτης που φέρνει αναστάτωση στο τραπέζι του όταν εύχεται φωνάζοντας στα ζάρια ή στα χαρτιά ' Δώσε μου ένα ακόμη έξι μόνο ένα, 'είναι όλο ότι ζητάω' κάνει το ίδιο πράγμα.
Αυτός που νομίζει πως πρέπει να κάνει τον κωμικό ,ενώ τα καζίνο πληρώνουν πολλά λεφτά σε κωμικούς και άλλους για τα σόου τους, αλλά αυτός πρέπει να δώσει την δική του παράσταση. Ο παίκτης που έχει φτάσει στο κόκκινο και το δείχνει σε όλους, και πληροφορεί τον κόσμο για το πόσο κορόιδο είναι κάποιος που παίζει στο καζίνο, ενώ στο μεταξύ συνεισφέρει όλα του λεφτά στο ταμείο του καζίνου. Αυτός που δεν μπορεί να κλείσει το στόμα του για το τι ιδιοφυία είναι ενόσω κερδίζει. Θέλει να πει σε όλους στο τραπέζι πώς να παίζουν, και θέλει να πει στους υπεύθυνους του καζίνο πόσο έξυπνος είναι που τους νικά (Κάποιοι αυτού του είδους δεν μπορούν να σωπάσουν ακόμη και αν τα έχουν χάσει όλα).
Όλοι αυτοί οι απαράδεκτοι άνθρωποι δεν βαραίνουν μόνο σαλόνια των παιχνιδιών. Κοιτάξετε γύρω σας ,καθημερινά. Όλοι τους είναι παρόν, κάνοντας ακριβώς τα ίδια σε ελαφρά διαφορετική μορφή, σε κάθε στρώμα της κοινωνίας και σε κάθε τμήμα της ανθρώπινης δραστηριότητας . Όλοι τους μοιράζονται έναν κοινό σκοπό και έχουν ένα κοινό ελάττωμα. Πιστεύουν ότι το χρήμα είναι κάτι πολύ παραπάνω από ένα όργανο μέτρησης του σκορ. Και δίνουν στον εαυτό τους δικαιολογίες ώστε να το χάσουν. Φυσικά οι χαμένοι στον τζόγο θα είναι πάντοτε η πλειοψηφία, είναι η πλειοψηφία παντού.
Πάντως, όπως στις επιχειρήσεις ή στις προσωπικές σχέσεις ή σε οτιδήποτε άλλο, το γεγονός ότι οι πιθανότητες είναι εναντίον τους σε ότι και αν κάνουν , έχει να κάνει λίγο έως καθόλου για τον λόγο που τους κάνει να είναι οι χαμένοι. Το σημαντικό είναι το εξής: Το καζίνο δεν κερδίζει τον παίκτη, περισσότερο του δίνει την δυνατότητα να νικήσει τον εαυτό του ο ίδιος.
Οι νικητές είναι σε έναν εντελώς διαφορετικό συλλογισμό. Δεν δίνουν στον εαυτό τους δικαιολογίες. Όταν δεις κάποιον να μπαίνει στο καζίνο με έναν αέρα μετρημένης αυτοπεποίθησης, να αγοράζει έναν συγκεκριμένο αριθμό μαρκών-χωρίς να ρωτήσει αν θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει ένα τσεκ αργότερα εάν παραστεί η ανάγκη- προχωρήσει κατόπιν κατευθείαν σε ένα παιχνίδι και τσεκάρει την τύχη του με μικρά ποσά μέχρι να ανακαλύψει πως τα πάει, τότε πρόσεξε τον.
Μπορείς να βάλεις στοίχημα ότι θα τον παρακολουθήσουν ένας ένας οι υπεύθυνοι του καζίνο πριν τελειώσει η νύχτα. Αυτός θα παίξει τα δύο τρία παιχνίδια στα οποία οι πιθανότητες εναντίον του είναι οι μικρότερες, και θα ποντάρει σε εκείνα τα κομμάτια του παιχνιδιού όπου χρειάζεται περισσότερο νοημοσύνη. Δεν θα δείξει καμία βιασύνη , γιατί δεν θα μαντεύει. Θα ξέρει το παιχνίδι και πως παίζεται πριν ρισκάρει την πρώτη του μάρκα. Και εάν κερδίσει θα μεγαλώσει το στοίχημα του ,αξιοποιώντας στο έπακρο την τύχη του. Και εάν χάνει θα παίξει συντηρητικά αποφεύγοντας το λούκι. Εάν χάσει τα λεφτά με το οποία μπήκε στο παιχνίδι θα φύγει.
Αλλά για όσο κερδίζει, πρέπει να κλείσεις το τραπέζι ή να βάλεις φωτιά στο καζίνο για να τον κάνεις να φύγει. Αφήνει την τύχη του να τον διώξει, ποτέ δεν διώχνει την τύχη του. Φυσικά αυτός ο παίχτης έχει πολύ λίγο χρόνο για ψιλή ή πολύ κουβέντα, ή κωμωδία ή κραυγές θριάμβου ή κλάματα ή οποιουσδήποτε περισπασμούς που δεν σε αφήνουν να συγκεντρωθείς στο παιχνίδι. Τα ποτά που του προσφέρονται τα αγνοεί εκτός αν πάρει μόνο ένα μερικά λεπτά πριν είναι έτοιμος να φύγει ή να πάρει κάποια αναπνοή.
Το φαγητό απορρίπτεται επίσης. Το πολύ φαί είναι υπναγωγό και το τελευταίο πράγμα που θέλει ένας που κερδίζει είναι η υπνηλία. Δύο ώρες διαρκούς παιχνιδιού σε οποιοδήποτε τραπέζι είναι αρκετό για να σκοτώσει την αυτοσυγκέντρωση. Έχεις πολύ χρόνο να φας και να πιεις αφού τελειώσεις ,πληρώνοντας με τα λεφτά που κέρδισες από το καζίνο.
Ο Νικ θεωρεί το όριο των 400 δολ. στα ζάρια σαν ένα προοίμιο για δράση φυσικά. Καθώς παίζει κάποιοι άνθρωποι των πετρελαίων ή επαγγελματίες παίκτες που παίζουν μεγάλα ποσά , κάνουν εξωτερικά στοιχήματα με τον Νικ ,που μερικές φορές φτάνουν σε ενδιαφέροντα νούμερα όπως ένα στοίχημα 5.000 δολαρίων στην γραμμή pass εμφανίζεται κάθε τόσο. Κάποια από αυτά τα παιχνίδια τα τόσο συναρπαστικά στους θεατές οι οποίοι μόνο παρακολουθούν και γίνονται ενοχλητικοί στο τέλος, προσθέτουν κάτι στην φήμη του Νικ αλλά και στην αμηχανία του.
Παρόλο που του αρέσουν τα ζάρια, η ιδιοφυία του Νικ βρίσκεται στα χαρτιά. Είναι πιθανώς ο μεγαλύτερος παίκτης του σταντ πόκερ (το δημοφιλέστερο παιχνίδι μέχρι τέλη της δεκαετίας του 1950) που έχει ζήσει ποτέ. Το 1954 καταγράφτηκε ότι έχει κερδίσει 6,4 εκατομμύρια καθαρά μόνο από το σταντ πόκερ. Το παιχνίδι αυτό είναι ένα σχετικά ανοικτό παιχνίδι καθώς μία κάρτα μοιράζεται κλειστή και οι άλλες τέσσερις ανοιχτές. Ο κάθε παίκτης στέκεται γυμνός απέναντι στον άλλο κάνοντας την άσκηση του θάρρους, της ευφυΐας και της διαίσθησης να μετράει πάρα πολύ, αντίθετα από τα περισσότερα άλλα παιχνίδια όπου η δράση είναι μηχανική και τα στοιχήματα εναντίον του καζίνου.
Ο Νικ διακρίνεται τόσο πολύ στο σταντ πόκερ γιατί μπορεί θαυμάσια να μαντέψει τα χαρτιά των αντιπάλων του με μία γρήγορη ματιά γύρω του, επειδή μπορεί να διαβάσει την αυτοπεποίθηση, την αμφιβολία ή τον φόβο στο τρεμοπαίξιμο των βλεφάρων ενός μπλοφατζή και επειδή όντως πραγματικά δεν φοβάται να ακολουθήσει ένα του προαίσθημα ρισκάροντας μέχρι και την τελευταία του δεκάρα.
"Κάθε φορά που πηγαίνανε τέσσερις ή πέντε παίκτες ένα κόλπο μέχρι το τέλος ο Νικ δε Γκρηκ ήταν φαβορί οκτώ προς πέντε να κερδίσει, τόσο καλός ήταν (αναφερόταν τότε στο limit poker το οποίο έπαιζε ο Νικ μερικούς μήνες, όπου και τα showdown είναι με περισσότερους παίκτες)", έλεγε ο Hubert Cokes το 1921 την περίοδο της μεγάλης ακμής του Νικ. Ο Cokes ήταν τζογαδόρος ο ίδιος ,κυρίως στο μπιλιάρδο, και στενός φίλος του μεγαλοτζογαδόρου Titanic Thompson .
Ο τελευταίος γνωρίστηκε την περίοδο αυτή με τον Νικ και παίζαν για πολλούς μήνες στα ίδια μεγάλα παιχνίδια. Μια βραδυά που ο Νικ είχε χάσει πενήντα χιλιάδες δολάρια τον είδαν να χορεύει χαρούμενος με μία κοπέλα σε ένα αριστοκρατικό κλαμπ. "Μα έχασες 50χιλ. πριν από λίγο, πως μπορείς και διασκεδάζεις σαν να μην συνέβη τίποτα " του λέγαν. " Το επόμενο καλύτερο πράγμα από το να παίζεις και να κερδίζεις είναι το να παίζεις και να χάνεις. Αυτό που μετράει είναι να παίζεις" απάντησε σε κάποιον ο Νικ.
Όταν ο Νικ δεν έχει φύλλο καλύτερο από δεκάρι να φαίνεται στο τραπέζι, και υπάρχει μόνο ένας αντίπαλος να μένει στο κόλπο και αυτός ο αντίπαλος έχει έναν παπά σαν καλύτερο φύλλο να φαίνεται και έχει μόλις αντιποντάρει 50.000 δολ στο ποντάρισμα του Νικ επειδή θεωρεί ότι έχει δυνατό φύλλο - αυτή είναι η στιγμή της καθαρής απόλαυσης για τον Νικ.
Είναι η στιγμή που διαχωρίζει τον άνδρα που νοιάζεται για το παιχνίδι, και είναι για αυτό το λόγο τζογαδόρος, από τον άνδρα που νοιάζεται για τα λεφτά, και είναι για αυτό τον λόγο μη τζογαδόρος. Η τόλμη , η μνήμη, και η κρίση καλούνται ολάκερες με όλη τους την δύναμη σε δράση!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου