Τρίτη 26 Μαΐου 2009

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΧΡΕΗ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ

Λίγες ώρες πριν από τον περσινό τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ ανάμεσα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Τσέλσι, ο πρόεδρος της UEFA Μισέλ Πλατινί δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τη σύγχρονη ποδοσφαιρική πραγματικότητα «άδικη», εξηγώντας ότι «έφθασαν στον τελικό δυο ομάδες η καθεμιά από τις οποίες έχει χρέη περίπου ενός δισεκατομμυρίου ευρώ». Ηταν η πρώτη φορά που ο Γάλλος παράγοντας επιχείρησε να δημοσιοποιήσει τις σκέψεις του για την εφαρμογή κάποιας μορφής «salary cap», να ορίσει δηλαδή ένα «ταβάνι» στα έξοδα κάθε συλλόγου.
Ωστόσο, όσο οι οικονομικοί παράγοντες της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας διαβουλεύονται και αναζητούν μια φόρμουλα που θα ικανοποιεί και τους συλλόγους, η ιστορία (σχεδόν) επαναλήφθηκε. Οι «υπερχρεωμένες» Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Τσέλσι προχώρησαν και πάλι πάρα πολύ στη διοργάνωση. Η κάτοχος του τροπαίου κατάφερε να εξασφαλίσει το εισιτήριο για το «Ολίμπικο» της Ρώμης, αφήνοντας εκτός νυμφώνος μια άλλη χρεωμένη ομάδα (την Αρσεναλ), ενώ η Τσέλσι έμεινε εκτός νυμφώνος από την Μπαρτσελόνα: την πιο υγιή οικονομικά ομάδα από το γκρουπ των κορυφαίων της Ευρώπης.
Εικονική πραγματικότητα
Στην ετήσια λίστα που δημοσιεύει το αμερικάνικο οικονομικό περιοδικό «Forbes», η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ κατέχει την πρώτη θέση τόσο στον πίνακα που αναφέρεται στην αξία κάθε συλλόγου (οι Κόκκινοι Διάβολοι αξίζουν 1,87 δισ. δολάρια, ήτοι 1,34 δισ. ευρώ αντί 690 εκατ. ευρώ της έβδομης στη λίστα Μπαρτσελόνα), όσο και στον πίνακα με τα ετήσια κέρδη προ φόρων, όπου η πρωταθλήτρια Ευρώπης και Αγγλίας φέρεται να έχει εισπράξει 115 εκατ. ευρώ για το προηγούμενο διαχειριστικό έτος αντί 77 εκατ. ευρώ της Μπαρτσελόνα, που έχει τη δεύτερη θέση στη σχετική κατάταξη.
Η βασικότερη διαφορά ανάμεσα στα οικονομικά των δύο φιναλίστ του φετινού Τσάμπιονς Λιγκ βρίσκεται στα χρέη. Οι Μπλαουγκράνα έχουν ένα χρέος το οποίο φτάνει τα 190 εκατ. ευρώ, ωστόσο, όπως εξηγεί ο αντιπρόεδρος του συλλόγου Φεράν Σοριάνο: «Πρόκειται για ένα υγιές χρέος, μια και στην πραγματικότητα η ομάδα τριπλασίασε την αξία της χωρίς να αυξήσει το χρέος της».
Εκτόξευση της Μπάρτσα
Οι οιωνοί είναι αρκετά ευχάριστοι για τους Καταλανούς, καθώς αποδεσμεύτηκαν από την εταιρεία αθλητικών ειδών Nike, με την οποία μοιράζονταν αρκετές εμπορικές συμφωνίες! Επιπλέον, το νέο τηλεοπτικό συμβόλαιο θα τους αποφέρει 135 εκατ. ευρώ ετησίως αντί 115 εκατ. ευρώ που έπαιρναν πέρσι. Ετσι η Μπαρτσελόνα έχει κατορθώσει να εκμηδενίσει τις τραπεζικές οφειλές της, ενώ σύμφωνα με τον οικονομικό προγραμματισμό της η πρωταθλήτρια Ισπανίας αναμένεται να εκτοξεύσει τα έσοδά της στα 380 εκατ. ευρώ και να εκτιναχθεί στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας των εσόδων αθλητικών συλλόγων. Την προηγούμενη περίοδο τα περισσότερα έσοδα κατέγραψε ο όμιλος συμβούλων Deloitte για τη Ρεάλ Μαδρίτης (365 εκατ. ευρώ), την οποία ακολουθούσαν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (325 εκατ. ευρώ) και η Μπαρτσελόνα (308 εκατ. ευρώ).
«Διαβολική» τρύπα
Από την άλλη πλευρά, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έχει χρέη που ξεπερνούν το ένα δισ ευρώ, ωστόσο ακόμη κι αυτά είναι «εικονικά». Ή, πιο σωστά, προέκυψαν από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες της, οι οποίοι για να αγοράσουν την ομάδα δανείστηκαν περίπου 500 εκατ. ευρώ, χρέος το οποίο μετέφεραν στον σύλλογο «δεσμεύοντας» τα μελλοντικά έσοδά του. Αυτήν τη στιγμή το χρέος της Γιουνάιτεντ υπολογίζεται ότι φτάνει στο 54% της αξίας της, ωστόσο το ερώτημα που γεννάται είναι καθαρά ηθικό από τη διαχείριση των Γκλέιζερ και την επιλογή τους να μεταφέρουν το δάνειο στον ίδιο το σύλλογο για να αγοράσουν τον... σύλλογο. Η Πρέμιερ Λιγκ σηκώνει αδιάφορα τους ώμους και οι εκπρόσωποί τους επαναλαμβάνουν ότι «τίποτα παράνομο δεν έχει γίνει». Εκπρόσωποι των οπαδών της Γιουνάιτεντ επιμένουν ότι «ο κίνδυνος χρεοκοπίας θα μας απειλεί μονίμως». Προς το παρόν πάντως η πρωταθλήτρια Αγγλίας ετοιμάζεται να κρατήσει (;) τον Κριστιάνο Ρονάλντο και να συνεχίσει να ενισχύεται, επενδύοντας πότε σε έτοιμους παίκτες και πότε σε ταλέντα.

Οι ομάδες με τα περισσότερα έσοδα το 2008 (Πηγή: Deloitte)
Ομάδα Χώρα Εσοδα(σε εκατ. ευρώ)
1. Ρεάλ Μαδρίτης (Ισπανία) 365,8 2. Μάντσεστερ Γιουν. (Αγγλία) 324,8 3. Μπαρτσελόνα (Ισπανία) 308,8 4. Μπάγερν Μονάχου (Γερμανία) 295,3 5. Τσέλσι (Αγγλία) 268,9 6. Αρσεναλ (Αγγλία) 264,4 7. Λίβερπουλ (Αγγλία) 210,9 8. Μίλαν (Ιταλία) 209,5 9. Ρόμα (Ιταλία) 175,4 10. Ιντερ (Ιταλία) 172,9
ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Οι πιο πλούσιοι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι
(Πηγή: Forbes - Απρίλιος 2009)
Ομάδα Χώρα Αξία Χρέος Κέρδη(σε εκατ. ευρώ)(σε % αξίας)
1. Μάντσεστερ Γιουν. Αγγλία 1.335 54 114
2. Ρεάλ Μαδρίτης Ισπανία 965 23 58
3. Αρσεναλ Αγγλία 856 107 57
4. Μπάγερν Μονάχου Γερμανία 785 0 42
5. Λίβερπουλ Αγγλία 721 59 36
6. Μίλαν Ιταλία 706 0 41
7. Μπαρτσελόνα Ισπανία 685 7 77
8. Τσέλσι Αγγλία 571 92 -9
9. Γιουβέντους Ιταλία 428 5 33
10. Σάλκε Γερμανία 365 38 29

Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Συμβουλες του Nick the Greek για τους παικτες του ποκερ

Το μεγαλύτερο επίτευγμα της συναλλακτικής δραστηριότητας του Νικ, χωρίς καμία αμφιβολία, ήταν ότι ποτέ δεν απέτυχε να ξεπληρώσει ένα χρέος. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που εκλαμβάνεται ως ο κορυφαίος των μεγαλοτζογαδόρων. Πιο σημαντικό από ένα απλό χρέος, είναι το χρέος που ονομάζεται principal (το πρωτεύον). To principal πρέπει να πληρωθεί μία συγκεκριμένη ώρα σε μία συγκεκριμένη ημερομηνία, καμία δικαιολογία - και του θανάτου είναι μικρή - δεν γίνεται δεκτή .
Εφόσον ο Νικ έζησε τόσα χρόνια, βγαίνει το συμπέρασμα ότι πάντα ξεπλήρωνε τα principals. Το 1953 πάντως το αφάνταστο παρά λίγο να συμβεί. Στο τέλος μιας μακριάς σειράς από χασούρες, όταν και φαλίρισε, ο Νικ απόκτησε ένα χρέος 5.000 δολαρίων. Αυτό ήταν την Τρίτη. Υποσχέθηκε να ξεπληρώσει τα χρήματα την επόμενη Πέμπτη στις 6 η ώρα το απόγευμα. Τότε ήρθε σε επαφή με έναν φίλο του που του χρωστούσε 28.000 δολάρια. Ο φίλος του, του υποσχέθηκε ότι θα του έδινε τα χρήματα την επόμενη μέρα Τετάρτη. Αυτό ήταν.
Στις 10 το πρωί της Πέμπτης, ο Νικ θυμήθηκε ότι το principal έπρεπε να πληρωθεί σε οκτώ ώρες και ότι ο φίλος του δεν εμφανίστηκε. Τα τηλεφωνήματα απέτυχαν να τον εντοπίσουν. Τηλεφωνήματα προς άλλους που του χρωστούσαν χρήματα δεν είχαν αποτέλεσμα μιας και έπαιρνε την ίδια απάντηση, ήταν όλοι χρεοκοπημένοι. Επειδή δεν ήταν συνήθεια για τον Νικ να ζητάει δανεικά, άρχισε να σχεδιάζει το ακατόρθωτο.
Μετρώντας τα χρήματα του, βρήκε 35 δολάρια. Άδραξε αυτά τα λεφτά με σταθερότητα, προχώρησε στο Horseshoe Club του Λας Βέγκας και κάθισε στο παιχνίδι του Φάρο. Η ώρα ήταν δώδεκα και μισή το μεσημέρι. Στο φάρο οι παίκτες μπορούν να ποντάρουν εναντίον του καζίνο σε κάθε τράβηγμα ενός φύλλου από το κουτί του ντήλερ. Στα πρώτα χαρτιά όταν και δεν έχουν βγει αρκετά ώστε να μαντέψουν οι παίκτες ποια φύλλα απομένουν τα στοιχήματα είναι μικρά. Όταν ο ντήλερ φτάνει στα τελευταία φύλλα οι πιθανότητες οι παίκτες να μαντέψουν σωστά ανεβαίνουν απότομα, όπως και τα στοιχήματα.
Η τύχη του Νικ ήταν καλή. Παλεύοντας να φτάσει το όριο των 200 δολαρίων που έχει θέσει το καζίνο, κέρδισε 500 δολάρια, μετά χίλια και λίγο μετά 1.500. Στις τρεις η ώρα είχε 4.000 μπροστά του και του έμεναν να κερδίσει άλλα 1000. Και τότε πέτυχε μία από τις ανεξήγητες, νεύρο-φθοροποιής περιόδους όπου η κατάσταση σταθεροποιείται, και στην οποία κερδίζει λίγα και τα ξαναχάνει, αυτό συμβαίνει ξανά και ξανά, μένοντας απόλυτα στάσιμος, ενώ το μόνο που κινείται είναι το ρολόι. Στις 4 ή ώρα είχε συνολικά 3.800 δολάρια. Είχε αρχίσει να χάνει. Στις τέσσερις και μισή κατέβηκε στα 3.500. Στις πέντε η ώρα στα 3.000 δολάρια.
Σηκώθηκε και πήγε σε ένα πάγκο με πιοτά. "Είναι η δράση καλή;" τον ρώτησε ένας φίλος. "Εξαίσια " του λέει "πολύ καλή". Στις πέντε και δέκα ο Νικ είχε 2.800 μπροστά του. Στα επόμενα 25 λεπτά έχασε άλλα 250 δολάρια. Στις έξι παρά είκοσι, όταν ο ντήλερ ετοιμαζόταν να τραβήξει το τελευταίο φύλλο, ο Νικ του έκανε μία πρόταση. "Τι θα έλεγες να δεχτείς ένα στοίχημα των 2.500 δολαρίων για την κάρτα αυτή;" τον ρώτησε. Ο ντήλερ του απάντησε ότι δεν μπορούσε, λόγω κανονισμών.
Ο Νικ γύρισε και ένα την πρόταση σε ένα παίκτη που έπαιζε μεγάλα ποσά, έναν ιδιοκτήτη ράντσου που καθόταν δίπλα του. "Νομίζω ότι η τελευταία κάρτα είναι ο Παπάς καρό" του είπε ο Νικ Ο ράντσερ βυθίστηκε στην σιωπή, μετρώντας ξανά τις κάρτες που είχαν βγει. "Είμαι μέσα" είπε στον Νικ. Η τελευταία κάρτα ήταν ο παπάς καρό. Στις έξι και τέσσερα λεπτά, αφού παρέδωσε τα χρήματα για το principal, ο Νικ κοιτούσε κάτω σε ένα τυπικό με σπορ πουκάμισα, ηλιοκαμένο πλήθος του Λας Βέγκας από ένα παράθυρο ενός κεντρικού ξενοδοχείου.
"Κάλεσε την εθνική φρουρά " μουρμούρισε κοφτά. "Έχουμε εισβολή από καλλίθριξ (είδος ζώου)." Δύσθυμα σήκωσε το βλέμμα σαρώνοντας την ξεροψημένη άνυδρη έρημο και τα κόκκινα σιδερένια βουνά που περικύκλωναν την πόλη. Για χιλιοστή φορά ρώτησε τον εαυτό του πως ένας άνθρωπος από την Κρήτη, ένας άνθρωπος που είδε την Αθήνα και τον Όλυμπο, έφτασε τόσο μακριά από τις ρίζες του. Για χιλιοστή φορά επέκρινε τον αρχαίο Έλληνα εφευρέτη Αρχιμήδη.
"Ο Αρχιμήδης υποστήριξε ότι με τον κατάλληλο μοχλό ο άνθρωπος θα μπορούσε να κινήσει την γη. Λελογισμένα ίσως μου είναι δυνατό, με μερικά ζάρια, ένα πάκο τράπουλες ή με μερικές αξιόπιστες πληροφορίες για τις κούρσες αλόγων, να αλλάξω τα οικονομικά πράγματα σε ολόκληρους τομείς της χώρας.".
Δεν μπορεί να εκτιμηθεί κατά πόσο άλλαξε την οικονομία της χώρας αλλά από τα μέσα της δεκαετίας του 1910 και μετά όλες οι βαθμίδες της κοινωνίας άρχισαν να ενστερνίζονται τον Νικ δε Γκρηκ την εποχή εκείνη. Οι συζητήσεις του θαυμάζονταν κατά μήκος του North Shore στο Long Island. Η κοσμικότητα του ήταν σε εκτίμηση στο Jacks's Restaurant, το στέκι το οποίο συγκέντρωνε τους περίοπτους μπουκμέικερ, τα σόου γκερλς, τους σοφούς, τους πλέυμπου, τους κακοποιούς, τους μεταπράτες, τους ρεπόρτερ, τους κράχτες, και τις γυναίκες που ζούσαν από την κληρονομιά τους.
Όλοι αυτοί που κάνανε το Μπροντγουαίη το ολονύχτιο σπίτι τους. Διέμενε σε μία σουίτα στο Άστορ και ποτέ δεν ξεπρόβαλλε μετά την δύση του ηλίου έξω με απογευματινά ρούχα. Ακόμη και εάν γευμάτιζε μόνος του, φορούσε ένα βραδινό σακάκι με σμόκιν και παράγγελνε σαμπάνια, την οποία έπινε καθημερινά για χρόνια. "Σπάνια γευμάτιζα μόνος μου φυσικά" λέει με χαρά ο Νικ. "Ήμουν κάτι παραπάνω από πρόθυμος να βγω έξω και να ζήσω . Για κάποιο λόγο συμπεραίνω ότι η διαβίωση λαμβάνει χώρα μόνο έξω από το δωμάτιο του καθενός. Όταν έβγαινα έξω από το δωμάτιο, τότε ένοιωθα ότι έπρεπε να βγω έξω από τον εαυτό μου για να ζήσω. Ένα παλιό διανόημα λέει: Τρέξε με, όσο αδέξιος και αν είμαι, σε ανώμαλο και τραχύ έδαφος μέχρι να μάθω καλύτερα".
Τα τραπέζια του τζόγου καταλάμβαναν περισσότερο από τον χρόνο του Νικ, από όσο θεωρούσε ότι είναι φρόνιμο. Επίσης ξόδευε χιλιάδες κάθε μήνα, και του έφευγαν χιλιάδες που τις έδινε σε διάφορους πιστούς τους «ακόλουθους», οι οποίοι τον περίμεναν έξω από πόρτες, στα λόμπυ ή οπουδήποτε αλλού μπορούσαν να έχουν επαφή μαζί του. Ξόδευε μέχρι και 125 δολάρια την ημέρα μόνο και μόνο για μην λείψουν από τον ίδιο και στους οπαδούς του τα πούρα. Νοιώθοντας την ανάγκη για ήλιο, άρχισε να συχνάζει πάλι στις κούρσες αλόγων.
Αυτή την περίοδο η παρουσία του Νικ σε οποιαδήποτε κούρσα ήταν ένα σήμα για όλους τους τακτικούς παίκτες αλόγων ώστε να μαζευτούν και να κρυφακούσουν. Για χαλάρωση, η πρακτική του Νικ ήταν να ξεκινάει με σποραδικά αναληθής φήμες για τα άλογα ανάμεσα σε αυτούς που κρυφάκουγαν. "Μία μέρα στο Μπέλμοντ" λέει ο Νικ, "έτυχε να πω σε έναν κράχτη ότι ένα άλογο του προγράμματος με τύχη 20 προς 1 ήταν πολύ πιο γρήγορο από όσο πίστευαν οι μπουκμέικερς.
Τότε ξαναπήγα στη θέση μου αφήνοντας την πληροφορία αυτή να κάνει τον γύρο της εξέδρας, όπως και έγινε. Ατυχώς, όταν η πληροφορία ξαναγύρισε σε μένα, είχε εξωραϊστεί τόσο πολύ από την φαντασία του κάθε παίκτη αλόγων που ήταν παρών, που δεν την αναγνώρισα. Το ιστόρημα ήταν τώρα ότι το άλογο με τις 20 προς 1 τύχες, είχε προπονηθεί μυστικά το προηγούμενο πρωινό κάνοντας ένα χρόνο κοντά στο ρεκόρ της απόστασης. Πάνω στον ενθουσιασμό μου απέσυρα τα λεφτά μου από το φαβορί και τα τοποθέτησα σε αυτό το μεγάλο αουτσάιντερ, που φυσικά τερμάτισε τελευταίο.Μετά από αυτό αναμορφώθηκα. Ο άντρας που δεν μπορεί να θυμηθεί τις δικές του διαδόσεις, είναι μετά βίας κάποιος με τον οποίο μπορείς να ξεκινήσεις".
Ο Νικ συνήθιζε να υποστηρίζει ότι μόνο οι μεθυσμένοι παίζουν στα άλογα. Είναι γεγονός πάντως ότι εκτός από το ξεκίνημα της σταδιοδρομίας του όπου έπαιξε περί τους 10 μήνες μόνο στις κούρσες αλόγων, ο χρόνος που του απέσπασαν τα άλογα σε σύγκριση με τα χαρτιά και τα ζάρια είναι αμελητέος. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 όταν ο Νικ επέστρεψε για δράση στην Νέα Υόρκη, το κέντρο προσοχής των εργένηδων ήταν τα κορίτσια με το όνομα Ziegfeld Follies.
Ο Νικ γνώριζε το όλο σούσουρο προσωπικά. Ήταν κάτι το καινούριο για τα κορίτσια. Τις πήγαινε παντού, τις βομβάρδιζε με λουλούδια και δώρα, χόρευε με αυτές σε όλα τα καλά κέντρα με το ταλέντο του Φρεντ Ασταίρ, μέχρι και που άκουγε τις συζητήσεις τους. Το πιο καταπληκτικό ήταν ότι δεν τις πίεζε για ανταπόδοση. Έκθαμβες από την στοχαστικότητά του, και τον εκλεπτυσμένο του αέρα, πολλά από τα κορίτσια τον θεωρούσαν σαν τον άντρα της παντρειάς και άρχισαν να τον καταδιώκουν με μία τρομερή εμμονή στον σκοπό τους.
Αλλά αυτά τα κυνηγητά πάντα κατέληγαν στο πουθενά. Σε μία περίπτωση ένα κορίτσι από το Σικάγο σίγουρη ότι έχει μία διαβεβαίωση για έγγαμη κατάσταση μπροστά της, ήρθε στην Νέα Υόρκη για να κλείσει την συμφωνία. Ο Νικ την πήρε από το σιδηροδρομικό σταθμό. Αγκαλιάστηκαν, συζήτησαν για το μέλλον. Ο Νικ την πήγε στο ξενοδοχείο της και την βοήθησε να ξεπακετάρει τα πράγματα της μέσα σε μεγάλη διέγερση. Καθώς βοηθούσε ένας γκρουμ εμφανίστηκε με ένα μήνυμα για αυτόν. Ήταν ένα μήνυμα της δουλειάς.
Δικαιολογούμενος για μία ώρα ή δύο, είπε ότι θα είναι πίσω το απόγευμα. Το απόγευμα αυτό έστειλε έναν φίλο του στο ξενοδοχείο της κοπέλας παρουσιάζοντας σε αυτήν και άλλες δικαιολογίες και συγγνώμες. Του ζήτησε να την βγάλει έξω για φαγητό. Την επόμενη μέρα ξαναέστειλε τον φίλο του, πληρώνοντας όλα τα έξοδα, ώστε να της δείξει την Νέα Υόρκη. Μετά από έξι μέρες, όταν τελικά τελείωσε το παιχνίδι ζαριών, πήγε στο ξενοδοχείο της κοπέλας. Η κοπέλα είχε φύγει από το ξενοδοχείο. Στην πραγματικότητα είχε παντρευτεί τον φίλο που της έστελνε ο Νικ και έμεναν ήδη μαζί στο Μπρονξ. "Ανοπομονησία!" ξεφύσησε ο Νικ διαολιζόμενος. "Η ανυπομονησία είναι η καταστροφή αυτού του κόσμου!"
Κάποτε ο Νικ δέχτηκε την πίκρα, να τον κλέψει ένας φίλος του στα χαρτιά, για ένα μεγάλο ποσό. "Ήταν από τις χειρότερες εμπειρίες της ζωής μου, όχι επειδή έχασα έναν φίλο ή επειδή έχασα τα λεφτά. Αυτός που με έκλεψε, έκλεψε και τον εαυτό του, γιατί εκτός του ότι δεν είχε ανάγκη τα λεφτά, έκλεψε από τον εαυτό του την χαρά του παιχνιδιού και την ακεραιότητα του σαν χαρακτήρα. Έχασα και εγώ κάτι από τον εαυτό μου, άλλαξα την αποτίμηση του κόσμου στον οποίο ζω και την αποτίμηση για τον εαυτό μου. Ήταν δικό μου λάθος, δεν άκουσα τις φήμες που κυκλοφορούσαν για αυτόν και συνέχισα το παιχνίδι μη θέλοντας να πιστέψω το οφθαλμοφανές, βρίσκοντας κάποιες δικαιολογίες για να συνεχίσω.
Αυτός που αφήνει να τον κλέβουν, είναι το ίδιο ένοχος με τον κλέφτη, δεν διαφέρει σε τίποτα. Στο πόκερ αλλά και σε όλα τα παιχνίδια πρέπει να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου. Αυτό είναι το πρώτο βήμα. Εάν σε ρωτήσουν πως τα πας, θα βρεις μία δικαιολογία για να πεις ψέματα. Θα είσαι χαμένος, αλλά θα πεις ότι δεν τα πας και άσχημα. Ξαναρωτά τον εαυτό σου και βρες την απάντηση. Δεν τα πας καλά, είσαι χαμένος και δεν ξέρεις αν φταίνε τα κακά χαρτιά που παίρνεις, ή εάν υπάρχουν κάποια πράγματα στο παιχνίδι που δεν καταλαβαίνεις. Το δεύτερο είναι το σωστό.
Τώρα μπορείς να ξεκινήσεις να ψάξεις τι είναι αυτό που δεν ξέρεις και δεν καταλαβαίνεις. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να καταλάβεις είναι ότι το πόκερ είναι ένα παιχνίδι ικανοτήτων, και λιγότερο ένα παιχνίδι τύχης. Όσο μεγάλες και είναι οι περίοδοι που πιάνεις κακά φύλλα, στην συνολική σου σταδιοδρομία θα πιάσεις τα ίδια φύλλα που θα πιάσουν και υπόλοιποι παίκτες σε αυτό το διάστημα. Η διαφορά βρίσκεται στο πόσο καλά ή πόσο άσχημα παίζεις, και κατά πόσο καλά ξέρεις να κοντρολάρεις τα κεφάλαιο σου στην διάρκεια μεγάλων περιόδων.
Ο πρώτος κανόνας λοιπόν είναι ότι πρέπει να έχεις υπομονή. Κανένας παίκτης στην ιστορία σε οποιοδήποτε παιχνίδι δεν έχει βρεθεί στην θέση να αντιμετωπίσει ένα μεγάλο σερί στο οποίο τα χαρτιά ή τα ζάρια ή οτιδήποτε άλλο δεν του πήγαιναν. Φυσικά οι περίοδοι ατυχίας και τύχης δεν μπορούν να προβλεφθούν, αλλά λειτουργούν σε κύκλους. Έτσι λοιπόν ο έξυπνος παίκτης όταν καταλαβαίνει ότι βρίσκεται σε μία άτυχη περίοδο, απλώς χαλαρώνει. Κρατάει τα στοιχήματα του χαμηλά. Παίζει σφιχτό παιχνίδι, αρνούμενος να κάνει μπλόφες, και μένει έξω από μεγάλα ποτ, εκτός εάν τα φύλλα του είναι τέτοια που του δίνουν κάτι πολύ παραπάνω από ίσες τύχες να κερδίσει.
Πάντα θα υπάρχει και ένα επόμενο χέρι, η κάποιο άλλο παιχνίδι. Η τύχη σου θα αλλάξει αργά ή γρήγορα και θα αρχίσεις να παίρνεις καλά φύλλα, κερδοφόρα φύλλα, αλλά ίσως κι αν αυτό δεν γίνει σήμερα, μπορείς να βασιστείς σε αυτό. Έτσι λοιπόν εκτός και εάν είσαι τελείως ηλίθιος, θα παντρευτείς την καλή κάβα που έχεις για παιχνίδι. Κάντην να δουλέψει ώστε να κρατήσεις τα λεφτά μακριά από χέρια σου - και περίμενε. Έχε υπομονή.
Όταν τα χαρτιά επιτέλους σου χαμογελάσουν, το γεγονός ότι έχεις δείξει το πρόσωπο ενός προσεκτικού παίκτη, θα αυξήσει την δυνατότητα σου να κάνεις μία επιτυχημένη μπλόφα εάν χρειαστεί. Στο κακό σερί οι μπλόφες μπορεί να σου κερδίσουν ένα δύο ποτ όταν κρατάς άσχημο φύλλο, εάν το πιέσεις περισσότερο, κάποιοι έξυπνοι παίκτες θα είναι αναγκασμένοι να πληρώσουν μερικά χρήματα απλώς και μόνο για να δουν τι κρατάς στα αλήθεια, και αυτό μπορεί να σου είναι ακριβό. Έτσι λοιπόν περίμενε. Και μετά περίμενε λίγο ακόμα, έως ότου δεις μια καμπή στον δρόμο.
Συνέχιζε να πετάς τα φύλλα σου, και μην κάνεις το λάθος να υποπέσεις στον πειρασμό, ρίχνοντας μερικά τσιπς σε ποτς που θα πας πάσο, μόνο και μόνο για μην σου πέσει το ηθικό. Μην βάζεις ποτέ καλά λεφτά σε χαμένα φύλλα. Θα χρειαστείς αυτά τα τσιπς αργότερα, όταν θα χτυπάς σκληρά τα καλά σου χέρια. Και όταν τα καλά χέρια επιτέλους εμφανιστούν, ποντάρισε τα δυνατά. Εάν κάποιος από τους αντιπάλους σου δει αυτές σου τις ενέργειες σαν κινήσεις απελπισίας, τότε ακόμα καλύτερα. Θα σε ακολουθήσουν και θα αυξήσουν το στοίχημα σε βαθμό τέτοιο ώστε θα έχεις την ευκαιρία να ξανακερδίσεις τα χαμένα σε πολύ μικρό χρόνο.
Η τέχνη του πόκερ δεν είναι τίποτα άλλο από μία πολιτισμένη εκδοχή ανταρτοπόλεμου, που εξαρτάται από τον αιφνιδιασμό και την ενέδρα ώστε να γίνει αποτελεσματικός. Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να εστιάσει την δραστηριότητα του σε μία παγίδα, εάν πετάει τα όπλα του σε μία σειρά από δράσεις οπισθοφυλακής.

Συμβουλες του Nick the Greek για τους παικτες του ποκερ...2

Επίσης εάν δεν έχεις ένα φύλλο με το οποίο μπορείς να παλέψεις πέταξε το. Αυτό μοιάζει φυσικά με τα προηγούμενα αλλά δεν είναι το ίδιο. Αυτό το κάνεις όταν πέφτεις σε ένα σερί κακών φύλλων ή τύχης που κρατάει μεγάλο χρονικό διάστημα. Υπάρχει όμως και η δεύτερη περίπτωση στην οποία έχεις ένα σερί με καλά φύλλα ή τουλάχιστον πιάνεις ένα καλό φύλλο στα τρία. Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο κομμάτι του παιχνιδιού για τον μέσο παίκτη.
Ή για σχεδόν τον κάθε παίκτη όσον αφορά το παρακάτω παιχνίδι τουλάχιστον. Μία από τις πιο οδυνηρές αναμνήσεις μου ήταν όταν μία νύχτα έπαιζα draw poker εναντίον του Reggie Vanderbilt και άλλων στο Saratoga. Κέρδιζα μερικές χιλιάδες και αποφάσισα ότι ήταν ή ώρα να δώσω μία ελαφριά ώθηση στην δράση. Έτσι ανεβάσαμε την άντε στα 500 δολάρια. Στο αμέσως επόμενο χέρι βρέθηκα με έναν άσσο και τέσσερα άσχετα φύλλα. Ο Vanderbilt από την άλλη, φαινόταν να είναι αρκετά ευχαριστημένος από τα δικά του φύλλα. Άνοιξε με 1,000 δολάρια και μέχρι να φτάσει η σειρά μου τα επιπλέον πονταρίσματα από τους άλλες παίκτες ανέβασαν την τιμή που έπρεπε να πληρώσω για να αλλάξω τα χαρτιά μου στα 1.600 δολάρια.
Είχα μια παραπάνω σιγουριά από ότι έπρεπε λόγω της καλής μου τύχης μέχρι τώρα και αγνόησα τον κανόνα που λέει 'όταν το έχει κάποιος και εγώ πρέπει να φτάσω να το έχω' (στο παιχνίδι αυτό μπορεί να ανοίξει κάποιος με βαλέδες και πάνω, άρα ο Vanderbilt το είχε και ο Νικ όχι, φυσικά και οι άλλοι παίκτες ίσως να είχαν κάτι καλό). Πλήρωσα τα λεφτά, τράβηξα τέσσερις κάρτες... και παρέμεινα άδειος από φύλλο.
Αυτό ήταν η αρχή του τέλους για την κάβα μου. Μετά από αυτό φαινόταν πράγματι σαν μην μπορούσα να κερδίσω ποτ, και όλοι στο τραπέζι φάνηκαν να το ξέρουν. Το χειρότερο κομμάτι ήταν ότι... ήξερα πως μπορούσα καλύτερα. Και ήξερα, ήξερα καλύτερα και έτσι την υπόλοιπη νύχτα, αυτό που έκανα νομίζω ήταν να τιμωρώ τον εαυτό μου γιαυτό το λάθος. Και φυσικά αυτό είναι το χειρότερο σφάλμα από όλα.
Ένας από τους λόγους που το πόκερ είναι τόσο δημοφιλές είναι επειδή προσφέρει λίγο έως πολύ συνεχόμενη δράση και αυτό είναι που θέλουν οι περισσότεροι παίκτες. Εάν επιτρέψεις στην δράση να κυλάει χωρίς να τσεκάρεται από την κρίση και την νόηση, αυτή η επιθυμία μπορεί να οδηγήσει τον παίκτη να χάσει όλη την αίσθηση του μέτρου.. Όταν συμβεί αυτό, τότε έχει απλά χάσει το παιχνίδι, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλες στοίβες από τσιπς έχει μπροστά του εκείνη την στιγμή. Ένα από τα καλύτερα τεστ για την κρίση ενός παίκτη ενώ βρίσκεται σε δράση, είναι όταν κρατεί καλά χαρτιά για ένα σημαντικό διάστημα και ξαφνικά εμπλέκεται με ένα χέρι το οποίο μοιάζει να έχει βγει από τα σκουπίδια.
Εάν έχει την αυτοκυριαρχία να το πετάξει, τότε είναι από τους νικητές. Εάν όχι τότε από τους χαμένους. ( Τα σημερινά παιχνίδια δεν είναι σαν τα παλιά π.χ. στο NL HOLDEM εάν πιάνεις για πολλές γύρες καλό φύλλο, ίσως να μην χρειάζεται πολύ σκέψη να πετάξεις το 2-7). Η εξαίρεση είναι όταν ο παίκτης αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τα κακό χέρι για να μπλοφάρει. Τότε στο παιχνίδι του αλλάζουν τα πράγματα γιατί η ικανότητα του να μπλοφάρεις είναι μία βασική απαίτηση για έναν επιτυχημένο παίκτη. Για να το κάνεις αυτό σωστά, ένας γενικός κανόνας είναι να μπλοφάρεις μία ή δύο φορές στο διάστημα που κρατάει ένα παιχνίδι.
Τελικά όμως ο βαθμός ικανότητας του παίκτη να κρίνει την νόηση και τον χαρακτήρα είναι αυτός που πρέπει να υπαγορεύει την συχνότητα και το θάρρος στην μπλόφα. Ένας παίκτης που προμελετημένα παγιώνει μία φήμη σαν μπλοφέρ -που π.χ στο draw poker δεν αλλάζει κανένα φύλλο περισσότερες φορές από τις ευλογοφανείς — μπορεί να τουμπάρει έναν όχι τόσο έξυπνο αντίπαλο να πληρώσει να δει ένα ή και παραπάνω από αυτά τα χέρια που δεν άλλαξε καμία κάρτα. Εάν εκτιμήσει το χαρακτήρα του αντιπάλου σωστά τότε θα σταματήσει να μπλοφάρει ακριβώς πριν την στιγμή που θα περάσει μία τέτοια ιδέα από το κεφάλι του άλλου παίκτη.
Και θα καταλήξει να έχει ένα καλό μερίδιο από τα λεφτά του άλλου. Από την άλλη εάν έχεις να κάνεις με έναν πραγματικά έξυπνο και με βάθος γνώση παίκτη τότε πρέπει να ποικίλλεις αυτή την γραμμή της ψυχολογικής επίθεσης και να κρατάς πάντα ένα πολύ καλό χέρι για ποντάρισμα όταν αυτός ακολουθήσει για το όριο. Ένας έξυπνος παίκτης θα πληρώσει τουλάχιστον μία φορά για να δει τι κρατάει ο αντίπαλος, την πρώτη και ίσως την δεύτερη και τρίτη φορά που θα συμβεί αυτό. Μπορεί να την γλυτώσεις με την μπλόφα μία φορά, και όμως από την τέταρτη φορά και μετά επέστρεψε πάλι στο να ποντάρεις σε καλά χέρια ώστε να φέρεις τον έξυπνο παίκτη εκεί που θέλεις για ένα ακόμη κερδισμένο ποτ.
Το ουσιώδες είναι ότι πρέπει να γνωρίζεις τον αντίπαλο. Μέχρι να τον μάθεις κάνε αυτό που πρέπει με το κακό σου φύλλο όταν αυτό έρχεται μετά από ένα σερί καλών φύλλων — πέταξε το. Και να θυμάσαι, έχεις την δυνατότητα να περιμένεις- ειδικά όταν η πλειοψηφία των φύλλων έρχεται με το μέρος σου.
Πρέπει πάντοτε να βλέπεις ένα γνωστό για τις μπλόφες του παίκτη όταν κρατάς ένα φύλλο καλύτερο από το μέσο όρο. Αυτό πηγάζει από το γεγονός ότι για πάρα πολλούς ανθρώπους ή μπλόφα - όπως το ποτό και το κάπνισμα - μπορεί να γίνει μία κακή συνήθεια, ακόμα και σοβαρής φύσεως. Ο παίκτης που έχει έξη με τις μπλόφες είναι συνήθως ένας μισό-ερασιτέχνης που στο ξεκίνημα της καριέρας του κέρδισε μερικά ποτ μπλοφάροντας και από τότε κάνει το λάθος να νομίζει ότι είναι μία συμπαντική πανάκεια. Δεν μπορεί να απεμπλακεί από την ιδέα ότι μπορεί να το κάνει να δουλέψει αυτό έτσι καλά συνεχώς και συνεχώς και για πάντα.
Ενώ η μπλόφα είναι μία τέλεια και κλασσική μανούβρα, και πρέπει να είναι ενσωματωμένη στο οπλοστάσιο κάθε καλού παίκτη, δεν υπάρχει ποτέ μία και μόνο γραμμή συμπεριφοράς που θα εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις". Ο γενικός κανόνας του Νικ ήταν να μην επιχειρεί ποτέ την πρώτη του μπλόφα έως ότου θα έχει μια καλή δυνατότητα να εκτιμήσει τους χαρακτήρες όλων των παικτών του παιχνιδιού. Τότε ο εθισμένος στην συνήθεια να μπλοφάρει παίκτης γίνεται ο πρώτος του στόχος.
"Πρέπει να απομονώσεις έναν τέτοιο παίκτη παίζοντας τον ένας εναντίον ενός θα προσπαθήσεις να παίξεις τα ρέστα, εκεί θα φανούν τα κότσια του αντιπάλου. Εννιά στις δέκα φορές ο μπλοφέρ θα συνεχίσει να κάνει raise μέχρι όλο του κεφάλαιο να είναι στο κέντρο του τραπεζιού. Εννιά στις δέκα δεν θα έχει τίποτα όταν τον δεις, και απλά θα ελπίζει μόνο να σε διώξει από το κόλπο. Δεν είναι δύσκολο να εντοπίσεις ένα παθιασμένο μπλοφέρ. Αυτός θα κερδίσει μερικά εύκολα ποτ, αλλά θα χάνει πάντα περισσότερα από ότι θα κερδίζει. Είναι καλύτερα να του παίρνεις τα λεφτά εσύ από ότι οι άλλοι.
Το πόκερ είναι βασικά ένα παιχνίδι ικανοτήτων και μαθηματικής συλλογιστικής, όπου ο επιδέξιος χειρισμός των μεταβλητών είναι ένα στοιχείο που κάνει την διαφορά μεταξύ κερδισμένων και χαμένων. Αυτός ο οποίος βασίζεται μόνο στην ενορατικότητά του θα αρχίσει να ζητά πιο γρήγορη δράση, και θα καταλήξει να παίζει ένα άγριο παιχνίδι, ώστε θα αφαιρέσει την προβλεπτικότητα και έτσι την γνώση του παιχνιδιού από το στάνταρτ παιχνίδι του καλού παίκτη. Είναι χαμένος κόπος να προσπαθήσεις να τους μάθεις να παίζουν . Θα δυσκολευτούν πολύ ή δεν θα μπορέσουν καθόλου να παίξουν ορθά. Με αυτούς το παιχνίδι παύει να είναι πόκερ και γίνεται καρναβάλι. Θα μεγαλώσει η περιέργεια τους για το τι κρατάς και δεν θα μπορέσεις να τους πετάξεις έξω από κανένα κόλπο. Θα κερδίζουν βέβαια που και που κάποιο μεγάλο ποτ, αλλά θα χάνουν πολύ πιο συχνά.
Όταν δεν έχεις το κατάλληλο κεφάλαιο μην μπλέκεις σε παιχνίδια όπου είσαι με αρκετά λιγότερα χρήματα και δεν έχεις την πολυτέλεια να αντέξεις την χασούρα. Εάν χάσεις θα ζητήσεις απελπισμένος δανεικά και έτσι ίσως να χάσεις κάποιους φίλους, αλλά ακόμα χειρότερα την αυτοεκτίμησή σου. Θα είσαι ήδη χαμένος πριν καν ξεκινήσει το παιχνίδι, τουλάχιστον ψυχολογικά. Ο φόβος της ήττας θα παραμορφώσει το παιχνίδι σου, και ακόμα και ένας καλός παίκτης θα παίξει ένα κακό παιχνίδι κάτω από τέτοιες συνθήκες. Θα κάνει πάσο φύλλα που κερδίζουν και θα δοκιμάσει να παίξει αυτά που χάνουν.
Αυτός που θα έχει τα περισσότερα λεφτά από την αρχή θα έχει καλύτερες τύχες να ξεπεράσει τα όποια αρνητικά σερί του παρουσιαστούν και να βγει νικητής όταν μετρηθούν τα χρήματα στο τέλος. Φυσικά ο στόχος του παιχνιδιού είναι ή νίκη, αλλά έχει μεγάλη σημασία το πώς φτάνεις σε αυτήν. Ποτέ μην μπεις στον πειρασμό να κλέψεις. Δεν κερδίζεις με αυτόν τον τρόπο".

Σάββατο 23 Μαΐου 2009

Η μαραθωνια ποκερ μονομαχια του Nick the Greek με τον Τζονυ Μος

Ο μόνος τζογαδόρος σε ολόκληρη την χώρα που μπορούσε να πλησιάσει περισσότερο τον Νικ σαν προσωπικότητα ήταν ο Τιτάνικ Τόμπσον, και για πολλά χρόνια οι δύο τους ήταν καλοί φίλοι. Ο Τιτάνικ ήταν ένας άντρας με ατσάλινα νεύρα από την Οκλαχόμα, και ήταν έξοχος παίκτης στα χαρτιά από το ρούμυ μέχρι το μπριτζ. Ο Τιτάνικ έστηνε συχνά απάτες με τρελά στοιχήματα με τα οποία ξεγελούσε τα κορόιδα.
Ως ένα παράδειγμα, μία μέρα που οι δύο τους περπατούσαν στο Μπροντγουαίη πέρασαν από ένα πάγκο που πουλούσε φιστίκια. " Βάζω στοίχημα ότι μπορώ να πετάξω ένα από αυτά τα φιστίκια πάνω από τον όροφο ενός εξαώροφου κτιρίου" επισήμανε στον Νικ. Ήταν μία μέρα με αέρα και ο Νικ ήξερε ότι κάτι τέτοιο ήταν ακατόρθωτο. Πόνταρε 500 δολάρια εναντίον του Τόμπσον , που προχώρησε ώστε να ρίξει το μικρό φιστίκι κατευθείαν επάνω στην κορυφή του κτιρίου μπροστά του.
Ο Νικ έμαθε αργότερα ότι ο Τιτάνικ είχε ένα ειδικό φιστίκι στην τσέπη του για τέτοιου είδους στοιχήματα. Είχε ανοιχτεί προσεκτικά, γεμιστεί με μολύβι και κατόπιν κολλήθηκε έτσι ώστε να μοιάζει πάλι με κανονικό φιστίκι. Για έναν άνθρωπο σαν τον Τιτάνικ ήταν πολύ εύκολο να αντικαταστήσει το αληθινό φιστίκι με το φιστίκι γεμισμένο με μολύβι. Ο Νικ πλήρωσε τα 500 δολάρια αυτή την φορά, αλλά η επόμενη φορά του κόστισε 10.000 δολάρια. Αυτήν την φορά ο Τιτάνικ δεν τον έκλεψε αλλά κέρδισε το στοίχημα με την επιδεξιότητα του.
Ήταν μία μέρα σε ένα μπαρ, όταν ο Τιτάνικ του πρότεινε ότι θα μπορούσε να πετύχει ένα νόμισμα στον αέρα με το πιστόλι του όσο αιφνιδιαστικά και όσο μακριά και ψηλά το έριχνε ο Νικ μέσα στην αίθουσα. Ο Νικ συμφώνησε και πέταξε το νόμισμα ψηλά στην άλλη άκρη της αίθουσας. Αυτό που βρήκε από το νόμισμα ήταν μόνο τα κομμάτια του, τα οποία και κράτησε σαν σουβενίρ. Ο Νικ θεωρούσε τις απάτες του Τιτάνικ μικροαμαρτήματα και δεν τον ένοιαζε, έβρισκε στον άνδρα από την Οκλαχόμα μία καλή παρέα, ακόμη δε θαύμαζε την ιδιοφυία του.
Στα επόμενα χρόνια πάντως αυτή η φιλία θα ερχόταν στο τέλος. Ο Νικ αν και ξεκίνησε να παίζει στα χαρτιά ένα είδους πόκερ γνωστό ως propositions, αργότερα ανακάλυψε τα ζάρια τα οποία και έβγαλε από την αφάνεια βάζοντας τα στις λέσχες και τα καζίνο. Του άρεσε η γρήγορη δράση που πρόσφεραν τα ζάρια, όπου μόνο μία ζαριά μπορούσε να διηγηθεί την ιστορία, ήταν απλά το παιχνίδι του. Μπορούσε να πάει σε ένα από τα πιο σκληρά στέκια που είχαν τραπέζια με ζάρια και να ανακοινώσει ότι ήταν έτοιμος να ποντάρει μέχρι 50.000 δολάρια την ζαριά.
Μία ζαριά του κόστισε κάποτε 320.000 δολάρια που πρέπει να είναι μάλλον και η μεγαλύτερη στην ιστορία με τις σημερινές ισοτιμίες. Στα στοιχήματα στα σπορ, του Νικ του άρεσε πάντα το μπέιζμπολ. Ο Νικ ήταν πολύ πετυχημένος στα στοιχήματα του μπέιζμπολ απλώς επειδή έκανε μία μεγάλη μελέτη του παιχνιδιού. Παρακολουθούσε τις προηγούμενες επιδόσεις κάθε παίκτη στον οποίο θα πόνταρε, μέχρι να μάθει και την ιδιοσυγκρασία του.
Ήξερε έτσι τις καλές και κακές μέρες του κάθε παίκτη και πως αυτός θα αντιδρούσε στον αγώνα. Είναι εντυπωσιακό το πόσο εξαρτάται το μπέιζμπολ από την καλή φόρμα ή όχι του κάθε παίχτη και ο Νικ δεν τα άφηνε αυτά στην τύχη όπως οι άλλοι και έλεγε ότι το μπέιζμπολ γυρίζει γύρω από την ψυχολογία ώστε αφήνει χώρο για πολλά πάνω κάτω, κάτι που κάνει το άθλημα αυτό ιδανικό παιχνίδι για τζόγο. Στο παιχνίδι αυτό όπως και στα παλιά καλά παιχνίδια ζαριών στο Σικάγο, ο Νικ δεν στοιχημάτιζε μόνο για το αποτέλεσμα του αγώνα, αλλά έκανε το παιχνίδι πολύ πιο δύσκολο καθώς στοιχημάτιζε με τους φίλους του για τα πάντα μέσα στο παιχνίδι, υπήρχε δράση κάθε λεπτό.
Από την άλλη, οι ιδέες του για το πώς να βγάζει χρήματα ήταν αντισυμβατικές, " Δεν πρόκειται να παίξω στην Γουώλ Στριτ γιατί παραείναι μεγάλος ο τζόγος εκεί" έλεγε. Ο νόμος της φυσικής έλξης που τράβηξε τόσες πολλές διασημότητες στην παρέα του, τράβηξε επίσης και αυτούς που δεν ήταν διάσημοι.
Η νούμερο ένα απειλή στην ιδιαίτερη ζωή του Νικ σαν τζογαδόρου ήταν οι ενοχλητικοί θεατές, αυτοί οι άοκνοι θεατές που ζουν την περιπέτεια τους από την τόλμη ενός άλλου άνδρα. Ο Νικ πάντα προσπαθούσε να είναι λογικός με τους θεατές αυτούς. Ανέχτηκε ακόμη και αυτούς οι οποίοι είχαν στο στόμα τους διαρκώς το τς- τς. Αυτούς τους μαθητευόμενους μάγους που με ακατάπαυστες νευρικές κινήσεις από το εξώτερο περιθώριο των τραπεζιών, κουνάν το κεφάλι τους με απογοήτευση για την δράση στο τραπέζι και κάθε τόσο λένε τς-τς . Κάποιες φορές δοκίμασαν τις αντοχές του Νικ.
Όταν κάποια φορά σε ένα παιχνίδι στάντ πόκερ ο Νικ τα είχε βρει σκούρα, μία φωνή από τους τς-τς ακούστηκε να παρατηρεί, " εάν ήμουν εγώ δεν θα έβλεπα αυτό το ποντάρισμα". Με τα μάτια του να αστράφτουν ο Νικ γύρισε προς έναν αθώο θεατή που στεκόταν από πίσω του και του ζήτησε να φύγει. " Μη μιλάς σε εμένα!", του απάντησε απότομα ο θεατής, δείχνοντας με τον αντίχειρα έναν άλλο άντρα. " Μίλα με τους τς- τερς! Εγώ γνωρίζω το παιχνίδι!".
Παρόλο που οι ενοχλητικοί θεατές ήταν μαζί του πάντα επίμονοι και αδυσώπητοι ο Νικ θυμάται μόνο ένα ακόμη περιστατικό όπου επιχείρησε να αναλάβει ευθέως δράση εναντίον ενός. Επιδόθηκε στην οργάνωση ενός παιχνιδιού με ζάρια για χάρη ενός άρρωστου φίλου του από το Ντητρόιτ. Το παιχνίδι παιζόταν ήδη για δύο μέρες και είχε φτάσει στο σημείο να πρέπει να αναλάβουν δράση κάποιοι άλλοι (εναντίον του Νικ) παίκτες που θα πληρωνόντουσαν από τους φίλους του Νικ ώστε να αποκτήσει το παιχνίδι κάποιο ενδιαφέρον.
Κανείς όμως δεν φαινόταν ότι θα ερχόταν οπότε ο Νικ αποφάσισε να κλείσει το παιχνίδι και να πάει σπίτι. Δεν μπορούσε όμως γιατί ένας τακτικός θεατής, καθόταν και παρακολουθούσε τα πάντα, για όσο διάστημα ήταν εκεί, περίπου 36 ώρες. "Βρισκόμενος σε απελπισία " είπε ο Νικ "τελικά παρουσίασα δύο ζάρια χωρίς τελείες πάνω τους, τα λεγόμενα preachers". Αυτά χρησιμοποιούνταν περισσότερο κάτω στο Νότο, όπου πολλοί παίκτες των ζαριών με εκπληκτική δεξιοτεχνία μπορούσαν να ρίξουν τα δύο ζάρια από τα χέρια τους με όποιον τρόπο αυτοί θέλανε, είχαν δηλαδή την ικανότητα να φέρουν σε μεγάλο ποσοστό ότι αριθμό τους ταίριαζε.
Για να το αποφύγουν αυτό οι υπόλοιποι παίκτες αλλά και οι υπεύθυνοι του παιχνιδιού λανσάριζαν ακόμα ένα ζάρι χωρίς τελείες δηλαδή λευκό και έτσι ρίχνοντας τρία ζάρια δεν μπορούσαν πλέον να ρίξουν τα ζάρια όπως θέλανε με την παλάμη τους. Χωρίς να τραβήξει την προσοχή του ενοχλητικού θεατή ο Νικ είπε σε αυτόν να ρίξει τα δύο preacher αντί τα κανονικά ζάρια.
Όταν ο παίχτης έριξε τα ζάρια ο Νικ απευθύνθηκε στους υπόλοιπους και ανακοίνωσε ότι ήρθε το νούμερο πέντε, ποιος θέλει να ποντάρει στο πέντε;. Ο θεατής κοίταξε σκληρά το ζάρι και έτριψε τα μάτια του. Στην επόμενη ζαριά ο Νικ φώναξε " Ήρθε το οκτώ, το νούμερο σας είναι το πέντε". Σε αυτήν την φράση ο θεατής έτριψε το πρόσωπο του και σηκώθηκε πάνω. " Συγγνώμη " είπε " αλλά είδες καθόλου αριθμούς σε αυτά τα ζάρια;".
Ο Νικ κοίταξε τον θεατή με κατάπληξη. " Νούμερα στο ζάρι;" του είπε " Τι άλλο;". Την στιγμή αυτή ξαναρίχτηκαν τα ζάρια . Ο Νικ ανακοίνωσε ένα τέσσερα και ο θεατής έβγαλε μία μικρή κραυγή και έσκυψε κάτω στα γόνατα για ρίξει μία κοντινή ματιά στα ζάρια. Τότε σηκώθηκε κάτωχρος και ασταθής και άρχισε να ψάχνει τον δρόμο για την πόρτα. Καθώς βάδιζε για την έξοδο ο Νικ έπιασε το χέρι του με ενδιαφέρον και ανησυχία . " Μην με αγγίζεις " είπε με τραχιά και θανάσιμη φωνή ο θεατής " Είδα το τελευταίο μου παιχνίδι, τα μάτια μου πήγαν περίπατο".

Η μαραθωνια ποκερ μονομαχια του Nick the Greek με τον Τζονυ Μος...2

Η φήμη του Νικ σαν ενός ασυνήθιστου ανθρώπου που διασχίζει την ζωή με ένα ζευγάρι ζάρια στην μία τσέπη και τους διάλογους του Πλάτωνα στην άλλη, γέννησαν μία ακαταμάχητη περιέργεια σε πολλούς άλλους ανθρώπους, και όχι μόνο των ενοχλητικών θεατών. Έχει φίλους στις έδρες της ιστορίας και της φιλοσοφίας σε τρία πανεπιστήμια στην Καλιφόρνια, όπου συχνά περνά ελεύθερα τις ώρες του. " Αυτοί οι κύριοι μου δίνουν αυτήν ακριβώς την εξάσκηση που χρειάζονται οι κράμπες των πίσω ποδιών του εγκεφάλου μου" λέει.
Ο Νικ είναι όμως περισσότερο φειδωλός με τον χρόνο του με συγγραφείς και δημοσιογράφους που κατατείνουν προς αυτόν θεωρώντας τον σαν μία τράπεζα για πλοκή των έργων τους, αλλά και με άλλους που θέλουν να διερευνήσουν πλατιά την ζωή του. Αυτή η αντίσταση στους συγγραφείς και τους υπόλοιπους του γενικού πληθυσμού είναι μία μαθημένη αντίδραση. Για πολλά χρόνια δρούσε σε υπόγεια, πολυτελή διαμερίσματα, δωμάτια των μαγαζιών πώλησης τσιγάρων, και σε σουίτες ξενοδοχείων ανάμεσα σε άλλα μέρη, όπου κάθε χτύπημα στην πόρτα μπορεί να σήμαινε έφοδο.
Ο νόμιμος τζόγος στο Λας Βέγκας τον απάλλαξε από αυτήν την υπερένταση, αλλά η παλιά του επιφυλακτικότητα παρέμεινε. " Ακόμη και εδώ στο Λας Βέγκας, φτάνει να ακούσω ένα δρυοκολάπτη να χτυπά με το ράμφος του το δέντρο για να αρχίσω αυτόματα το κρύψιμο όλων των ενδείξεων " λέει. Κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου και ιδίως των χρόνων που ακολούθησε το μεγάλο κραχ ο Νικ επισκέφτηκε αρκετές φορές την Ευρώπη .
Σε μία του επίσκεψη το 1932, όταν η δράση στην Αμερική είχε ατονήσει πολύ, έχασε 120.000 δολάρια μέσα σε μία νύχτα από ένα γκρουπ που συμπεριέλαβε και τον ξάδερφο του βασιλιά Αλφόνσου του 13ου της Ισπανίας. Λέγεται ότι ήταν όλα έτοιμα για μεγάλη δράση όταν αυτός έκανε την εμφάνιση του. Ο Νικ άρχισε να ζει λίγο ως πολύ μόνιμα στο Λας Βέγκας από το 1943.
Μετά δέκα χρόνια παραμονής αν και τα όρια των καζίνο είναι χαμηλά, κέρδισε και έχασε πάνω από 10 εκατομμύρια δολάρια. Μιάς και δεν παίζει ρουλέτα, μπλάτζακ ή σλοτς επειδή θεωρεί τα ποσοστά του καζίνο μεγάλα εναντίον του, επικεντρώθηκε στο παιχνίδι Φάρο, στο πόκερ και στα ζάρια. " Το πόκερ είναι μία ψυχολογική πάλη στην οποία κανένας μηχανικός κανόνας δεν ισχύει. Τα καλά φύλλα κάνουν ένα χέρι ασφαλές, αλλά τα περισσότερα μεγάλα ποτ κερδίζονται με μικρά φύλλα και έξυπνο παιχνίδι. Θα παρατηρήσω τι κάνει ο αντίπαλος μου με τα χαρτιά του και θα προσπαθήσω να διαβάσω κάποιο συναίσθημα στο πρόσωπο του ή στις κινήσεις του.
Με βετεράνους παίκτες φυσικά, το διάβασμα του προσώπου είναι χωρίς αξία. Οι καλοί παίκτες του πόκερ έχουν πολλή γνώση για τις εκφράσεις του προσώπου μέσα τους. Θα δείξουν νευρικότητα όταν κρατούν τρεις άσσους, θα δείχνουν ήρεμοι όταν κρατούν κακά φύλλα . Εάν το παρατηρήσεις αυτό τότε θα αλλάξουν συμπεριφορά και έκφραση".
Η σύγχρονη εποχή γνωρίζει περισσότερο από όλα τα παιχνίδια του Νικ την μονομαχία του με τον Τζόνυ Μος το 1951 (και όχι το 1949 , σύμφωνα με την μαρτυρία του Μος, αλλά και σύμφωνα με το δεδομένο ότι το καζίνο του Μπέννυ Μπίνιον το Horseshoe ξεκίνησε να λειτουργεί την χρονιά αυτή). Εδώ εκτός από την ψυχολογική μάχη δόθηκε και η μάχη της αντοχής μυαλού και σώματος. Ο Νικ ήταν 65 - 68 χρονών σε αντίθεση με τον Μος που στα 44 του διένυε την καλύτερη του περίοδο στο πόκερ. Ήταν μια εποχή στην οποία δεν υπήρχαν τα μεγάλα παιχνίδια του παρελθόντος και ο Νικ αναζητούσε κάτι το ξεχωριστό .
Καθώς είχε γνωριστεί με τον ιδιοκτήτη του νεότευκτου καζίνο Horseshoe τον Benny Binion, τον πλησίασε μία μέρα με ένα ασυνήθιστο αίτημα. Του ζήτησε να αναλάβει την οργάνωση μιας μαραθώνιας μονομαχίας πόκερ μεταξύ του ιδίου και του καλύτερου παίκτη της εποχής. Θα έπρεπε να παίξουν για ένα μεγάλο ποσό μέχρι ο νικητής να τα κερδίσει όλα. Ο Μπέννυ συμφώνησε με τον όρο να διεξαχθεί ο αγώνας δημόσια.
Ο Μπέννυ τηλεφώνησε λοιπόν στον Τζόνυ Μος τον οποίο θεωρούσε σαν τον καλύτερο παίκτη. " Τζόνυ " λέει ο Μπίνιον τον Μος από το τηλέφωνο, "Υπάρχει ένας τύπος εδώ, που μου προσφωνείτε σαν Νικ δε Γκρηκ, νομίζει ότι ξέρει να παίζει σταντ πόκερ. Τζόνυ νομίζω ότι πρέπει να έρθεις εδώ και να παίξεις μαζί του, θα διασκεδάσεις νομίζω" .Όταν ο Τζόνυ έφτασε στο Λας Βέγκας, έμαθε από τον Μπίνιον για τα ποσά που θέλει να παίξει ο Νικ, "καλύτερα να φύγω από την πόλη του είπε", αλλά ο Μπέννυ Μπίνιον τον έπεισε.
Ο Τζόνυ Μος όπως και ο Μπέννυ Μπίνιον είχαν δεν είχαν την μόρφωση δημοτικού σχολείου, αλλά πολύ δύσκολα κέρδιζε κάποιος τον Μος στο πόκερ, ή μπορούσε κάποιος να ξεπεράσει τον Μπίνιον στις επιχειρήσεις ψυχαγωγίας. Ο Μος ήταν στο Ντάλλας την περίοδο εκείνη όπου τα πήγαινε πολύ καλά. Ήταν από μικρό παιδί στους χώρους των τυχερών παιχνιδιών και όπως όλοι οι επαγγελματίες της παλιάς εποχής έπαιρνε τους δρόμους παίζοντας σε όποιο παιχνίδι πόκερ έβρισκε. Έπαιζε τίμια και έβγαζε αρκετά χρήματα ώστε το να κλέψει στα χαρτιά φαινόταν σαν μεγαλύτερος μπελάς από ότι άξιζε.
Η ικανότητα που είχε να κλέβει στα χαρτιά του αποδείχτηκε πολύτιμη καθώς μπορούσε να καταλάβει κάθε απάτη που γινόταν. Ήταν πολύ ψυχρός χαρακτήρας αλλά και θερμόαιμος και όχι ο άνθρωπος που θα ήθελες να τα βάλεις μαζί του. Όταν ο συγγραφέας περί του τζόγου Michael Konick τον ρώτησε κάποτε εάν έχει σκοτώσει ποτέ του άνθρωπο ο Μος απάντησε ότι δεν ξέρει εάν είχε πεθάνει. Ο Μος καλυπτόταν οικονομικά από τον Μπέννυ, μιας και το κεφάλαιο του Νικ ήταν τεράστιο. Ο Μπέννυ έστησε το τραπέζι των δύο παικτών στην είσοδο του καζίνο και αμέσως εμφανίστηκαν γύρω στους τριακόσιους θεατές που αυξάνονταν συνεχώς κάνοντας μεγάλες ουρές έξω από το καζίνο.
Νωρίς στο παιχνίδι ο Νικ πήρε μεγάλο προβάδισμα απειλώντας να ξετινάξει τον Μος Το παιχνίδι διακοπτόταν μόνο για φαί και ύπνο, αν και αντί για ύπνο ο Νικ διάλεγε να παίζει περισσότερο ζάρια. "Το παιχνίδι τράβηξε την προσοχή όλης της πόλης " λέει ο Μος, και συνεχίζει "0 κόσμος έσπρωχνε και τραβούσε ο ένας τον άλλον με τα μάτια τους καθηλωμένα στο παιχνίδι μας. Ο Έλληνας είχε μία πραγματικά μεγάλη φήμη. Λέγανε ότι κέρδισε παραπάνω από 60 εκατομμύρια στην εποχή του στο πόκερ, αν και εγώ εκτιμώ ότι έχασε λίγα περισσότερα. Πρέπει να ήταν κοντά στα εβδομήντα τότε, αλλά ήταν ακόμα ένας πολύ έξυπνος παίκτης.
Η ηλικία δεν φάνηκε να άφησε σημάδια ενόχλησης πάνω του. Ήρθα λοιπόν με το αεροπλάνο από το Ντάλλας, δεν ήμουν βέβαια ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο, αλλά μπορούσα να παίξω πολύ καλά και καταλάβαινα ότι το είχα μέσα μου. Ήμουν ήδη ξύπνιος για τρεις νύχτες και μέρες παίζοντας χαρτιά στο Τέξας και όταν ήρθα στην πόλη εκείνο το απόγευμα της Κυριακής, καθίσαμε αμέσως για να παίξουμε. Δεν χρειαζόταν να αναβληθεί τίποτα όταν υπήρχαν χρήματα να κερδηθούν. Παίξαμε σταντ πόκερ από το απόγευμα της Κυριακής συνεχόμενα μέχρι την Πέμπτη . Την Πέμπτη το βράδυ του είπα ότι ήμουν κουρασμένος, ότι θα σταματούσα και θα πήγαινα για ύπνο. " Τι συμβαίνει " μου λέει αυτός ο ενθουσιώδης Έλληνας "δεν μπορείς να αντέξεις την πίεση;".
Πάντως κοιμήθηκα για 24 ώρες και έμαθα ότι ο Νικ δεν πήγε ούτε καν στο κρεβάτι του . Εβδομήντα χρονών και απλά περίμενε εμένα να γυρίσω πίσω παίζοντας όλο αυτό το διάστημα ζάρια. " Τι θέλεις να κάνεις Τζόννυ " μου λέει ο Έλληνας " θέλεις να σου ξεφύγει η ζωή ενώ εσύ κοιμάσαι;".
Παίξαμε ξανά μέχρι το βράδυ της Κυριακής και ξαναπήγα για ύπνο. Πρέπει να παίξαμε σταντ πόκερ για περίπου 2 μήνες ή παραπάνω και βγήκα κερδισμένος διακόσιες χιλιάδες δολάρια. Στο διάστημα αυτό έπαιξα το μεγαλύτερο ποτ της ζωής μου. Θυμάμαι ότι υπήρχε μία ante των εκατό δολαρίων και η μικρή κάρτα έπρεπε να ποντάρει διακόσια δολάρια. Είχαμε από μία κάρτα να φαίνεται ο καθένας και η δική μου κρυφή κάρτα ήταν ένα εννιάρι. Φυσικά δεν ήξερα τότε τι είχε ο Έλληνας σαν κρυφή κάρτα. Η φανερή μου κάρτα ήταν ένα εξάρι και αυτουνού ένα επτάρι, έτσι πόνταρα διακόσια δολάρια.
Ο Νικ μου τα γύρισε άλλα χίλια αμέσως. Τα είδα. Κατόπιν αυτός πήρε ένα οκτάρι και εγώ ακόμη ένα εννιάρι. Πόνταρα χίλια δολάρια. Και τότε ψύχραιμος όσο μπορεί να είναι κάποιος μου πόνταρε 16 χιλιάδες δολάρια. Τώρα μπορούσα να πάρω το ποτ ακριβώς εδώ με τα δύο μου εννιάρια. Δεν μπορούσε να έχει κάτι καλύτερο από δύο οκτάρια.
Αλλά δεν ήθελα να τον διώξω από το ποτ. Του έστησα μία παγίδα. Ήθελα να πάρω και τα εναπομείναντα χρήματα που είχε μπροστά του( δεν έπαιζαν με όλο τους το κεφάλαιο εξαρχής, όποιος έχανε τα λεφτά με τα οποία ξεκινούσε μπορούσε να συνεχίσει βάζοντας άλλη μία κάβα και ούτω καθ εξής). Και αυτός ο ενθουσιώδης Έλληνας έκλεισε τα μάτια του και έπεσε μέσα στην παγίδα. Ήθελα όλα τα χρήματα που είχε, κάθε σεντ από αυτά. Τώρα δεν πρέπει να πίστευε με τίποτα ότι είχα δύο εννιάρα, και έτσι απλά είδα τις 16 χιλιάδες. Κατόπιν αυτός τράβηξε ένα τριάρι και εγώ ένα δυάρι.
Ήμουν ακόμα μπροστά με τα εννιάρια και πόνταρα 30 χιλιάδες, αυτός τα είδε και ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα να κάνει. Αυτό το κόλπο το είχα λαδώσει και ρυθμίσει σαν μία μηχανή, έμοιαζε σαν να κρατούσε μια βόμβα στα χέρια του. Υπήρχε μόλις μία κάρτα να έρθει ακόμη. Πήρα ένα τριάρι και αυτός έναν βαλέ. Τώρα ο βαλές ήταν το μόνο φύλλο που μπορούσε να με κερδίσει. Τώρα είχε τύχες. Άρχισε να χρονοτριβεί, να καθυστερεί καπνίζοντας το πούρο του και τελικά έσπρωξε 45 χιλιάδες στο ποτ.
Τώρα άρχισα να υποψιάζομαι ότι υπήρχε κάτι το στραβό σε αυτό το ποτ. Δεν μου μύριζε καλά. Δεν είχε δύο βαλέδες, ήθελα να πιστεύω όμως. Άλλωστε δεν μπορεί να είχε δύο βαλέδες αλλιώς θα πόνταρε παραπάνω. Αλλά δεν με ένοιαζε τι φύλλο τράβηξε τώρα. Έπαιξα αυτό το κόλπο με έναν συγκεκριμένο τρόπο με σκοπό να σπάσω αυτόν τον Έλληνα και αυτό ήταν όλο το οποίο σκεφτόμουν. Τα λεφτά δεν είχαν σημασία. Σπάνια ξαναγυρνάω το στοίχημα σε μια τέτοια περίπτωση αλλά τα γύρισα όλα όσα μου είχαν απομείνει, που ήταν περίπου 25 χιλιάδες. Δεν θα μου έκλεβε το ποτ. Δεν θα με ανάγκαζε να το σκεφτώ και να κάνω πάσο. Έπρεπε να κερδίσει τα δύο μου εννιάρια ή να σηκωθεί από το τραπέζι( για να φέρει και άλλα χρήματα).
Ήταν δεμένος, μπορούσα να το δω αυτό. Πρέπει να ήταν περισσότερο από 250 χιλιάδες στο ποτ εκείνο. Το πλήθος που παρακολουθούσε βρισκόταν σε μία θανάσιμη ησυχία. Μπορεί η πόλη να καιγόταν από τα θεμέλια και αυτοί να παραμείνουν στην θέση τους ώστε να παρακολουθήσουν την εξέλιξη. Και τότε όσο ήσυχα μπορεί να μιλήσει κάποιος μου είπε "Κύριε Μος, νομίζω ότι έχω ένα βαλέ στο κρυφό μου φύλλο".
Τον κοίταξα τότε και είπα " Έλληνα εάν έχεις ένα βαλέ σαν κρυφό φύλλο είσαι ικανός να κερδίσεις ένα πάρα πολύ μεγάλο ποτ". Ο Έλληνας είδε το στοίχημα μου και έπιασε με το χέρι του το κρυφό του φύλλο γυρνώντας έναν βαλέ καρό. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Το πιο διαβολικό πράγμα που έχω δει. Τον παγίδεψα και αυτός βγήκε έξω από την παγίδα για να με ξεπετάξει. Εκνευρίστηκα, ναι εκνευρίστηκα αλλά δεν είπα ποτέ τίποτα και όταν σύντομα επανήλθα με μία νέα κάβα συνεχίσαμε αλλάζοντας σε παιχνίδια όπως το seven — card high split, deuce - to — seven, και Kansas city lowball.
Παίξαμε αυτά τα παιχνίδια δύο με τρεις εβδομάδες. Τον κέρδισα γύρω στις 70 με 80 χιλιάδες δολάρια. Παίζαμε πέντε μέρες κάθε φορά, κοιμόμασταν 24 ώρες και ξαναπαίζαμε. Κάναμε ένα διάλειμμα για λίγο. Μετά ξεκινήσαμε με draw poker. Το παιχνίδι αυτό ήταν το καλύτερο μου και άφησε να το παίξουμε μόνο τρεις με τέσσερις μέρες. Τον κέρδισα γύρω στις 400 χιλιάδες. Ολόκληρο το παιχνίδι πρέπει να κράτησε κοντά στους πέντε μήνες.
Και τότε όταν έφτασε το τέλος, αυτός ο ole Έλληνας χαμογέλασε, σηκώθηκε από το τραπέζι- παίζαμε ace-to-the- five από ότι θυμάμαι, και τον είχα στήσει στο τοίχο- και μου είπε "Νομίζω ότι πρέπει να σας αφήσω να φύγετε κύριε Μος" . Τον φαλίρισα, το καταλαβαίνω, τον ράγισα . Αλλά αυτός ο Έλληνας ήταν ένας πραγματικός τζέντλεμαν, δεν είπε ποτέ τίποτα άλλο. Απλώς σηκώθηκε, χαμογέλασε και πήγε επάνω για ύπνο".
Ο Νικ έχασε γύρω στα 2 εκατομμύρια δολάρια από τον Μος στους πέντε αυτούς μήνες και το παιχνίδι αυτό θεωρείται το κορυφαίο που έγινε ποτέ στην πόλη. " Λοιπόν ο Νικ δε Γρκηκ ήταν ο πιο παράξενος χαρακτήρας που έχω δει ποτέ" λέει ο Μπέννυ Μπίνιον και συνεχίζει " Κανένας ποτέ δεν ήξερε το που έβρισκε όλα αυτά τα λεφτά. Και όταν του τελείωναν, συνήθιζε να έρχεται εδώ κάτω στο στριπ. To Dunes του έδινε ένα δωμάτιο. Και ερχόταν εδώ κάτω για να φάει και μετακινούνταν με λεωφορείο. Δεν ήθελε να ξέρει κανένας ότι έπαιρνε το λεωφορείο, έτσι όταν μάθαινα ότι ήταν έτοιμος να ξανάρθει του λεγα " Τι λες Νικ, φαίνεται ότι πηγαίνεις κάτω στο στριπ για κάποια λεφτά, θέλεις να σε πετάξω εκεί;"
"Φυσικά " έλεγε. Όταν πέθανε η αδελφή του ήρθε εδώ. Και δεν τον είχα ξαναδεί ποτέ να αισθάνεται τέτοιες τύψεις, και άρχισε να κλαίει. Και μου είπε ότι χαράμισε την ζωή του και απλά έκλαιγε Yah Yah Yah . Τότε τον έπιασα και του λέω " Για όνομα του Θεού Νικ πες μου που έβρισκες όλα αυτά τα λεφτά".
"Αν ζήσω περισσότερο από σένα θα σου το πω την τελευταία στιγμή, αλλά αν δεν ζήσω περισσότερο δεν θα το μάθει κανείς, δεν θα το πω ποτέ " μου είπε και άρχισε να γελάει. Δεν μου το είπε ποτέ. Και κανείς άλλος δεν ξέρει. Αλλά ήταν ένας αφύσικος γερο - τύπος. Σου έβαζε ένα φίδι στην τσέπη και σου ρωτούσε για παιχνίδι. Δύσκολα κρατιόταν σε αυτά που μπορούσε να έχει. Μία μέρα ένας τύπος τον κέρδισε γύρω στις πεντακόσιες χιλιάδες δολάρια στο πόκερ. Έτσι βγήκε έξω και βγήκα μαζί του για να πάρουμε τα λεφτά και να τα δώσουμε στον κερδισμένο. Και του είπα " Θεέ μου Νικ, είναι πολλά λεφτά για να τα δώσεις σε έναν άνθρωπο"
Και μου λέει " Η ζωή μου δεν πάει μαζί με αυτά" και άρχισε να βγάζει τα ρούχα του για να πάει στο κρεβάτι. Και είχε τα λεφτά αυτά σε ένα παλιό κιβώτιο στο δωμάτιο του και δεν ήταν καν κλειδωμένο, κάτω από κάποια ρούχα. Από όλους τους χαρακτήρες στην ιστορία του τζόγου που έχω συναντήσει αυτός ήταν ο πιο εξέχων από όλους".
Όταν ο Νικ μπλέκει με την δράση, δεν ανέχεται καμία ανοησία, η συμπεριφορά του είναι ήρεμη και προστακτική. Φαίνεται σαν να κάνει δίαιτα καθώς όσες ώρες και να παίζει πίνει μόνο χυμό φρούτων, γάλα, σάντουιτς με κοτόπουλο και καπνίζει πούρα, και σπάνια αφήνει το τραπέζι στο οποίο παίζει για οποιονδήποτε λόγο. Σαν ένας άντρας που έχει αφοσιωθεί στην κυριαρχική επιρροή του πνεύματος πάνω στο σώμα, εξαιρούμενων κάποιων περιπτώσεων, παραδέχεται ως υπαρκτές τις ευλογίες της φυσικής του κατάστασης. Παρόλο που έχει ζήσει σε έναν ρυθμό, για τον οποίο οι γιατροί λένε ότι έπρεπε να είχε ζήσει πολλά χρόνια λιγότερο, η αντοχή του ήταν ένα από τα θαύματα στο επάγγελμα του.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ο Νικ, σε μία δράση απαράμιλλη για οποιαδήποτε άκρατη αντοχή έπαιξε την μπάνκα του Φάρο για οκτώ νύκτες και μέρες με μόνο ένα μικρό διάλλειμα. Η ιστορική δράση ξεκίνησε ένα πρωινό της Πέμπτης στο καζίνο Golden Nugget του Λας Βέγκας. Μετά από τρεις μέρες στο τραπέζι του Φάρο ο Νικ είχε ένα αξιοσημείωτο μεγάλωμα στην τριχοφυΐα του προσώπου του και εντόπισε κάποια ασήμαντα λάθη στο παιχνίδι του, πιθανόν ανιχνεύσιμα στην κόπωση.
Την τέταρτη μέρα εντόπισε και άλλα λάθη, και αποφάσισε να πάει σπίτι του, στο μικρό με μικρά έξοδα, εργένικο δωμάτιο του στο ξενοδοχείο Last Frontier για να κοιμηθεί λιγάκι. Είχε χάσει 24.000 δολάρια μέχρι τότε. Για τον Νικ που ο χρόνος και ο τόπος είναι θαμπά όταν βρίσκεται σε δράση, είδε ότι ο ήλιος έλαμπε καθώς πήγαινε στο ξενοδοχείο του. Μόλις βρέθηκε στο δωμάτιο του ξεντύθηκε και έπεσε στο κρεβάτι δίνοντας προσοχή στην ώρα που ήταν 11 ακριβώς το πρωί.
Αποκοιμήθηκε αμέσως. Ενώ κοιμόταν σύννεφα κάλυψαν τον ήλιο. Τριάντα λεπτά αφότου έπεσε για ύπνο, ξύπνησε για ένα νέο ξεκίνημα, ορθώθηκε πάνω, κοίταξε εξεταστικά το ρολόι, είδε ότι ήταν έντεκα και μισή, και έριξε μια κλεφτή ματιά από το παράθυρο σε μία γκρίζα και μελαγχολική μέρα. Πιστεύοντας ότι κοιμήθηκε όλη την ημέρα, ένα άνευ προηγουμένου επίτευγμα, χασμουρήθηκε, τεντώθηκε και μπήκε στο μπάνιο. Τρία τέταρτα της ώρας αργότερα, ήταν πάλι πίσω στο τραπέζι του Φάρο στο καζίνο Golden Nugget. Φάνηκε σαν να επανήλθε στους φυσιολογικούς του ρυθμούς. Τις επόμενες τέσσερις μέρες και νύχτες κέρδισε πίσω ότι είχε χάσει συν άλλα 33.600 δολάρια!

Τρίτη 19 Μαΐου 2009

Μια κλαση πανω απο ολους, Nick the Greek, ενας αληθινος ευγενης του χωρου

Όπως όμως και οτιδήποτε άλλο στον τζόγο, οι προσωπικοί κανόνες του Νικ να μην κυνηγάει τα χαμένα έχουν και τις εξαιρέσεις τους. Όπως συνέβη σε ένα διήμερο παιχνίδι ζαριών που έλαβε μέρος σε κλειστό κύκλο στα τέλη της δεκαετίας του 1930, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με τον βαρόνο του συνδικάτου Frank Costello. Το παιχνίδι έβαινε την 36η του ώρα και ο Νικ είχε αρχίσει να χάνει έντονα, όταν ξαφνικά άρχισε να διπλασιάζει τα στοιχήματα του κάθε φορά που ο γκάνγκστερ κέρδιζε ένα.
Ο Κοστέλλο γέλασε και προειδοποίησε τον Νικ ότι θα του έπαιρνε ότι σεντ του είχε απομείνει. Αλλά ο Νικ απλά του έγνεψε και συνέχισε να διπλασιάζει. Ήταν σχεδόν στον πάτο του κεφαλαίου με το οποίο είχε έρθει στο παιχνίδι όταν ο Κοστέλλο έχασε τέσσερα πονταρίσματα την σειρά. Τα συνεχόμενα κερδισμένα στοιχήματα του Νικ όχι μόνο δεν τον έκαναν να ρεφάρει αλλά τον έδωσαν και έναν αέρα 85.000 δολαρίων πάνω.
" Σου το είπα ότι αισθανόμουν τυχερός " του λέει ο Νικ τσεπώνοντας τις στοίβες με τα χρήματα . " Εσύ είσαι αυτός που δεν κυνηγάει ποτέ τα χαμένα χρήματα" του λέει ο αφρίζοντας ο Κοστέλλο. " Σωστά" λέει ο Νικ, μην τα κυνηγάς ποτέ εκτός αν σου έρθει αυτό το αίσθημα ότι θα κερδίσεις και αυτό κρατήσει όλη τη νύχτα. Τότε πάνε για τον ουρανό. Ένας που έχει μία τυχερή νύχτα μπορεί να κερδίσει ακόμη και αν τον σημαδεύει ένα γεμάτο πιστόλι... και ένας που αισθάνεται χαμένος δεν θα μπορέσει να κερδίσει ακόμη και με τις πιο ευνοϊκές συνθήκες.
'Άλλο ένα παράδειγμα ήταν όταν ο Νικ παρακολούθησε έναν νεαρό από το Κάνσας να παίζει ζάρια στο Λας Βέγκας . Ο νεαρός έχασε μερικά στοιχήματα και άρχισε να μην ρίχνει τα ζάρια κάθε φορά που ήταν η σειρά του. Ξαφνικά η τύχη του άλλαξε και κέρδισε 17 συνεχόμενες ζαριές. Στο τέλος αυτού του σερί φώναξε με χαρά στον υπεύθυνο του τραπεζιού , "Τα κέρδισα όλα πίσω". Ο άνθρωπος του καζίνο δεν ήξερε εάν έπρεπε να γελάσει ή να κλάψει. " Ούτε και εγώ" είπε ο Νικ. Μετά την δεύτερη του πετυχημένη ζαριά άρχισα να ποντάρω και εγώ μαζί του σπάζοντας τον κανόνα μου που είναι να μην παίζω την γραμμή pass ( Ο Νικ δεν έπαιζε την γραμμή pass αλλά την γραμμή don't pass λόγο του ότι η πρώτη έδινε πλεονέκτημα στο καζίνο
1.414 τοις εκατό ενώ η δεύτερη 1.402 τοις εκατό, και φυσικά ο Νικ το λάμβανε αυτό σοβαρά υπόψη ). Κέρδισα κάπου 8.000 δολάρια και θα κέρδιζα παραπάνω εάν μπορούσα να ποντάρω παραπάνω από το όριο του καζίνου. Αλλά ο μικρός δεν πήγε και πολύ μακριά. Κάθε μα κάθε φορά πόνταρε ένα και μοναδικό δολάριο". Μπορεί να χάσεις 100 ζαριές και να κερδίσεις 10 αλλά πάλι να βγεις κερδισμένος με τον τρόπο παιχνιδιού του Νικ. Τα ποσοστά τρέχουν συνεχώς εναντίον σου και ο μόνος τρόπος να τα αντιμετωπίσεις είναι να κερδίσεις όσο το δυνατόν περισσότερα σε όσο το λιγότερα πονταρίσματα. Η τύχη κάνει κύκλους. Από τον παίκτη εξαρτάται κατά πόσο μπορεί να την αξιοποιήσει, άλλωστε είναι θέμα χαρακτήρα.
Σε μία πόλη που άνθισε ραγδαία την εποχή του πυρετού του χρυσού, την Τόνοπα της Νεβάδα, πόλη φάντασμα σήμερα, ένα μεσημέρι τα κύματα καύσωνα της ερήμου ταράχτηκαν από την άφιξη ενός μεγάλου μαύρου ανοιχτού αυτοκινήτου, που πάρκαρε μπροστά από την είσοδο ενός καφέ της πόλης. Μία ξανθιά κοπέλα καθόταν πίσω από το τιμόνι και ένας ψηλός πνευματώδης άνδρας με μαύρο κοστούμι και παπιγιόν βγήκαν έξω. Δύο ηλικιωμένοι ξινισμένοι παλικαράδες κάθονταν στην βεράντα. Με την σκόνη να έχει κολλήσει πάνω στον ιδρώτα του δέρματος τους έμοιαζαν έτοιμοι να ξαναμπούν στις στοές για αναζήτηση χρυσού.
Καθώς είδαν τους δύο επισκέπτες με το ακριβό αυτοκίνητο να περνούν από δίπλα τους , ρώτησε ο ένας από τους ηλικιωμένους , " Ηθοποιός;" " Τσουκ" είπε ο άλλος "Νικ δε Γκρηκ". Η βεράντα έτριξε ακολουθώντας και αυτή τις αισιόδοξες κινήσεις των παλαιών χρυσοθήρων. Μέσα στο καφέ ο Νικ δε Γκρηκ ο ονομαστός μελετητής του Αριστοτέλη και του Λιτλ Τζο, και ως προς όλες τις στατιστικές ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος τζογαδόρος στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, παρήγγειλε σάντουιτς για την κοπέλα και τον ίδιο. Καθώς αυτά ετοιμάζονταν, βόλταρε έως την άλλη άκρη του καφέ όπου είδε ένα παιχνίδι ζαριών με όριο τα 100 δολάρια σε εξέλιξη σε μία γωνία του χώρου.
Ο υπεύθυνος του τραπεζιού τον γνώρισε και ψιθύρισε κάτι στους άλλους παίκτες. Η δράση σταμάτησε. " Συνεχίστε παιδιά " τους λέει ο Νικ " είμαι απλά περαστικός , δεν έχω χρόνο για να παίξω". Δύο ώρες αργότερα ο Νικ ήταν ήδη 1.500 δολάρια χαμένος στο παιχνίδι και η πλειοψηφία του ενήλικου πληθυσμού της πόλης που ξεσηκώθηκε από τους ξινισμένους παλικαράδες ,είχε ήδη συνερεύσει μέσα ή έξω από το καφέ. Στην δύση του ηλίου, όταν τα ηλεκτριστικά νέα ότι ο μεγαλύτερος τζογαδόρος του κόσμου ήταν σε δράση στην πόλη εξαπλώθηκαν, οι παράτολμοι εξορύχτες ασημιού άρχισαν να έρχονται κατά μάζες από τους λόφους.
Κατά τα μεσάνυχτα το κορίτσι είχε κοιμηθεί στο αμάξι και για τον Νικ είχαν αρχίσει να ξεθωριάζουν όλα στο οπτικό του πεδίο. Στις 4 το πρωί όταν το πλήθος είχε ελαττωθεί σημαντικά , ο Νικ (που μερικές φορές κουβαλάει ποσά και των 150.000 δολαρίων πάνω του) πλήρωσε στον υπεύθυνο του παιχνιδιού που στεκόταν άναυδος και αμήχανος μπροστά του 9.720 χιλ. δολάρια σε μετρητά , επιπλέον υπολόγισε ότι πλήρωσε 17.000 δολάρια σε παράλληλα στοιχήματα. Ο Νικ χαμογέλασε νυσταγμένα τριγύρω και είπε , " Ήταν ένα πολύ ευχάριστο βράδυ για μένα κύριοι, πολύ ευχάριστο".
Στο δωμάτιο έπεσε σιωπή καθώς έγινε αντιληπτό ότι αυτή η γεμάτη ζωντάνια δράση έφτασε στο τέλος της. Τελικά ο υπεύθυνος του παιχνιδιού και ιδιοκτήτης του καφέ καθάρισε την φωνή του και είπε, " Κύριε Νικ , μιλώντας εκ μέρους μου και όλων αυτών των κυρίων, θέλω απλά να ξέρετε ότι ήταν μία μεγάλη μας τιμή η κοινωνική σας υπόσταση εδώ στην πόλη της Τόνοπα σήμερα. Δεν έχουμε συχνά την ευκαιρία να δούμε ένα μεγαλοτζογαδόρο να ρίχνει ζάρια σε αυτά τα μέρη πλέον , πόσο μάλλον τον βασιλιά αυτοπροσώπως. Όταν την έχουμε " ολοκλήρωσε με βραχνή φωνή " ξέρουμε πώς να αξιολογήσουμε αυτό που αξίζει να ειδωθεί".
Αυτός ο ευγενικός και αναπάντεχος τίτλος τιμής δεν είχε να κάνει σε τίποτα με τα λεφτά που έχασε ο Νικ εκείνη την ημέρα . Ο τίτλος τιμής ήταν υπεράνω από τα λεφτά, ένα ειλικρινές συναίσθημα, μία φιλοφρόνηση της πιο αγνής μορφής στον άνθρωπο που είναι προεξέχων σε έναν τομέα στον οποίο βασίζεται κατά τον μεγαλύτερο βαθμό η οικονομία της Νεβάδα. Επίσης τονίστηκε το κύρος του Νικ από ιστορικής άποψης. Ο ιδιοκτήτης του καφέ είχε την πρόθεση από ότι φαίνεται να εξυμνήσει τον Νικ όσο ποτέ άλλοτε. Όλο αυτό όμως που κατάφερε τέλος πάντων ήταν να κάνει τον πολυμαθή παίκτη έντονα ανήσυχο.
"Σχετικά με την τρίτη του πρόταση" είπε ο Νικ " μπορούσα παράπλευρα να δω τον συναισθηματισμό να νικάει τις υπαγορεύσεις της λογικής αυτού του ανθρώπου. Το λαμπύρισμα του πολιτικού έκανε μπάσιμο στο μάτι του. Φυσικά την έκανα για το αμάξι."Ο Νικ δε Γκρηκ , ένας περιπετειώδης τζέντλεμαν , με ένα ευμέγεθες κεφάλι, κυκλοθυμικά μάτια και μία ειρωνική ευχέρεια στο πνεύμα, είναι ενάντια στο να αναμοχλεύονται τα συναισθήματα ή να φέρνονται σε ένα χαμηλότερο σημείο , από έναν άνδρα προς έναν άλλο άνδρα. Ως αφοσιωμένος αναγνώστης του Πλάτωνα και γνώστης των ιπποδρομιακών εντύπων, ως ένας επιγραμματικά ασκούμενος φιλόσοφος επιφέρει έναν ήρεμο αέρα αποστασιοποίησης , ώστε το υπάρχον χάος να εμφανίζεται καθαρά μπροστά του χωρίς να εμποδίζει την προσπάθεια του να ζήσει στον κόσμο της νόησης.
"Το κεφάλι δεν πρέπει να φοριέται για χάρη της εμφάνισης " υποστηρίζει. " Ήταν επιδιωκόμενο να λειτουργεί ως αντηχείο για κάποια αιτία. Δεν είναι ένα παράσημο". Όντας πεπεισμένος έτσι, ο Νικ νομίζει ότι ο σκοπός πρέπει να θριαμβεύει πάνω από το συναίσθημα. " Ο άνθρωπος είναι μία κλινάμαξα που τραβιέται από δύο γαιδάρους" είπε σε κάποιους μελετητές της ζωής του. Ο γάιδαρος που ακολουθεί μία σταθερή πορεία είναι ο σκοπός, αυτός ο γάιδαρος που συνέχεια επιδιώκει να πηδήξει τα ίχνη για να βρεθεί με τις γαϊδάρες είναι το συναίσθημα. Πρέπει να κάνετε ηπιότερο τον δεύτερο γάιδαρο παιδιά αν θέλετε να βγάλετε την κλινάμαξα έξω από τον αχυρώνα".
Ο Νικ αγωνίστηκε παλικαρίσια να μειλιχεύσει το συναίσθημα μέσα του. Το έχει καταφέρει εν μέρει, τεκμαιρώμενος την πόζα ενός κυνικού και με καρδιά από πέτρα κοσμοπολίτη, που ψυχρά εντείνει τα σατυρικά του στιχουργήματα σε έναν κερατένιο κόσμο. Ατυχώς άνθρωποι με το βέβαιο ένστικτο να καταλαβαίνουν μόνο το πλαστό έχουν δει ευθέως μέσα από αυτή την πόζα, και αυτοί που τον ξέρουν αναφέρονται σε αυτόν ως έναν μεταξύ των πιο συμπονετικών ανδρών.

Μια κλαση πανω απο ολους, Nick the Greek, ενας αληθινος ευγενης του χωρου...2

Μία χρονιά π.χ. ένας γηραιός αποχωρήσας ντήλερ της ρουλέτας, ο οποίος έχει βοηθηθεί κρυφά από τον Νικ για χρόνια, αποκάλυψε την βοήθεια του Νικ σε μία εφημερίδα του Λας Βέγκας. Επίσης αποκάλυψε ότι ο Νικ έχει υποστηρίξει εκατοντάδες άλλους ανθρώπους στην διάρκεια της ζωής του. Ο Νικ εξαγριώθηκε άγρια. Αρνήθηκε ότι γνώριζε τον ντήλερ. " Ποιανού φτηνός κράχτης είναι ;" έκραξε " του κοινωνικού ταμείου απόρων;" Και σαν να ήθελε να παραστήσει τον τσιγκούνη τσίριξε " Εγώ διαθέτω σε όποιους θέλουν το απομεινάρι ενός δωματίου ώστε να αποφύγω να μοιραστώ τον αέρα μαζί τους".
Όταν αυτές του οι διακηρύξεις διασκέδασαν τους συναναστρεφόμενους του οι οποίοι ενημερώθηκαν για όλα αυτά , αναγκάστηκε να καταφύγει στο Λος Άντζελες μέχρι να παγώσει αυτή η υπόθεση. " Ήταν μία υπόθεση μαζικής υστερίας " δήλωσε αργότερα ξαναφορώντας την — άστον να το χάψει πόζα του- εκφοβιστική στο να την παρατηρώ".
Στην περίπτωση αυτή η παραίσθηση ήταν μάλλον από την πλευρά του Νικ. Ο Νικ συνήθως διαλέγει τον αντίθετο δρόμο από αυτόν της παραίσθησης, δίνει περισσότερο βάρος στην ψύχραιμη , θλιμμένη ματιά της λογικής σε ένα κόσμο που προσπαθεί να στέκει πάνω από το κεφάλι του. Πίσω από την όψη του ατάραχου προσεκτικού παρατηρητή, παρατηρεί κρυφά κάθε άτομο σαν ένα μέλος ενός καρναβαλιού ντυμένος σαν ανειδίκευτος εργάτης πετρελαιοπηγής, μόλις βγαίνει από την τρύπα της εργασίας γεμάτος πασαλείμματα από πετρέλαιο χώνει το κεφάλι του στην τρύπα ενός τεντωμένου καραβόπανου μπροστά του για όσο διάστημα ένας αδιάλλακτος άνθρωπος εκσφενδονίζει μοιραία από έναν διπλανό λοφίσκο μπάλες του μπέιζμπολ πάνω του.
"Μία ολόκληρη ζωή να αποφεύγεις τις μπάλες" λέει απαυδισμένα, και τότε πασάρεται η επόμενη μπαλιά με χρήμα και πρέπει να πιαστείς σε άλλο ένα τέτοιο καρναβάλι. Χέει χο". Ως ένας εκλεπτυσμένος και μορφωμένος άνθρωπος, ο Νικ δεν πιστεύει στην μοίρα. Σε συζητήσεις συχνά την τοποθετεί στην κατηγορία της μαγείας, όπως στην ίδια κατηγορία τοποθετεί την πίστη στην τύχη, το φόρεμα φυλαχτών κ.λ.π. Από την άλλη όμως δεν απορρίπτει εντελώς την μοίρα.
Κάτι, νοιώθει πως πρέπει να έχει δουλέψει για αυτόν όλα αυτά τα χρόνια. Ενώ δεκάδες άλλοι μεγαλοτζογαδόροι έχουν εμφανισθεί, παίζοντας ένα , δύο ή πέντε χρόνια, μένουνε ταπί και εξαφανίζονται, ο Νικ δεν έχει ποτέ πλησιάσει στον πάτο της αφάνειας- ένα γεγονός που μερικές φορές φαίνεται να εκπλήσσει και τον ίδιο. " Ο μεγάλος Μπος του τζόγου πρέπει να μου μοίραζε χαρτιά έξω από το μανίκι του" λέει μετρημένα. Κάποιοι άλλοι τζογαδόροι νοιώθουν ότι κάτι δυνατότερο από τη μοίρα έχει πάρε δώσε με τον Νικ. Παρόλη την συνήθεια του που έχει μια ζωή στο να κάνει μοναχικούς νυχτερινούς περιπάτους μέσα σε μία ζούγκλα σαν το Σικάγο με πάνω από 100.000 δολάρια πάνω του, ποτέ δεν έχει πέσει θύμα ληστείας ή απάτης, όπως έχει συμβεί σε τόσους πολλούς από τους συναγωνιστές του.
Παρότι έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στον κατεργάρικο και βίαιο ημιυπόγειο κόσμο του τζόγου, ποτέ του δεν έχει απαχθεί , κακοποιηθεί η πυροβοληθεί. Η ανοσία του στους κινδύνους του επαγγέλματος του έχει απασχολήσει ακόμα και την αστυνομία. Παρότι έχει λειτουργήσει σαν παίκτης περισσότερο σε πολιτείες όπου ο τζόγος είναι παράνομος δεν έχει συλληφθεί ποτέ. Η εξήγηση που δίνεται από το σινάφι του τζόγου και τον συναλλασσόμενο μαζί του κόσμο για την ανοσία του είναι ότι λειτουργούσε πάντα ως ανεξάρτητος τζογαδόρος, παίζοντας με τα δικά του χρήματα , αποφεύγοντας να συνεταιρίζεται με λέσχες του τζόγου και με συνδικάτα κακοποιών, κρατώντας το στόμα του κλειστό για αυτά που ξέρει και πληρώνοντας τα γραμμάτια ή τα χρέη του στην ώρα τους.
Η δική του εξήγηση δεν είναι τόσο άμεση και απλή. "Ένας ψαράς πέστροφας ψαρεύει για το σπορ, όχι για το κρέας " λέει. " Εγώ παίζω για το ρίσκο , όχι για τα λεφτά. Αυτή η νοοτροπία δημιουργεί μυστήριο στο μυαλό του αντιπάλου. Κανείς δεν θέλει να βγάλει ένα μυστήριο εκτός δράσης. Θέλουν να δουν που θα καταλήξει". Μετά από την διάβρωση του καλύτερου παικτικού μυαλού και κουράγιου στη μάχη ενάντια των ποσοστών ο Νικ δε Γκρηκ έχει έρθει ισόπαλος. "Αυτή τη στιγμή " λέει προς το τέλος της ζωής του " στέκομαι οικονομικά όπως ακριβώς βρισκόμουν όταν έκανα το πρώτο μου στοίχημα στο Μόντρεαλ. Είναι μία φυσιολογική εξέλιξη. Ρίχνε κορώνα γράμματα αρκετό διάστημα και πάντα θα έχεις την κορώνα και το γράμμα από 50τοις εκατό".
Δεν κατηγορεί την μοίρα για αυτήν την ακαρποφόρητη παράσταση , την κατηγορεί όμως για το μεγάλο φόρτο της διασημότητας του. Σε όλη του την ζωή , με σχολαστικότητα απέφευγε την μνεία την κοινής γνώμης. Εκτός μίας ή δύο περιπτώσεων δεν έδωσε ποτέ την συγκατάθεση του να γραφτεί κάτι για αυτόν ή να φωτογραφηθεί. " Το περιβόητο είναι τόσο χρήσιμο σε έναν παίκτη όσο ένα σφύριγμα αστυνομικού " λέει. Παρόλες τις προσπάθειες του πάντως, οι διαδόσεις και η περιέργεια τον έχουν σπερμολογήσει τόσο αδυσώπητα έτσι ώστε είναι πλέον ένας από τους πιο διάσημους και θρυλικούς ανθρώπους.
Υπήρξαν περίοδοι που ο Νικ αποστρεφόταν το επωνύμιο του δε Γκρηκ. Οποιοσδήποτε το ανέφερε εν παρουσία του ήταν σίγουρο ότι θα δεχόταν αυστηρή επίπληξη. " Το όνομα μου είναι Δάνδολος" , θα διέκοπτε ο Νικ προφέροντας αργά και προμελετημένα "Δ-ά-ν-δ-ο-λ-ο-ς-". Ο Νικ σύχναζε αρκετά όταν ήταν στην Καλιφόρνια στο Brown Derby της Vine Street του Χόλυγουντ. Ένα αγόρι που δούλευε σαν υπηρέτης υποδοχής εκεί ήταν ένας συχνός παραβάτης. Εάν ο Νικ δεχόταν ένα τηλεφώνημα το αγόρι συχνά ξεχνούσε και έτρεχε στον πολυσύχναστο χώρο φωνάζοντας "
Τηλεφώνημα για τον Νικ δε Γκρηκ, τηλεφώνημα για τον Νικ δε Γκρηκ!" Αμετάβλητος ο Νικ θα τον διόρθωνε. Αλλά αυτό ήταν πριν ο ηρωικός ελληνικός στρατός καθότι πολύ μικρότερος και με πολύ λιγότερα πολεμικά μέσα κερδίσει τους Ιταλούς και καταβάλει ηρωική αντίσταση κατά των Γερμανών. Μία μέρα ο Νικ καθόταν στο Derby διαβάζοντας μία ιστορία για τον ηρωισμό του ελληνικού στρατού, όταν το αγόρι ξαναήρθε και φώναξε "Τηλεφώνημα για τον κύριο Δάνδολο" Ο Νικ κοίταξε με ένα κρύο μάτι τον νεαρό. " Από τώρα και στο εξής γιε μου" του λέει " καλύτερα να με φωνάζεις Νικ δε Γκρηκ".
"Στην πραγματικότητα δεν έχω νοιαστεί για αυτό το υποκοριστικό δε Γρκηκ , όσο και δεν έχω νοιαστεί να γίνω γνωστός σαν τζογαδόρος" λέει ο Νικ, "κάθε πορτοφολάς που πιάνεται από τον νόμο τυλίγει τον εαυτό του με τον μανδύα του τζογαδόρου. Όσο για το παρατσούκλι είναι συνηθισμένο. Μία μέρα στο Λας Βέγκας με σύστησαν σε επτά άλλους Νικ δε Γκρηκ από όλη τη χώρα, όλοι τους κρεοπώληδες και ζαχαροπλάστες. Όταν πρωτογνώρισα την Tallulah Bankhead αυτή με κατηγόρησε ότι ήμουν συνδικάτο(στην πραγματικότητα η ηθοποιός είχε εντυπωσιαστεί από την πληθωρική του προσωπικότητα)".
Για τον Νικ η ιδανική ζωή θα είναι εκείνη στην οποία θα μπορεί να παίζει ελεύθερα , νόμιμα και ιδιωτικά, 20 ώρες την ημέρα (κοιμόταν συνήθως 4 ώρες την ημέρα) , αλλά ναυάγησε στην διασημότητα. Για πάνω από δύο γενεές ο Νικ προσχώρησε σε μία μεγάλη και κεφάτη παρέα από διασημότητες και μη. Οι πρωτοπυγμάχοι Stanley Ketchel, Ace Hudkins και Jack Dempsey από τους καλύτερους του φίλους) για να αναφέρουμε μερικούς, οι άνθρωποι του τύπου Ο.Ο. Mclntyre, Mark Hellinger ,Walter Winchell (ο οποίος έγραψε σε ένα από τα πρώτα του άρθρα για τον Νικ), οι άνθρωποι του υπόκοσμου ΑΙ Capone, Legs Diamond και Dutch Schultz, με τους οποίος είχε μία επιφυλακτική εξοικείωση, οι παραγωγοί ταινιών Carl Laemmle, Sr. Howard Hughes και Joe Schenk, διάφοροι γνωστοί των εξεζητημένων σόους, όπως οι Yellow Kid Weil και Swifty Morgan, άνθρωποι των πετρελαίων όπως οι Ray Ryan και Blondie Hall, αμέτρητοι ηθοποιοί από τους λιγότερο γνωστούς George M.Cohan, W.C. Fields , έως τους John Barrymore και Ava Gardner, μέχρι και τους αδερφούς Dollar John, Half Dollar John και Two Bit John τζογαδόρους από την Νέα Υόρκη και τόσους άλλους.
" Σε αυτούς τους ανθρώπους χρωστάω μερικές από τις πιο ευχάριστες παρεμβολές στον τρόπο ζωής μου " λέει ο Νικ . Μετά από ένα καταστροφικό για αυτόν παιχνίδι στο Σαρατόγκα Σπρινγκς το 1920, ο Νικ κέρδισε 100.000 δολάρια σε ένα παιχνίδι ζαριών σε ένα μικρό ξενοδοχείο του Μανχάτταν στη δυτική 40η οδό. Όταν έφυγε από εκεί στις 2 την νύχτα ο Νικ πρόσεξε ότι τον ακολουθούσαν πέντε γεροδεμένοι άνδρες. Υποψιάστηκε ότι του έστησαν διπλή παγίδα και αντί να πάει κατευθείαν στο ξενοδοχείο του , κατευθύνθηκε στην Times Square και κόλλησε δίπλα σε έναν αστυνομικό που είχε υπηρεσία εκείνο το βράδυ. Παρέμεινε με τον άνθρωπο του νόμου μέχρι τις 6 το πρωί ,οπότε και του ήτο δυνατόν να πάει με ασφάλεια στον προορισμό του.
Οι επαγγελματίες τζογαδόροι σαν είδος της κοινωνίας , τυλίγονταν από την σκιά της συκοφαντίας μέσα στα μυαλά των ανθρώπων. Οι λέξεις επαγγελματίας τζογαδόρος έφερνε στο νου είτε κάποιους οπλισμένους κακοποιούς, ή κάποιους αετονύχηδες χαρτοκλέφτες που κοιμούνται την νύχτα και γδύνουν τα κορόιδα το βράδυ. Αυτή η εικόνα ήταν προφανώς ακριβής τα χρόνια των πλοίων στο Μισσισίπη τον 19ο αιώνα, αλλά τα χρόνια μετά το 1920 είναι πολλές φορές άδικη. Τώρα ο τζογαδόρος είναι ένας σκληρά εργαζόμενος που δουλεύει περισσότερες ώρες για την αποστολή του από ότι ένας μέσος επιχειρηματίας. Πρέπει να συνδυάζει τα ταλέντα του μαθηματικού και του ειδικού των σπορ, και πρέπει να έχει την αντοχή στην έλλειψη ύπνου όταν ένα μεγάλο παιχνίδι διαρκεί αρκετές μέρες.
Ο Νικ ντύνεται με εξαιρετικό γούστο, πάντα με κοστούμια με ταιριαστό χρώμα και συντηρητική κοψιά. Το ύφασμα είναι πάντα ατσαλάκωτο και είναι γνωστό ότι πηγαίνει πάλι σπίτι για να αλλάξει εάν δει το παραμικρό ψεγάδι στο ντύσιμο του. Η φωνή του Νικ είναι βαθιά και ηχηρή, και οι κοινωνικοί του τρόποι είναι κάτι που παρατηρείς με δέος. Μία ηθοποιός γοητεύτηκε τόσο πολύ από τον Νικ ώστε δήλωσε κάποτε ότι ήταν πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλο στον τέλειο άνδρα που θέλει μία γυναίκα. " Έχει μεγαλύτερη έλξη από όλους τους ηθοποιούς του Χόλυγουντ μαζί. Ξέρει πώς να χειριστεί τις καταστάσεις γύρω του σαν αληθινός άντρας του κόσμου. Και το σημαντικότερο μοιάζει να έχει πάντα τις τσέπες του γεμάτες με χιλιάδες δολάρια, και αν του αρέσεις σου δίνει μερικά. Τι άλλο να ζητήσει μία κοπέλα;"
Στις συναλλαγές του κόσμου του τζόγου ο Νικ θεωρείται σαν μία ανωμαλία γιατί η φήμη του βασίστηκε πάντα στις μεγάλες του χασούρες παρά στα μεγάλα του κέρδη. Οι άλλοι διάσημοι παίκτες της εποχής του όπως ο Άρνολντ Ρόθνστάιν και ο Τιτάνικ Τόμπσον, κέρδισαν την φήμη τους από μεγάλα κέρδη. Ο Ρόθστάιν π.χ. τσέπωσε πάνω από 750.000δολ. σε μία στημένη κούρσα στο Μπέλμοντ Πάρκ. Ο Τιτάνικ που χρωστάει το παρατσούκλι του για την προθυμία του να βυθίσει ένα υπό κατασκευή πλοίο και να πάει μαζί του στον πάτο εν ανάγκη, ήταν γνωστός επειδή μπορούσε να κερδίσει μεγάλα ποσά σε αιφνιδιαστικά χωρίς λογική για τους άλλους στοιχήματα.
Με τον Νικ ήταν πάντα η άλλη όψη του νομίσματος. Η φήμη του σαν τζογαδόρου βομβαρδιζόταν περιοδικά με νέα από τεράστιες χασούρες του φιλοσόφου Έλληνα. Πολλοί συνάδελφοι του , ενώ αναγνώριζαν τις ικανότητες και θαύμαζαν τα νεύρα του και το ψυχικό του σθένος, τον έβλεπαν κάτι σαν κορόιδο. Αυτό απορρέει από την παθιασμένη υπερηφάνεια του Νικ σαν τον νούμερο ένα παίκτη της χώρας. Το απολαμβάνει να θεωρείται σαν 'καλό παλικάρι' από άκρη εις άκρη της χώρας. Προτείνει συχνά μικρότερες πιθανότητες από τις φυσιολογικές ή δέχεται στοιχήματα στα οποία έχει λιγότερες από ίσες τύχες στο να κερδίσει., επειδή ακριβώς θέλει να επιβεβαιώσει ότι έχει περισσότερα νεύρα από τους αντιπάλους του.
Η πιο επισφαλής του τακτική, σύμφωνα με άλλους που παρακολουθούν τον κόσμο των στοιχημάτων, είναι η πρακτική του να δίνει μεγάλη δράση σε παίκτες που έχουν πολύ λίγα να χάσουν. Οι τζογαδόροι ποτέ δεν αρέσκονται να εμπλέκονται με έναν αντίπαλο από τον οποίο δεν μπορούν να κερδίσουν ένα ικανοποιητικό ποσό, ο Νικ όμως συχνά ρισκάρει το μεγάλο του κεφάλαιο εναντίον κάποιου με μικρό κεφάλαιο. Μία φορά πήρε το τραίνο από το Λος Άντζελες για ένα ταξίδι στην Νέα Υόρκη. Του αρέσει πολύ να παίζει χαρτιά στο τραίνο, αλλά το μόνο γνώριμο που αντάμωσε στα βαγόνια του τραίνου ήταν ο Mike Lyman, ο μικρός αδερφός του διάσημου μαέστρου ορχήστρας Abe Lyman. Στην πρόσκληση του Νικ για ένα παιχνιδάκι χαρτιά απάντησε ότι έχει μόνο λεφτά για το ταξίδι και ότι θα ήταν χαζομάρα να χάσει ο Νικ τον χρόνο του μαζί του.
Τον Νικ δεν το ένοιαζε. " Θεώρησε ότι έχεις 1.000 δολάρια πίστωση από μένα , σε εμπιστεύομαι, του πρότεινε. Έτσι παίξαν σχεδόν συνεχώς σε όλη την διαδρομή, δοκιμάζοντας όλα τα γνωστά παιχνίδια για μονομαχίες όπως καζίνο, ράμυ, πινακλ, μπριτζ και άλλα. Όταν το τραίνο μπήκε στο Κεντρικό τερματικό σταθμό της Νέας Υόρκης ο Νικ βρέθηκε χαμένος ακριβώς 97.000 δολάρια. Ο Νικ άνοιξε την βαλίτσα του, μέτρησε τα 97 χιλιάρικα, και τα έδωσε στον κατάπληκτο αλλά χαρούμενο αντίπαλο. Οι παίκτες θα πουν ότι κανείς άλλος στο επάγγελμα δεν θα πλήρωνε το χρέος αυτό κάτω από τέτοιες συνθήκες. Ακόμη και αν αυτή η φαινομενική ανακολουθία της αναλογίας μεταξύ χασούρας και κέρδους δίνει την εντύπωση ότι ο Νικ ήταν πάντα από την άτυχη πλευρά , πρέπει να τονιστεί ότι κέρδισε πολύ συχνά μεγάλα ποσά. "
Αλλά " όπως λέει χαρακτηριστικά ένας για πολλά χρόνια αντίπαλος του", ο καθένας μπορεί να κερδίσει στον τζόγο και να πάρει τα λεφτά με αβρότητα. Είναι λίγοι αυτοί που μπορούν να χάσουν και να πληρώσουν χωρίς κανενός είδους κραυγαλέας διαμαρτυρίας, και ο Νικ είναι ο πρωταθλητής των πρωταθλητών σε αυτό".
Παρόλο που ο Νικ ήταν σε επαφή με όλους τους μεγάλους γκάνγκστερ της Αμερικής υπάρχει μόνο μία καταγεγραμμένη (εκτός από την σύλληψη του για ακάλυπτη επιταγή των 100 δολαρίων το 1921, την οποία ο Νικ αμφισβήτησε ) σύλληψη του στις 21 Νοεμβρίου 1920 στο Σικάγο.Η δημοσίευση στις εφημερίδες έλεγε για την προσαγωγή του Νικ στο δικαστήριο με ένα αταίριαστο τέλος. Ο Νικ και μερικοί άλλοι συμπαίκτες του συνελληφθησαν όλοι με την κατηγορία του αδικήματος της αλητείας, και χωρίς να έχουν κάποιο νομικό στήριγμα ο δικαστής όρισε ότι πρέπει να τεθούν υπό κράτηση με χρηματική εγγύηση για την αποφυλάκιση τους τα 500 δολάρια έκαστος.
Ο Νικ έβαλε το χέρι του κάτω από το παλτό του βγάζοντας μία ζώνη με χρήματα. Από εκεί έβγαλε μερικές χιλιάδες δολάρια και πλήρωσε την εγγύηση για όλους τους κρατούμενους. Μετά από αίτημα των δημοσιογράφων που τον περικύκλωσαν καθώς έβγαινε από το δικαστήριο, μέτρησε τα χρήματα που είχε στην ζώνη, ήταν κάτι παραπάνω από 350.000 δολάρια!