Σάββατο 11 Απριλίου 2009

Nick the Greek ενας μυθος...2

Ακόμη και μερικά από τα πιο βασικά στοιχεία της ζωής του Νικ παραμένουν καλυμμένα από μυστήριο. Η πραγματική του ηλικία και ημερομηνία γέννησης , μεταβαλλόντουσαν συνεχώς από μήνα σε μήνα και από χρονιά σε χρονιά, καθώς απαντούσε σε όλους όσους η περιέργεια τους έκανε στην άκρη το σέβας για προσωπικά δεδομένα.
Την καλύτερη απάντηση την έδωσε μάλλον στον γιατρό του. Σύμφωνα λοιπόν με την μαρτυρία του προσωπικού του γιατρού ο Νικ, γεννήθηκε το 1883 στην Κρήτη σαν ορθόδοξος χριστιανός με το όνομα Νικόλαος Ανδρέας Δάνδολος.
Η έγκυρη και μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα New York Times στο άρθρο της του 1929 για τον Νικ , ανέφερε ότι ήταν 43 χρόνων. Επίσης έγραψε στο ολοσέλιδο της άρθρο της 27 Δεκεμβρίου 1966 ότι ο Νικ πέθανε 80 ετών.

« Όταν ήμουν 8 χρονών, ο πατέρας μου με έστειλε να ζήσω μαζί με τον πλούσιο νονό μου στην Σμύρνη. Εκεί φοίτησα στο Αγγλικό σχολείο Baxter και κατόπιν έλαβα πτυχίο από το Ελληνικό Ευαγγελικό Κολλέγιο. Είχα ταλέντο στις γλώσσες και έμαθα Αγγλικά , Γαλλικά, Ιταλικά, Ισπανικά, Τούρκικα, λίγα Εβραϊκά και Αρχαία Ελληνικά. Μου άρεσε να γράφω ποίηση. Στην πνευματική μου αναζήτηση αφιερώθηκα από τότε και για όλη μου την ζωή στην σπουδή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη.
Ο νονός μου είχε μεγάλα σχέδια για μένα καθώς στα 18 μου αποφάσισε ότι πρέπει να περιοδέψω στον κόσμο, ώστε να προετοιμαστώ καλύτερα για τις επερχόμενες σπουδές μου στην Οξφόρδη. Ήλπιζε ότι στο σπουδαίο αυτό Πανεπιστήμιο θα μπορούσα να λάβω το ανώτερο δίπλωμα της Φιλοσοφίας. Μου έστελνε 150 δολάρια την εβδομάδα ,ένα μεγάλο ποσό για την εποχή, συν τα ταξιδιωτικά έξοδα. Το ταξίδι μου πέρασε από τις Η.Π.Α και έφτασε ξαφνικά στο τέρμα του όταν έφτασα στον Καναδά».
Όπως γίνεται συνήθως συνέβη κάτι το αναπάντεχο. Βέβαια πριν από αυτό το αναπάντεχο ο Νικ έκανε και πολλά άλλα αναπάντεχα. Κράτησε πολλά από τα στοιχεία με τα οποία ανατράφηκε στην εφηβεία, όπως να ντύνεται καλά στο Baxter School στην Σμύρνη, με συμμαθητές εγγλέζους τζέντλεμαν προορισμένους για το διπλωματικό σώμα.
Ήταν πολύ έξυπνος αλλά την τέχνη της διπλωματίας την χρησιμοποιούσε για να την μεταμορφώσει πάντα κατά βούληση ,πάντα με τον δικό του τρόπο .Διάβαζε όλο και περισσότερο βιβλία με ποίηση και φιλοσοφία, και οι γύρω του πρακτικοί άνθρωποι ανησύχησαν για αυτόν , και το που αυτό θα οδηγούσε. Σε μία περίπτωση πάντως αυτό οδήγησε στο σπίτι ενός Τούρκου.
“Εκείνη την νύχτα έπεισα τον φύλακα ενός πολύ σπουδαίου Τούρκου της εποχής να με αφήσει να μπω στο σπίτι του λόγω του ότι ο Τούρκος έλειπε εκτός πόλης. Ήταν ένα κοινωνικό πείραμα εκ μέρους μου, θέλοντας να μελετήσω την ζωή των πασάδων λογαριάζοντας όμως χωρίς τον ξενοδόχο.
Ο Τούρκος επέστρεψε τα μεσάνυχτα και άρχισε να φωνάζει που είναι αυτή η μαύρη ψυχή. Πάνω στον πανικό μου μην ξέροντας τι να κάνω φώναξα εδώ είμαι. Για καλή μου τύχη υπήρχε ένα παράθυρο ανοιχτό και πήδηξα από ψηλά έξω στον δρόμο. Ήμουν τόσο λαχανιασμένος και μισοπεθαμένος από φόβο όταν έφτασα σπίτι ώστε να μου κοπεί η όρεξη για νέες περιπέτειες για πολλά χρόνια.
Η μητέρα μου ταράχτηκε όταν έμαθε τα νέα και στο γράμμα της μου θύμισε ότι οι κακές μου συνήθειες με παρέσερναν σε κουταμάρες. Όπως όταν με είχε τσακώσει να παίζω με τα παιδιά του δημοτικού χαρτιά κάτω από την σκιά μιας μεγάλης ελιάς στην Κρήτη. Η φαντασία εξάπτεται στην ιδέα να ρίξεις μία ματιά στην πολυτελή ζωή του πασά και του χαρεμιού του.”
Ο Νικ διηγιέται ο προσωπικό του δράμα που έζησε όταν έφτασε για πρώτη φορά στην Αμερική με την τέχνη ενός βάρδου, και φαίνεται σε όσους την άκουσαν σαν να υπάρχει μια προσθήκη δραματικής φαντασίας στην όλη ιστορία.
“0 λόγος που άφησα τις Η.Π.Α και συγκεκριμένα το Σικάγο για το Μόντρεαλ του Καναδά είχε να κάνει με το ωραιότερο κορίτσι που έχω δει ποτέ. Ήταν σαν ο αρχαίος Θεός Έρως να έκαμνε το θαύμα του . Καθώς επισκεπτόμουν οικογενειακούς μου φίλους με κάλεσαν σε έναν βραδινό χορό που διοργάνωσε η ελληνική κοινότητα της πόλης.
Ήμουν το πρόσωπο της βραδιάς, ένας νεαρός Έλληνας από την πατρίδα με λαμπρό μέλλον. Μου σύστησαν μία νεαρή Ελληνίδα, την πιο ωραία γυναίκα που έχω δει, τα μάτια της με μάγεψαν. Σύντομα λογοδοθήκαμε και αποφασίσαμε να παντρευτούμε. Μετά από λίγες μέρες τσακωθήκαμε. Για να την τιμωρήσω έφυγα για το Μόντρεαλ. Δεν ήξερα όμως ότι τιμωρούσα τον εαυτό μου. Τα άσχημα νέα δεν άργησαν να φτάσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου