Παρασκευή 15 Μαΐου 2009

Ο Nick the greek γινεται η μεγαλυτερη ατραξιον του Λας Βεγκας

Το άλλο διάσημο παιχνίδι μεταξύ των δύο διεξήχθη την επόμενη χρονιά περίπου, στο διαμέρισμα του Ρόθσταιν στην Νέα Υόρκη. Αυτήν την φορά διάλεξε το παιχνίδι στο οποίο θεωρούνταν ο αδιαφιλονίκητος κορυφαίος ,το σταντ πόκερ.
“Κέρδισα 675.000 δολ. σε δέκα ώρες. Προς το τέλος του αγώνα μας όμως έπεσα πάλι πάνω σε αυτό που ονομάζω η γρουσουζιά του Ρόθσταιν. Είχα ένα πολύ καλό φύλλο, έναν Παπά στο κρυμμένο φύλλο και έναν άλλο στο φανερό. Ο Ρόθσταιν είχε ένα Άσσο καρό στο κρυμμένο και έναν Παπά καρό στο φανερό του χαρτί”.
Μένοντας οι δυο τους καθώς οι άλλοι παίκτες έκαναν πάσο από το κόλπο, οι δύο παίκτες φαινόμενο, πέρασαν στην σφαίρα του αληθινού σε βάθος παιχνιδιού που δεν χαρακτηρίζεται τόσο στο να κερδίσεις λεφτά ,αλλά στο να επικρατήσεις ενάντια σε όλους τους αντιπάλους με την δύναμη της διαίσθησης, της πανουργίας και του θάρρους. Ο Νικ άνοιξε με ένα προσεκτικό ποντάρισμα των 10.000 ώστε να μην διώξει τον Ρόθσταιν από το ποτ. Ο Ρόθσταιν του γύρισε 30.000 και ο Νικ τα είδε. Στην επόμενη κάρτα τράβηξε ένα τέσσερα ενώ ο Ρόθσταιν ένα εννιά καρό. Τότε ο Ρόθσταιν πόνταρε 60.000 και ο Νικ τα είδε.
Η επομένη κάρτα ήταν ένα εξάρι για τον Νικ και ένα τέσσερα καρό για τον Ρόθσταιν.
“Αυτή ήταν η στιγμή. Ήμουν σίγουρος ότι ο Ρόθσταιν δεν είχε ζευγάρι αλλά ίσως να είχε ένα καρό στην κρυφή του κάρτα. Είμαι επίσης σίγουρος ότι ούτε ο Ρόθσταιν πίστευε ότι έχω ζευγάρι αλλιώς δεν θα είχε μείνει τόσο πολύ στο κόλπο. Δεν ξέρω όμως, ήταν ένας ιδιόρρυθμος ψυχρός άνθρωπος στο τραπέζι”, είπε ο Νικ.
Μετά από μία παύση ,στην οποία οι άλλοι παίκτες καθόντουσαν ακίνητοι στο τραπέζι, ο Ρόθσταιν πόνταρε άλλες 70.000. Πολύ ήσυχα ο Νικ τα είδε και πόνταρε άλλες 142.500 που ήταν ότι λεφτά είχαν απομείνει στον Ρόθσταιν στο τραπέζι. Ο Ρόθσταιν τα είδε. Σε αυτό το ποτ υπήρχαν γύρω στις 600.000, ήταν το μεγαλύτερο ποτ στο μεγαλύτερο παιχνίδι σταντ πόκερ που έχει καταγραφεί.
Τώρα ήρθε η ώρα να μοιραστεί το τελευταίο φύλλο. Ο Νικ τράβηξε ένα 7 μπαστούνι και ακούμπησε την πλάτη του στην καρέκλα σαν να ίππευε χασμουρημένος πάνω στους παπάδες του. Ο Ρόθσταιν τράβηξε το φύλλο του ,αποκαλύπτοντας πρώτα το κρυμμένο του φύλλο τον άσσο καρό, ήταν ένα επτά καρό. Έτσι έκανε φλος κερδίζοντας το κόλπο. Η ρέντα του Ρόθσταιν συνεχίστηκε καθώς κέρδισε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια ακόμη από τους υπόλοιπους παίκτες, με τον Νικ να βγαίνει κερδισμένος τελικά 70.000 δολάρια όταν μία ώρα περίπου πριν το τέλος κέρδιζε 675.000 δολάρια .
Την επόμενη μέρα ο Ρόθσταιν του έστειλε μία ολοκαίνουργια Ρόλς Ρους ,αλλά ο Νικ του την γύρισε πίσω. Το μοναδικό που είπε ήταν “ποιος χρειάζεται ένα αμάξι στην Νέα Υόρκη;”
Το 1929 ήταν μία πολύ άσχημη χρονιά για όλους τους μεγάλους παίκτες. Ακόμη και αυτοί οι λίγοι που αντιστάθηκαν να επενδύσουν χοντρά στις μετοχές της Γουώλ Στρητ ένοιωσαν την τσαμπιά του μεγάλου κραχ της Μαύρης Παρασκευής. Με το ξεκίνημα της επόμενης δεκαετίας παρά ταύτα , το μέλλον φαινόταν καλύτερο . Η ευημερία όπως διακήρυττε με πίστη ο Αμερικανός πρόεδρος ήταν κάπου στην γωνία , και αυτοί που νόμιζαν ότι μπορούν να την δουν κάπου εκεί στην γωνία ενίσχυσαν συνολικά την αισιοδοξία τους στις λέσχες παιχνιδιών από την μία άκρη της Αμερικής έως την άλλη.
Το 1931, πέρασε ένας νόμος στην πολιτεία της Νεβάδα που έκανε νόμιμο τον τζόγο στην πολιτεία. Αν και λίγη σημασία δόθηκε για αυτό στην χώρα ήταν μία κίνηση που θα άλλαζε το μέλλον του τζόγου στην Αμερική. Φυσικά υπήρχαν ήδη κάποια καζίνο στην πολιτεία της Νεβάδα σχεδόν από τότε που εγκαταστάθηκαν σε αυτήν οι πρώτοι άποικοι . Δόθηκε απλά νομιμότητα σε μία ήδη γνωστή και διαβόητη κατάσταση. Έτσι λοιπόν παρόλη την νομιμοποίηση τους την δεκαετία του 30 τα καζίνα έμοιαζαν να είναι καταδικασμένα σε αποτυχία ,όπως οι νόμιμες λέσχες της Λουιζιάνα τον 19o αιώνα.
Στο μεταξύ η μεγάλη δράση διασκορπίστηκε. Το Νιούπορτ, το Κεντάκυ άρχισαν σιγά σιγά να ανεβαίνουν στο προσκήνιο , και το Χοτ Σπρινγκς όπως και το Αρκάνσας θεωρούνταν άξια προσοχής. Το Μαϊάμι άρχισε να προσελκύει περισσότερους παίκτες από το Πάλμ Σπρινγκς και φυσικά η Νέα Υόρκη όπως και σήμερα συνέχισε να είναι ένας μοναδικός πόλος δράσης για μεγάλα χρηματικά ποσά.
Η Νεβάδα ακόμα συνέχιζε να προσελκύει ένα πολύ μικρό μερίδιο από αυτό που τις αναλογούσε. Η δράση βέβαια για τους high rollers είχε ελαττωθεί πάρα πολύ καθώς τα καλά παιχνίδια σπάνιζαν αρκετά. Δεν υπήρχε το άφθονο χρήμα της προηγούμενης δεκαετίας. Ο Νικ έκανε ένα μικρό αναγνωριστικό ταξίδι στις αρχές του 30 στο μοναδικό μέρος της Αμερικής όπου οι πολίτες μπορούσαν να παίξουν ελεύθερα χωρίς τον φόβο της σύλληψης.
Και μολονότι είδε προοπτικές εκεί , παραδέχτηκε αργότερα ότι βρήκε κάτι παραπάνω από αποκρουστικές τις συνθήκες διαβίωσης εκεί καθώς και το γενικότερο σκηνικό. Η αποστροφή του για το κλίμα και η απομόνωση της περιοχής ίσως να τον κρατούσαν μακριά από την Νεβάδα για πάντα, εάν δεν συνέβαινε ένας μικρός λάθος υπολογισμός από τον φίλο του Χάρρυ Μάβροκ.
Ο Χάρρυ έτρεφε εδώ και πολύ καιρό έναν κρυφό πόθο , του να γίνει ένας κορυφαίος ανεξάρτητος τζογαδόρος όπως ο ευεργέτης του, και το 1933 αποφάσισε ότι ήταν έτοιμος. Πούλησε τα δικαιώματα του στην λέσχη για ζάρια στην Νέα Υόρκη, μετέτρεψε οτιδήποτε άλλο είχε σε ρευστό για να δώσει στον εαυτό του ένα αρχικό κεφάλαιο των 800.000 δολαρίων. Τότε βγήκε έξω για να αντιμετωπίσει τα μεγαλύτερα παιχνίδια που υπήρχαν.
Φυσικά ο Νικ θα μπορούσε να του είχε πει τι μεγάλο λάθος πήγε να κάνει. Αρκετές φορές όμως τον είχε προειδοποιήσει ότι το γεγονός ότι κάποιος ξέρει πώς να τζογάρει και το γεγονός ότι λειτουργούσε παιχνίδια τύχης με την ικανότητα του μάνατζερ ήταν μεγάλα πλεονεκτήματα, αλλά αυτά δεν εγγυώνται την επιτυχία. Επίσης του είπε ότι υπήρχε και το θέμα της ατομικής προσωπικότητας, αυτή η ακαθόριστη εσωτερική ποιότητα της με χαράς αποδοχής του ρίσκου, που ξεχωρίζουν τους νικητές από τους χαμένους.
Ο Νικ δεν ήταν όμως παρόν όταν ο Χάρρυ έψαξε να βρει τον μπελά του, και τα νέα ότι ο Χάρρυ αποφάσισε να αλλάξει στρατηγική διαδόθηκαν αργά σε αυτόν. Όταν τα νέα τον βρήκαν ήταν στο Λούισβιλλ παραδίνοντας μαθήματα πόκερ σε κάποιους ντόπιους που νόμιζαν ότι ήξεραν τα πάντα για το παιγνίδι. Ο Νικ παρόλο που σκέφθηκε ότι ίσως η ξαφνική αναχώρηση του φίλου του είχε να κάνει με τις κούρσες αλόγων δεν δίστασε. Πήρε το πρώτο τραίνο που βρήκε, αλλά μια χιονοθύελλα τον κράτησε στα σκοτάδια της Πενσυλβάνια, και την ώρα που συνάντησε τον καλό του φίλο τα πράγματα είχαν πάρει μία ροπή τέτοια που οδηγούσαν σε ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα.
Ο Χάρρυ ήταν στο Bergen County του Νιού Τζέρσευ σε ένα μέρος γνωστό ως The Barn και μετά από δύο μέρες συνεχούς δράσης στα ζάρια το κεφάλαιο του είχε ψαλιδιστεί σχεδόν εξ ολοκλήρου. Για μια στιγμή ο Νικ σκέφτηκε να πλησιάσει τον Χάρρυ διακόπτοντας το παιχνίδι, ώστε να τον πάρει από κει μέσα σώζοντας τα λίγα χρήματα που του απόμειναν. Αλλά το βλέμμα στα μάτια του νεαρού Χάρρυ ήταν κάτι που είχε ξαναδεί. Ήταν η μισογυάλινη έκφανση του παίκτη που προσπαθεί να τα πάρει όλα πίσω εδώ και τώρα ,αλλά χάνει συνεχώς. Και αυτό έγινε.
Καθώς ο Νικ παρακολουθούσε ο φίλος του έσπρωξε τα εναπομείναντα του χρήματα στο κέντρο του τραπεζιού. Ένας τύπος που τον φώναζαν The Baron ήταν αυτός που διοργάνωνε το παιχνίδι και κάλυψε το στοίχημα του Χάρρυ που έριξε τα ζάρια. Ήταν μία φυσιολογική εξέλιξη. Κέρδισε την ζαριά και χωρίς να διστάσει τα έπαιξε πάλι όλα για όλα. Έριξε πάλι γρήγορα τα ζάρια βλέποντας το τέσσερα και το τρία να αναπαύονται επάνω στην τσόχα. Έτσι ξανακέρδισε και φώναξε δυνατά “ξανά, τα ξαναπαίζω όλα” ,αυτή την φορά όμως τα στριφογύρισε μερικές φορές παραπάνω στις χούφτες του.
Η σιωπή στο δωμάτιο ήταν τέτοια καθώς όλοι μπόρεσαν να ακούσουν τα λόγια ενθάρρυνσης που πρόφερε στον εαυτό του καθώς άνοιγε τα χέρια του και άφηνε τα ζάρια να διατρέξουν όλο το μήκος του τραπεζιού και να σταματήσουν τελικά στο τέλος του. “Εφτά”, κραύγασε ο Χάρρυ. Ήταν όμως οι δύο άσσοι στα ζάρια που τον κοιτούσαν. “Ο παίχτης έχασε” φώναξε ο Βαρόνος , μαζεύοντας τα ζάρια και τα χρήματα “επόμενος παίκτης”. Για μία στιγμή ο Χάρρυ στάθηκε χαζεμένος τρεμοπαίζοντας τα βλέφαρα του καθώς έβλεπε τα τελευταία του χρήματα να μπαίνουν στο ταμείο του μαγαζιού.
Τότε σήκωσε το κεφάλι του και έβαλε το χέρι του μέσα σε μία ειδική θήκη κάτω από την ζώνη του παντελονιού του. Όταν το έβγαλε κρατούσε ένα μικρό πιστόλι. Η δραστηριότητα στην αίθουσα διακόπηκε απότομα. Ο βαρόνος κούνησε το πόδι του για να πάει προς το μέρος του αλλά το σκέφτηκε καλύτερα όταν ο Χάρρυ γύρισε το πρόσωπο του για να τον κοιτάξει.
Όλοι οι υπόλοιποι στέκονταν απόλυτα ακίνητοι , περιμένοντας. Με ένα μικρό πλάγιο χαμόγελο ο Χάρρυ άνοιξε αδέξια τον κύλινδρο του πιστολιού, βγάζοντας τις σφαίρες στο χέρι του και ξανάβαλε μόνο μία μέσα στον κύλινδρο.
“Άκουσα για ένα νέο παιχνίδι”, είπε χωρίς να απευθύνεται σε κάποιον συγκεκριμένα. “Το ονομάζουν ρώσικη ρουλέτα , βλέπετε το μόνο που κάνεις είναι να γυρίσεις τον κύλινδρο γύρω γύρω και να πατήσεις την σκανδάλη”. Σημάδεψε με το πιστόλι τον κρόταφο του και πυροβόλησε. Ακούστηκε ένα κλικ καθώς η σκανδάλη πάτησε σε άδειο από σφαίρα θάλαμο. Ακόμα χαμογελούσε. “Η τύχη μου” είπε “άλλος ένας χαμένος”. Αλλά πριν ο Χάρρυ προλάβει να σηκώσει το όπλο για άλλη μία προσπάθεια παρενέβη ο Νικ.
“Χάρρυ”, του είπε με μία καθαρή , κρύα φωνή. “Χέι Χάρρυ...” Ο Χάρρυ γύρισε το κεφάλι του βλέποντας τον φίλο του για πρώτη φορά. “Γειά χαρά Νικ, τι κάνεις αγόρι μου;” του λέει. “ Έτσι και έτσι του λέει ο Νικ, βγάζοντας από την τσέπη του μία δέσμη χαρτονομίσματα. “Πες μου Χάρρυ” του λέει ξεχωρίζοντας μερικά χαρτονομίσματα “δικιά σου δεν είναι η κάντιλακ που είναι παρκαρισμένη έξω;”
Ο Χάρρυ σκέφτηκε για αυτό και είπε “ Ναι , έτσι πιστεύω γιατί;” –“Σκέφτηκα” είπε ο Νικ βάζοντας στο χέρι του Χάρρυ ένα μάτσο εκατοδόλαρα, “σκέφτηκα ότι θα ήταν ενδιαφέρον αν βάζαμε ένα μικρό στοίχημα, δύο χιλιάρικα για την κάντιλακ σου στην επόμενη ριξιά”.
Τα μάτια του Χάρρυ διευρύνθηκαν και το σαγόνι του έπεσε. Ένας δραματικός ηθοποιός ίσως να ζήλευε τις εναλλαγές των συναισθημάτων που παρέλασαν στο πρόσωπο του για ένα λεπτό. Κατόπιν έσκασε στα γέλια. Ο Νικ γέλασε μαζί του - η ένταση είχε σπάσει πλέον - και προχώρησε για να αποσπάσει το πιστόλι από τα χέρια του φίλου του. “Σιωπηλέ Έλληνα, πουτάνας γιε”,γόγγυσε ο Χάρρυ και πέταξε το πιστόλι στον τοίχο ,”θα έπρεπε να γινόταν αυτό από τα χέρια σου”.
Στην επιστροφή για Νέα Υόρκη ο Νικ μίλησε στον Χάρρυ για μία ιδέα μιας νέας επιχειρηματικής πρωτοβουλίας με κάπως μικρότερο ρίσκο από τα τραπέζια με ζάρια. Ένα από τα μεγάλα μειονεκτήματα που σημείωσε στην πόλη της ερήμου το Λας Βέγκας ήταν η έλλειψη μιας αξιοπρεπής εγκατάστασης για φαγητό. “Δεν εννοώ μεγάλα πολυτελή ρεστοράν” του λέει, “εννοώ απλώς ένα μέρος όπου κάποιος μπορεί να σερβιριστεί ένα έξοχο γεύμα”.
Στην αρχή ο Χάρρυ πρόβαλλε αντίσταση. Είχε ακουστά ότι η Δύση ήταν γεμάτη Ινδιάνους. Επιπλέον τι στο διάβολο ήξερε ο ίδιος για το πώς να διευθύνει ένα τέτοιο μαγαζί; “Δεν ξέρεις τίποτα”, παραδέχτηκε ο Νικ “είσαι όμως καλός μάγειρας. Έφαγα από τα χέρια σου και ήταν α' διαλογής. Τα υπόλοιπα θα τα μάθεις”.
Και πραγματικά αυτό έγινε. Με ένα δάνειο 10.000 δολ. από τον Νικ το καφέ του Χάρρυ έγινε επιτυχία σχεδόν από την αρχή. Το μπουμ στο Βέγκας απείχε μερικά χρόνια ακόμη. Αλλά υπήρχε πάντα κάτι να κάνεις στην πόλη , ακόμη και αν όπως έλεγε ο Χάρρυ ήθελες μόνο να κοιτάζεις. Σε αυτά τα χρόνια της δεκαετίας του 30 ο Νικ επισκεπτόταν τον Χάρρυ περιστασιακά μόνο. Κατά τα μέσα της δεκαετίας μπορούσες εύκολα πλέον να βρεις μεγάλα παιχνίδια στην ανατολή και στα κεντρικά της χώρας. Το Χόλυγουντ έβγαζε κάποιους χοντρούς παίκτες αλλά όχι αρκετούς ώστε να ικανοποιήσει την ανάγκη του Νικ για συνεχή δράση.
Οι επισκέψεις του στην δυτική ακτή , που περιορίζονταν στα λίγα κλάμπς με γρήγορη δράση που τα έβρισκες τότε στο Sunset Strip , ήταν συνήθως απογοητευτικές , και σπάνια προτιμούσε τα νόμιμα καζίνο του Λας Βέγκας, ρίχνοντας εκεί απλώς μία γρήγορη ματιά.
Την δεκαετία αυτή η φήμη ότι ο Νικ εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο high roller παίκτη μεγάλωσε. Ήταν ο άνθρωπος που δημιουργούσε την μεγαλύτερη δράση όπου και αν πήγαινε και αυτό άρχισε να δημιουργεί ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα. Πολλοί ενοχλητικοί τύποι άρχισαν να κυνηγούν κάθε παιχνίδι στο οποίο μετείχε.
Οι ρεπόρτερ ήθελαν να γράψουν την ιστορία της ζωής του - μία ανησυχητική πρόταση σε έναν άνθρωπο που έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του με τον κοινωνικό περίγυρο να του γέρνει τα φρύδια πάνω του. Κάθε μέρος που επισκεπτόταν οι τοπικοί παίκτες ήθελαν να παίξουν μαζί του , μόνο και μόνο για να έχουν να το διηγηθούν.

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Οι μονομαχιες του Nick the greek με τον Σιτροεν και τον Ροθσταιν...2

Ο Νικ από την άλλη τραβούσε μία απογοητευτική αλληλουχία δύσκολων φύλλων που χρειάζονταν πραγματική δεξιοτεχνία για να παιχτούν. Κρατιόταν στο παιχνίδι όμως παρόλα αυτά μετριάζοντας τα χτυπήματα που δεχόταν η κάβα του, μπλοφάροντας τον αντίπαλο του όταν αυτός δεν αντιλαμβανόταν τον κίνδυνο κάνοντας τον να κάψει το χέρι του. Και επιτέλους μετά από 30 περίπου ώρες η τύχη του άρχισε να αλλάζει. Ήταν τότε που αντιλήφθηκε την κύρια αδυναμία του αντιπάλου του. Ο Σιτροέν ήταν ένας steamer δηλαδή ένας παίκτης που δεν αποδέχεται μία σειρά ατυχών αποτελεσμάτων αυξάνοντας τα στοιχήματα του σε μία προσπάθεια να τα πάρει γρήγορα όλα τα χαμένα πίσω.
«Αυτό ήταν το πλεονέκτημα μου φίλε μου Χάρρυ. Ο Σιτροέν ήταν ένας ταλαντούχος ερασιτέχνης παίκτης, αλλά παρόλα τα καλά του ένστικτα για τα παιχνίδια με μεγάλα ποσά, του έλειπε αυτό το τελικό μικρό κάτι του προσωπικού αυτοέλεγχου που διακρίνει τον παίκτη που είναι συνεπής με τα κέρδη». Το πρόσωπο το Χάρρυ φωτίστηκε, ρίχνοντας πάλι ένα βιαστικό ζηλόφθονο βλέμμα στα 900.000δολ. που γέμιζαν την πεπαλαιωμένη βαλίτσα του Νικ.
«Και τώρα τι κάνουμε?» ρώτησε τον Νικ. «Το τελείωμα του παιχνιδιού στην Σαρατόγκα είναι ήδη χθεσινά νέα, το Παλμ Μπητς είναι ακόμα ανοικτό, αλλά από ότι ακούω δεν αξίζει τον κόπο να παίξεις εκεί.» «Τι γίνεται με το Σικάγο?» ρώτησε ο Νικ. «Ίσως ,αλλά είναι αρκετά άγριο, κάποιος πόλεμος συμμοριών μεταξύ του Καπόνε και των παιδιών του βόρειου τμήματος της πόλης». «Και εδώ στην Νέα Υόρκη?» ξαναρώτησε ο Νικ. Ο Χάρρυ σήκωσε τους ώμους, «Ακόμα κανονίζω διάφορα παιχνίδια εδώ , έρχεται ένας έρχονται όλοι» .
Η παραμονή του Νικ στην Νέα Υόρκη ήταν συντομότερη από ότι υπολόγιζε. Μόλις 4 μήνες μετά την άφιξη του από την Ευρώπη ,όλο του κεφάλαιο έκανε φτερά μέσα σε μία μέρα και μία νύχτα σε ένα σκληρό και γρήγορο παιχνίδι Στάντ Πόκερ και η προσοχή του στράφηκε δυτικά στο Σικάγο. Υπήρχε αρκετό παιχνίδι σε όλη την διαδρομή μέχρι την δυτική ακτή ,αλλά το πραγματικό παιχνίδι με τα μεγάλα ποσά παιζόταν στην ανατολική πλευρά της χώρας, όπου γκάνγκστερ και τυχοδιώχτες αναμιγνύονταν με τα αξιοσέβαστα πρόσωπα της υψηλής κοινωνίας ,τουλάχιστον για τζόγο.
Η πόλη της ερήμου το Λας Βέγκας (ισπανική λέξη για το λιβάδι) ,ήταν ακόμη σαν αχνοφεγγιά στα μάτια των επενδυτών γης και ακινήτων ,και το Ρένο δεν είχε καθιερωθεί ακόμη στην συνείδηση των ανθρώπων ως ένα μέρος αλληλένδετο με τα γρήγορα διαζύγια. Σιγά σιγά όμως τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν.
Το 1928, ο φίλος και αντίπαλος του Νικ ο 'Αρνολντ Ρόθστάιν πυροβολήθηκε σε ένα δωμάτιο του ξενοδοχείου Πάρκ Σέντραλ. Ένας ψυχρός αγώνας για επικράτηση είχε κυριαρχήσει μεταξύ των δύο αντρών τα προηγούμενα χρόνια εξαιτίας της ανάμιξης του μεγαλοεπιχειρηματία στο σκάνδαλο του μπέιζμπολ το 1919. Όταν όμως ο Νικ έλαβε γνώση για τον τραυματισμό του συνάδελφου τζογαδόρου άφησε αμέσως την Νέα Ορλεάνη (όπου έκαμνε με κάποια επιτυχία την μπάνκα στο παιχνίδι του Φάρο) για την Νέα Υόρκη με το επόμενο τραίνο. Ήταν όμως αργά. Όταν έφτασε στο νοσοκομείο ο Ρόθστάιν δεν ήταν καθόλου σε θέση να τον αναγνωρίσει. Λίγο αργότερα πέθανε .
Ο Νικ έκλαψε σιωπηλά μην μπορώντας να δεχτεί το άσχημο τέλος του ανθρώπου με τον οποίο είχε δώσει ομηρικές μάχες τόσο στα ζάρια όσο και στα χαρτιά. Εκείνη την νύχτα ο Νικ κατέληξε σε ένα απόλυτο μεθύσι για πρώτη και ίσως τελευταία φορά μετά το Μόντρεαλ. Ο Ρόθστάιν ήταν ένας σκληρός και αδίστακτος επιχειρηματίας και τζογαδόρος αλλά στο βάθος της ψυχής του ο Νικ αναγνώρισε τον 'Αρνολντ σαν σύντροφο όπως και ο Έκτορας θα αναγνώριζε τον Αχιλλέα. Για μερικά δευτερόλεπτα πέρασαν από μπροστά του σαν σε κινηματογραφική ταινία όλες οι στιγμές που διασταυρώθηκαν οι ζωές τους ,στιγμές που δεν διέφεραν πολύ από ένα κοχλάζον ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Πως μπορούσε να ξεχάσει ξέροντας ότι δεν θα ξανασυναντούσε τέτοιον αντίπαλο. Ο Ρόθστάιν ήταν ιδιοκτήτης της περίφημης λέσχης The Brook και όσο αυτή λειτουργούσε ο Νικ ήταν ένας ευπρόσδεκτος επισκέπτης. Μετά τις πρώτες του μεγάλες επιτυχίες ο Νικ αποφάσισε να τα βάλει με τους μεγαλύτερους τζογαδόρους. Διάλεξε τον Ρόθστάιν σαν στόχο του, τον θεωρούσε σαν την μεγαλύτερη του πρόκληση.
Την δεκαετία του 1910 ο Νικ δεν περνούσε απαρατήρητος , ήταν νέος και «ένας γοητευτικός ψηλός άντρας που είχε πάντα μερικές χιλιάδες δολάρια στις τσέπες του» είπε μία ηθοποιός και πρώην παρτενέρ του. Ο Νικ έκανε πολλές φορές το ταξίδι από το Σικάγο στην Νέα Υόρκη παίζοντας μονομαχίες με τον Ρόθστάιν για εξαψήφια πάντα νούμερα είτε στην λέσχη του τελευταίου είτε αλλού. Κατά κανόνα έχανε ,αλλά πάντα σηκωνόταν από το τραπέζι λέγοντας αντίο με την υπόσχεση ότι θα ξαναγυρίσει.
Κρατούσε την υπόσχεση του. Το παιχνίδι που διάλεγε ήταν το αγαπημένο του ,το πόκερ. Ο Νικ μπορούσε να αποσπάσει όλα τα λεφτά που έβαζε στο τραπέζι ο Ρόθστάιν ,αυτός όμως είχε πάντα την δυνατότητα να βγάλει από τις τσέπες του μία εξίσου μεγάλη κάβα ξανά και ξανά. Ο Νικ δεν είχε αυτήν την πολυτέλεια. Εάν έχανε την κάβα που έφερνε μαζί του το παιχνίδι τελείωνε για αυτόν. Ο Ρόθστάιν ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι ήταν καλύτερος παίκτης από τον Νικ ,ούτε όμως ότι ήταν πιο τυχερός όπως τον θεωρούσαν ότι είναι οι περισσότεροι τζογαδόροι.
Ακόμη και ο ίδιος ο Νικ θεωρούσε τα παιχνίδια του με τον Ρόθσταιν γρουσούζικα. «Ήταν οι πιθανότητες που κέρδιζαν τον Νικ» έλεγε ο Ρόθσταιν, «είχα απλά πολύ μεγαλύτερο κεφάλαιο από τον Νικ ώστε είχα την δυνατότητα να χάσω και να παίξω πιο πολλά πονταρίσματα από ότι ο Νικ». Ο Νικ το ήξερε αυτό. Τα ποσοστά ήταν εναντίον του αλλά ο Νικ ήταν παίχτης με έφεση στο ρίσκο, σε αντίθεση με τον Ρόθσταιν που έβλεπε τον τζόγο σαν επιχειρηματίας. Η πρόκληση ήταν τόσο μεγάλη ώστε ο Νικ δεν μπορούσε παρά να νοιώθει μεγάλη χαρά ,το απολάμβανε, να αντιστέκεται στις πιθανότητες, και οι πιθανότητες τον κέρδιζαν.
Μπορεί να έπαιρνε καλά φύλλα ,να ήταν σε θέση να δημιουργήσει και να κερδίζει μεγάλα ποτ, αλλά κάποτε η τύχη θα του γυρνούσε την πλάτη, θα έκαμνε το κρίσιμο λάθος και τα πολύ μεγαλύτερα χρηματικά αποθέματα του Ρόθσταιν θα τον γονάτιζαν. Ένα βράδυ του 1916 ο Νικ επισκέφθηκε την λέσχη του Ρόθσταιν. Ο Νικ είχε χάσει 250.000δολ. (κάποιοι μιλούσαν για 600.000) την προηγούμενη χρονιά από τον Ρόθσταιν και η τύχη του δεν ήταν καλύτερη στην συνάντηση τους στο Σαρατόγκα αυτήν την χρονιά. Χρειαζόταν λεφτά. Ο Ρόθσταιν σεβόταν τον Νικ και του έδωσε 25.000 δολ.
«Είναι ένα δάνειο που πρέπει να ξεπληρωθεί αλλιώς να σε βοηθήσει ο Θεός» του διεμήνυσε ο Άρνολντ, δίνοντάς του όμως μία συμβουλή. «Στοιχημάτισε τα όλα στην ομάδα του μπέιζμπολ Reds». Μία συμβουλή από τον άνθρωπο που κατηγορήθηκε ότι έστησε το πρωτάθλημα του Μπέιζμπολ το 1919. Την δεκαετία του 1920 όταν ο Νικόλαος Δάνδολος έγινε γνωστός ως Nick The Greek, θεωρούνταν ως ο μοναδικός άνθρωπος που μπορούσε να κερδίσει κατά εξακολούθηση τον Άρνολντ Ρόθσταιν.
Σε αυτά τα χρόνια παίχθηκαν τα διασημότερα παιχνίδια μεταξύ των δύο. Ένα από αυτά ήταν ένα μαραθώνιο παιχνίδι με ζάρια που κράτησε 12 μέρες, το οποίο θεωρείται ακόμη ως ένα από τα μεγαλύτερα όλων των εποχών. Το παιχνίδι κανόνισε ο γνωστός φίλος και πρώην υπάλληλος και προστατευόμενος του Νικ ο Χάρρυ Μάβροκ σε ένα πολυτελές με ανέσεις και εξυπηρέτηση ξενοδοχείου διαμέρισμα της 54ης οδού στη Νέας Υόρκης. Το μέρος ήταν ραμμένο και κομμένο για τέτοιου είδους εκδηλώσεις ώστε ο γνωστός για τα μικρά του διηγήματα συγγραφέας Damon Ranyon το χαρακτήρισε αργότερα ως την πιο παλιά εγκατεστημένη επιχείρηση που πρόσφερε παιχνίδια με ζάρια σε μόνιμη βάση.
Την βραδιά όμως που άρχισε το παιχνίδι ο Χάρρυ ανέστειλε την συνηθισμένη λειτουργία της λέσχης ώστε να διεξαχθεί ένα και μόνο παιχνίδι, εξυπηρετώντας μόνο τρεις παίκτες τον Νικ , τον Sam Rossof και τον Άρνολντ Ρόθσταιν, επιτρέποντας επίσης σε ευυπόληπτα άτομα να στοιχηματίζουν υπέρ του ενός παίκτη ή του άλλου ,τα λεγόμενα prop ή side bets .
Φυσικά ο καθένας από αυτούς μπορούσε να συμμετάσχει ενεργά στο παιγνίδι, και φυσικά το επιχείρησαν λίγο ή πολύ. Ήταν η χρονιά του 1925 και ο Νικ είχε μόλις γυρίσει από το Σαν Φρανσίσκο όπου μετά από έξι μήνες συνεχούς παιχνιδιού πόκερ κέρδισε 1,1 εκ. δολάρια. Μαζί με το αρχικό του κεφάλαιο ο Νικ είχε στην βαλίτσα του 1,6 εκ. δολάρια. Τα νέα για την άφιξη του Νικ μεταδόθηκαν αστραπιαία , όπως επίσης και τα μεγάλα του κέρδη στο Σαν Φρανσίσκο. Με έκπληξη του, είδε μια ομάδα προσωπικοτήτων να τον καλωσορίζει για να τον συγχαρεί. Αποτελούνταν από τον Άρνολντ Ρόθσταιν —τον φημισμένο τζογαδόρο- το Σαμ Ρόσοφ -από τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες της πόλης-,τον Joe Starr ο οποίος ήταν ο άνθρωπος που κινούσε τα νήματα από το παρασκήνιο στο Tammany Hall (πολιτική μηχανή του Δημοκρατικού Κόμματος που ήλεγχε τις εξελίξεις στην πολιτική ζωή της Νέας Υόρκης, προωθώντας παράλληλα στην πολιτική μετανάστες από την Ιρλανδία, από το 1790 έως το 1960) ,τον μεταπράτη της Γουώλ Στρητ Leo Kaplis ,ένα γνωστό μπουκμέηκερ και τζογαδόρο από το Νιού Τζέρσευ, και άλλους.
«Μπορούσες να δεις σχεδόν δάκρυα στα μάτια τους, τόσο χαρούμενοι ήταν που με έβλεπαν πάλι πίσω . Κανείς όμως δεν ανέφερε για ένα παιχνίδι με ζάρια για τουλάχιστον μία ώρα ,φυσικά για λόγους λεπτότητας». Δεκαπέντε λεπτά μετά το πέρας της πρώτης ώρας το παιχνίδι βρισκόταν σε εξέλιξη. Οι δύο του κύριοι αντίπαλοι είχαν στην κατοχή τους παρόμοιο ποσό με αυτό του Νικ. Καθώς τα ζάρια άρχισαν να κυλούν τα μεγάλα νέα έρευσαν στο Μανχάταν ,το Μπρονξ ,το Μπρούκλιν και σε κομμάτια του Τζέρσευ, σε λαχανιασμένες ομάδες οι ενοχλητικοί θεατές άρχισαν να καταφθάνουν θέλοντας να παρακολουθήσουν την δράση.
«Ξεκίνησα δυνατά ,αποδεχόμενος όλα τα στοιχήματα για οποιοδήποτε ποσό ήθελε να ποντάρει ο κάθε τζέντλεμαν, ήταν ένα παιχνίδι χωρίς όρια φυσικά. Μετά από αρκετές δεκάδες προθερμαντήρια στοιχήματα με τα ζάρια ,διαπίστωσα ότι οι υπόλοιποι παίκτες του τραπεζιού δεν χτυπούσαν ο ένας τον άλλον αλλά μόνο εμένα, ήταν μία ερεθιστική ανακάλυψη. Η δράση διακοπτόταν μόνο για φαγητό και μικρά διαλλείματα ύπνου. Επισκέφτηκα τέσσερις φορές κάποια άλλα διαμερίσματα», είπε ο Νικ.
Οι μπάτσοι δεν μπορούσαν να διαλύσουν το παιχνίδι λόγω ενός δικαστικού εγγράφου, μιας και κάποιοι από τους παριστάμενους παίκτες ήταν βαριά πολιτικά πρόσωπα, έρχονταν όμως που και που για να σιγουρευτούν ότι όλοι αισθάνονται άνετα.
«Σε κάποιο κρίσιμο σημείο πόνταρα 180.000δολ. έναντι 120.000 ότι κάποιος από τους τζέντλεμαν δεν θα έφερνε 5άρι. Δεν το έφερε. Σε ένα άλλο κρίσιμο σημείο παρατήρησα μία στοίβα από χαρτονομίσματα μπροστά από τον Σαμ Ρόσοφ. Είδα μερικά εκατοδόλαρα στην κορυφή της στοίβας και φυσικά υπέθεσα ότι μιας και ήταν περίπου 3 πόντους σε ύψος θα ήταν γύρω στα 7.000 δολ. Πόνταρα εναντίον του Ρόσοφ όλη αυτή την στοίβα για ένα στοίχημα 6 εναντίον 5 ότι δεν θα έφερνε 6άρι. Έφερε το εξάρι. Πόσα σου χρωστάω τον ρώτησα. Ογδόντα τέσσερις χιλιάδες μου απαντάει, μετρώντας την στοίβα στην οποία είχε 10 χαρτονομίσματα των 100 δολαρίων επάνω και 69 των χιλίων δολαρίων από κάτω», θυμάται ο Νικ.
Στην ενδέκατη μέρα ο Νικ άρχισε με κακοτυχία, χάνοντας γύρω στις 50.000 σε κάθε ζαριά. «Κοντά στα μεσάνυχτα της 12ης μέρας πόνταρα εναντίον 8 τζέντλεμαν για 10.000 τον καθένα και έχασα. Κατόπιν αυτού ήμουν τελειωμένος. Έχασα 1 εκατομμύριο σαράντα χιλιάδες στο τραπέζι και άλλες 560.000 σε εξωτερικά στοιχήματα με τους υπόλοιπους τζέντλεμαν. Μετά από αυτό ο Ρόθσταιν και οι υπόλοιποι δεν περίμεναν να ξανακούσουν νέα μου». Το ποσό που έχασε ο Νικ ήταν τεράστιο και ακατάρριπτο μέχρι σήμερα για τζόγο με ζάρια, καθώς ήταν το μεγαλύτερο ποσό στο λιγότερο χρονικό διάστημα στην ιστορία του παιχνιδιού των ζαριών. Αν μετατρέψουμε το 1,6 εκ. δολάρια σε σημερινές τιμές το ποσό είναι αστρονομικό.
Ο Νικ προχώρησε προς την πόρτα της εξόδου όπου τον περίμενε κατσουφιασμένος ο Χάρρυ. « Ήταν ένα σπουδαίο παιχνίδι φίλε Χάρρυ» του λέει. Ο Χάρρυ κινήθηκε με αβρότητα και έχωσε μία δεσμίδα εκατοδόλαρα στο πανωφόρι που θα φορούσε ο Νικ. «Πρέπει να το ξανακάνουμε κάποια φορά», του λέει ο Νικ.

Οι μονομαχιες του Nick the greek με τον Σιτροεν και τον Ροθσταιν

«Κάποια χρονιά που είχε νεκρώσει για ένα διάστημα η δράση αποφάσισα να ξαναπάω στην Ευρώπη μαζί με τον Χάρρυ Μάβροκ (Μαυροκορδάτος). Του τηλεφώνησα από το Σικάγο, ενώ αυτός ήταν ακόμη στην Νέα Υόρκη. Ο Χάρρυ μου εξήγησε ντροπαλά ότι εάν έφευγε θα άφηνε τα οικονομικά του συμφέροντα στα χέρια των αντιπάλων. Έτσι έφυγα μόνος με το πλοίο He de France για να δω τι είχε να μου προσφέρει το Μονακό.
Η τύχη μου πάντως δεν είχε καμία σχέση με τα συνηθισμένα μου στάνταρντ και ήμουν έτοιμος για επιστροφή στην Αμερική με ένα σημαντικά περιορισμένο από χρήματα πορτοφόλι, όταν άκουσα μία ενδιαφέρουσα πληροφορία από το γαλλικό κέντρο στοιχημάτων στο Deauville.»
Ο Andre Citroen, ο κατασκευαστής αυτοκινήτων, έχασε 13.000.000 φράγκα στο Μπακαρά, παίζοντας εναντίον της μπάνκας την οποία κρατούσε το ελληνικό συνδικάτο, που την εποχή εκείνη είχε επικεφαλής τον Νίκο Ζωγράφο. Αυτή η χασούρα των 500.000 δολ. ανάγκασε τον Σιτροέν να αναθέσει το μάνατζμεντ της εταιρίας του σε έναν όμιλο Γάλλων επιχειρηματιών για ένα προσωρινό διάστημα τουλάχιστον. Επέστρεψε όμως στο Deauville με φρέσκο χρήμα αναζητώντας πάλι δράση. Ο Νικ αποφάσισε να ερευνήσει το θέμα.
«Σκέφτηκα ότι ο Σιτροέν και εγώ αποκλείεται να συνεχίζαμε να χάνουμε. Εάν παίζαμε μία μονομαχία μαζί, ή ο ένας ή ο άλλος θα κέρδιζε και θα επέστρεφε πάλι δυνατά στο παιχνίδι.»
Στο Deauville το καζίνο απολάμβανε μία θαυμάσια χρονιά. Οι αδελφές Ντόλλυ (γεννημένες ως Janzieska και Roszieska Deutsch ) παρουσιάζονταν λίγο ως πολύ μόνιμες συνοδοί στο καζίνο του Βρετανού μεγαλέμπορου και μεγιστάνα Gordon Selfridge, κάτι που θα συνέχιζαν να απολαμβάνουν μέχρι την διάλυση της οικονομικής αυτοκρατορίας του μεγαλοεπιχειρηματία το 1935. Οι βραδινές τους εξορμήσεις τους έφερναν να παίζουν δίπλα στον Αγά-Χάν που θεωρούνταν ο πιο πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο (0 Howard Hughes και ο J. Paul Getty ήταν ακόμη σχετικά άγνωστοι ) μιας και ο βαρόνος Henry de Rothshild δεν φαινόταν πουθενά , ούτε καν σε φιλανθρωπικές δωρεές πλέον.
Ένας συχνός παρατηρητής, αλλά μόνο περιστασιακά συμμετέχων ήταν ο Ignace Jan Paderewski , βιρτουόζος του πιάνου και κάποτε πρωθυπουργός της Πολωνίας. «Λατρεύω να παίζω αλλά έχω άλλα σχέδια για τα χρήματα», έλεγε ο Πολωνός (όλα του τα κονσέρτα γίνονταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς υπέρ των παιδιών και των σακατεμένων του πολέμου).
Στο δεύτερο απόγευμα μετά την άφιξη του (ο Σιτροέν ήταν εκτός πόλης για δουλειές) , Ο Νικ παρατηρούσε σιωπηλά χωρίς να φαίνεται η έκφραση του καθώς ο καπνός του πούρου του κάλυπτε συνεχώς το πρόσωπο του. Είδε λοιπόν την μεγαλύτερη από τις αδελφές Ντόλλυ να ικετεύει τον Σέλφριτζ για επιπλέον χρήματα ώστε να παίξει στην ρουλέτα. Ο Σέλφριτζ δίστασε λέγοντας της ότι έχασε ήδη 10.000 δολ. και η τύχη της πολύ δύσκολα θα άλλαζε. Η γυναίκα όμως επέμενε οπότε ο Σέλφριτζ της έδωσε 1000 δολ. με μία προϋπόθεση.
«Παίζεις πολλά στοιχήματα της είπε, αυτό δίνει το πλεονέκτημα στο καζίνο να σε γονατίσει με τα ποσοστά που παίρνει σε κάθε μπίλια. Έτσι αυτή την φορά πρέπει να τα παίξεις όλα σε ένα νούμερο, και μετά να σταματήσεις είτε χάσεις είτε κερδίσεις», της είπε.
Ανέκφραστη η πρώην τραγουδίστρια γύρισε στο τραπέζι αλλά κοιτούσε την ρουλέτα μπερδεμένη. Δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιο νούμερο έπρεπε να ποντάρει. Ο Αγά Χαν ένας αδιόρθωτος παίκτης του ενστίκτου ήρθε κοντά της για να την σώσει. «Δοκίμασε την ηλικία σου χρυσή μου» της λέει. «Αυτό είναι πάντα μία καλή ιδέα όταν παίζεις το τελευταίο σου στοίχημα για το βράδυ». Η καλλιτέχνης σκέφτηκε για ένα λεπτό και συμφώνησε. «Ευχαριστώ στρουμπουλιάρη» του λέει και χαμογέλασε πλατιά προσπαθώντας να ποντάρει με το χέρι της στα μεγάλα νούμερα στην άκρη του τραπεζιού, αλλά σταμάτησε στα μεσαία. Με μία γρήγορη ματιά στους άλλους παίκτες για να δει αν κατάλαβαν την πρόθεση της να παίξει μεγάλο νούμερο έκανε μια μικρή κίνηση με το χέρι της προς τα πίσω και ποντάρισε το 25. «Αυτό ήταν» είπε ,»αυτή είναι η ηλικία μου, ας δούμε τώρα επιτέλους λίγη δράση». Ο κρουπιέρης γύρισε την μπίλια με το συνηθισμένο του τέμπο και αυτή μέσα σε μία γενική αγωνία έκατσε στο νούμερο 35. «Να πάρει η ευχή», βροντοφώναξε η πρώην Μις Γερμανία και μετά λιποθύμησε. Αυτή η ιστορία ,διανθισμένη και φουσκωμένη, την διηγιόντουσαν συνεχώς για χρόνια σαν συνοδευτικό ενός ειρωνικού γέλιου. Αλλά εκείνη την νύχτα στο καζίνο υπήρχαν δύο που δεν γέλασαν.
Ο ένας ήταν ο Πολωνός που ευγενικά πρόσφερε την βοήθεια του ώστε η κοπέλα να μην βρεθεί στο πάτωμα. Ο άλλος ήταν ο Νικ που βοήθησε τον Πολωνό πιανίστα να την μεταφέρουν σε έναν καναπέ. «Η ηλικία μιας γυναίκας» , της είπε ο Νικ, καθώς τις έτριβε τα χέρια για να επαναφέρει την κυκλοφορία του αίματος, «είναι πάντα αυτή που λέγεται ότι είναι, ακόμη και σε ένα στέκι τυχερών παιχνιδιών». Ο Πολωνός έγνεψε συγκαταβατικά σαν να συμφωνούσε.
Πέρασε μία εβδομάδα μέχρι να επιστρέψει από το Παρίσι στον χώρο του τζόγου ο Σιτροέν αλλά εντωμεταξύ ο Νικ είχε καταφέρει να συγκρατήσει την ανυπόμονη φύση του. Έπαιζε άτονα , χάνοντας και κερδίζοντας μικρά ποσά στην ρουλέτα και το Μπακαρά. Σε ένα δευτερεύουσας σημασίας παιχνίδι πόκερ έχασε μερικά ακόμα εκατοδόλαρα πείθοντας τον ότι η κακοτυχία του συνεχιζόταν. Ήταν σχεδόν έτοιμος να παρατήσει την αναμονή του και να κλείσει εισιτήριο για Νέα Υόρκη όταν εμφανίστηκε τελικά ο Σιτροέν.
Ο αυτοκινητοβιομήχανος πληροφορήθηκε το ενδιαφέρον του Νικ (τα κουτσομπολιά για τον τζόγο ταξίδευαν με την ίδια ταχύτητα όπως ο τηλέγραφος εκείνα τα χρόνια),και τον κατέλαβε η ραδιουργία. Άλλωστε το καζίνο είχε αρκετά από τα χρήματα του.
«Ίσως ένα ιδιαίτερο παιχνίδι? Μόνο με εμάς τους δύο;» ρώτησε τον Νικ στα γαλλικά ,λίγα λεπτά μόνο μετά την πρώτη τους συνάντηση. «Είναι μάλλον το καλύτερο», του απαντάει με συνετό τρόπο ο Νικ επίσης στα Γαλλικά.
«Υπάρχουν πολλά παιχνίδια με τα οποία μπορούμε να διασκεδάσουμε», λέει ο Γάλλος. «Πράγματι όπως το ιδιαίτερο γαλλικό παιχνίδι του Σεμέν ντε Φερ», λέει ο Έλληνας. «Ή το εντυπωσιακό αμερικάνικο παιχνίδι του πόκερ», απαντάει ο Γάλλος. «Ένα ζευγάρι ζάρια δεν θα ήταν και δύσκολο να βρεθούν φυσικά», λέει ο Έλληνας. «Είναι αλήθεια ,αλήθεια». Με τις λέξεις αυτές ο βιομήχανος σιώπησε για λίγο, καθώς βυθίστηκε σε βαθιές σκέψεις. «Έχω ακούσει πολλές διηγήσεις», είπε τελικά «για ένα παιχνίδι , εμ πως το λένε ? α ναι Μπλακτζακ!»
Ο Νικ ύψωσε το ματόφρυδο του. Αυτός ο Γάλλος είχε την πιο στρωτή γραμμή ενός πωλητή του δρόμου που μπορεί να πουλάει αστραπιαία οτιδήποτε στα μεγάλα σαλόνια. Δεν θυμόταν να είχε ξανασυναντήσει κάτι τέτοιο ,ούτε στην Σμύρνη όπου επιβίωναν μόνο οι αετονύχηδες έμποροι. «Χμ Μπλάκτζακ» του είπε και τα χείλη σούφρωσαν προσεγγίζοντας εύλογα την απροθυμία.. «Έχω παίξει ένα τέτοιο παιχνίδι ,που μοιάζει με το δικό σας Vingt-et-Un νομίζω, αλλά μόνο με ένα τσούρμο προσκόπων. Για σπίρτα».
«Και εγώ το έχω παίξει μόνο με τις αδελφές μου> του λέει ο Σιτροέν. Για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου οι δύο τζογαδόροι κοίταξαν ο ένας τον άλλον εκτιμώντας την κατάσταση. Αλλά τους ήταν πολύ, ακόμα και για αυτούς που υπολόγιζαν το κάθε τι πριν βρεθούν σε κάποιο μεγάλο παιχνίδι. Τελικά κοντρόλαραν προσεκτικά τις εκφράσεις τους χαμογελώντας αυτάρεσκα, βγαίνοντας έξω από το καφέ όπου είχαν βρεθεί κρατώντας ο ένας το μπράτσο του άλλου για να κατευθυνθούν στο ξενοδοχείο όπου ο Σιτροέν είχε έτοιμα το τραπέζι ,τα χαρτιά και τους σωματοφύλακες.
Το παιχνίδι ήταν μικρής διάρκειας για τα στάνταρντ του Νικ, κράτησε μόνο δύο μέρες. Δύσκολα όμως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο Σιτροέν ο ίδιος πρότεινε ένα μίνιμουμ ποσό πονταρίσματος των 25.000 φράγκων( 1.000 δολ.),και ήταν φανερό από την αρχή όπως και για τον Νικ, ότι είχε θέσει ένα και μοναδικό στόχο, να σπάσει τον αντίπαλο του. Ο Γάλλος φαινόταν να έχει μία λογική πιθανότητα να το πετύχει αυτό στην πρώτη ώρα του παιχνιδιού περίπου. Τα φύλλα του ήταν καλά και φαινόταν να είναι μάστορας του ιδιωτικού παιχνιδιού (που διαφέρει αρκετά από αυτό που παίζεται στο καζίνο).

Σάββατο 2 Μαΐου 2009

Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΤΣ ΟΣΦΠ-ΠΑΟ

Τι ματς ηταν αυτο...το ταλεντο ξεχειλιζε και απο τις 2 ομαδες. Ας κανουμε ομως την αναλυση του αγωνα, για να δουμε γιατι νικησε ο Παναθηναικος. Ας ξεκινησουμε με τους προπονητες που δεν ειχαν το πρωταγωνιστικο ρολο στο χθεσινο παιχνιδι. Οταν υπαρχει τοσο ταλεντο μεσα στο παρκε ο προπονητης αν κανει τα καθορισμενα πραγματα ειναι μια χαρα. Φυσικα υπαρχουν λεπτομερειες που φανηκε οτι ο Ομπραντοβιτς ειναι καλυτερος απο τον Γιαννακη οπως δηλαδη οτι ο Παναθηναικος επελεξε να βαλει την μπαλα μεσα στο καλαθι αντι να παιξει απο την περιφερεια που εχει καλυτερη απο τον Ολυμπιακο. Αυτο ειναι εργο Ομπραντοβιτς. Οπως και ο Γιαννακης ηταν πολυ καλος χθες προσπαθησε να αλλαζει ρυθμους στο παιχνιδι ομως η χρησιμοποιηση του Παργκο στα πρωτα 4 λεπτα που δεν του βγηκε αφου ο Σπανουλης εκανε παρτυ!!! Αλλα αυτα δεν εκριναν το παιχνιδι. Το παιχνιδι το εκρινε η ποιοτητα των παικτων. Παμε να δουμε τι εκαναν οι παικτες του Παναθηναικου. Ξεκιναμε με το γεγονος οτι 4 παικτες του ΠΑΟ βαλανε ολους τους ποντους της ομαδας. Γιασικεβιτσιους, Σπανουλης, Μπατιστ, Πεκοβιτς και τους Φωτση, Περπερογλου να βαζουν 5 και 4 ποντους αντιστοιχα. Ολοι οι αλλοι αποντοι παικτες απως ο Διαμαντιδης, Νικολας, Τσαρτσαρης, Κετσμαν. Ο Παναθηναικος νικησε γιατι οι παικτες του (ξεχωριστα ο καθενας) εκμεταλευτηκαν το ταλεντο τους στο μεγιστο βαθμο. Ο Σπανουλης ειναι πολυ καλος στο ενα εναντιον ενος, στο 1ο ημιχρονο με τα νραιβ του ηταν ο καλυτερος παικτης του Παναθηναικου. Γιασικεβιτσιους απλα διαστημικος, ενας υπερπαικτης. Πολλοι θα αναρωτηθειτε γιατι δεν ειχε κανει τετοιο παιχνιδι ως τωρα. Η απαντηση ειναι οτι επειδη στο χθεσινο παιχνιδι ο Διαμαντιδης ηταν εκτος ρυθμου ο Γιασικεβιτσιους πηρε την μπαγκετα. Ως τωρα ο Μητσος ειναι αυτος που αποφασιζει που θα δωσει την μπαλα και ποιος θα σουταρει και ο Γιασικεβιτσιους προσπαθει να παιξει το ρολο που ειχε ο Σισκαουσκας στην ομαδα. Αλλα αυτος χθες δεν εγινε. Οποιος παρατηρησε, ο Γιασικεβιτσιους εδινε την μπαλα παντα ψηλα στον Μπατιστ και παντα σκαστη στον Πεκοβιτς. Αυτο δεν ειναι τυχαιο. Πραγματικα εντυπωσιαστικα απο τον Γιασικεβιτσιους. Ο Μπατιστ ηταν ο γνωστος Μπατιστ που οταν εχει την μπαλα κατω απο το καλαθι και αποφασισει να καρφωσει δεν μπορει να τον σταματησει κανενας!!! Εντυπωσιακος ηταν ομως και ο Πεκοβιτς δεν εχω ξαναδει παικτη, δεν μπορω να θυμηθω πραγματικα παικτη που οταν παιρνει την μπαλα και ειναι με την πλατη να εχει τοση γρηγορη εκτελεση. Ειναι 22 χρονων και πραγματικα εντυπωσιαζομαι απο την αρμονια που εχει στο σωμα του αυτος ο παικτης ειναι πραγματικα κατι το καταπληκτικο. Φυσικα πρεπει να διορθωσει καποια πραγματα οπως να μαθει να παιζει καλυτερη αμυνα, οχι οτι τον παιρνανε αλλα κανει φαουλ ευκολα πολυ ευκολα πρεπει να το κοψει αυτο αλλα βλεπω οτι μπορει να γινει μεγαλος παικτης. Ειπαμε οτι ο Διαμαντιδης δεν τραβηξε ουτε ο Νικολας. Ο Φωτσης εχει γινει ο Βασιλοπουλος του Παναθηναικου. Θελω να πω οτι ο Ομπραντοβιτς τον εχει κανει τον πιο αμυντικο παικτη και πραγματι πολυ καλη αμυνα απεναντι στον Πριντεζη. Ο Περπερογλου φαινεται οτι εχει βελτιωθει και μπορει και αυτος να προσφερει. Τωρα στα του Ολυμπιακου....Παπαλουκας....ειδαμε καποιες στιγμες απο αυτον που πραγματικα αποδεικνυει ποσο μεγαλος αρχηγος ειναι οταν στο τελος του παιχνιδιου ο Παναθηναικος παιρνει διαφορα στο ματς ειναι ο μοναδικος που γυρναει τουμπα το ματς με το τριποντο και το κλεψιμο στο Γιασικεβιτσιους. Φυσικα πηρε πολλες προσπαθειες πανω του και εκανε και λαθη αλλα τα ντραιβ του, οι πασες του ηταν το κατι αλλο. Ο Γκριρ ηταν πολυ καλος στο 1ο ημιχρονο πηρε την ομαδα πανω του. Αν και στο 2ο κλειστηκε πολυ καλα απο τον Διαμαντιδη. Ο Μπουρουσης, ο αρρωστος Μπουρουσης επαιξε αρκετα καλα με 10 ποντους και 7 ριμπαουντ. Θα τα πουμε πιο κατω για το τελευταιο σουτ. Ο Τσιλντρες επαιξε αρκετα καλα σε επιθεση και αμυνα εδειξε σε μερικα καλαθια την ποιοτητα του και εκει που μπορει να ειναι επικινδυνος ο Τσιλντρες ειναι κοντα στο καλαθι. Ο Ολυμπιακος εχασε το ματς γιατι δεν τραβηξε το δυνατο του σημειο οι παικτες κατω απο το καλαθι, ουτε ο Πριντεζης, ουτε ομως και ο Βουισιτς που στο 2ο ημιχρονο εβαλε καποιους ποντους ανεβηκε η αποδοση του αλλα δεν μπορουσε να παιξει αμυνα τον Πεκοβιτς με τιποτα. Πολλα μπορουν να ειπωθουν για αυτο το ματς οτι ο Ολυμπιακος επαιζε με απουσιες τον Μπουρουση μισο, χωρις Πελεκανο και Σοφοκλη που ο καθενας μπορει να πει οτι οι δυο τους δεν ειναι καθοριστικοι παικτες αλλα μπορουν να δωσουν 2-3 λεπτα πολυτιμα. Ενα παραδειγμα θα μπορουσε αντι του Βουγιουκα στο 3λεπτο που επαιξε και εκανε 2 φαουλ να βαλει τον Σοφοκλη και να κερδιζει απο το Πεκοβιτς 2 φαουλ. Αλλος μπορει να πει για το τελευταιο σουτ, οτι επρεπε να γινει τριποντο. Αποψη μου ο Μπουρουσης εκανε μια χαρα χουκ σουτ απλα δεν μπηκε. Εγω αν ημουν προπονητης θα ηθελα να παει η μπαλα στο αρχηγο τον Παπαλουκα και να αποφασισει αυτος τι θα κανει. Πανω απο ολα ομως ειναι οτι το ματς κριθηκε σε ενα σουτ σε μια τυχερη φαση και πρεπει να ειμαστε χαρουμενοι, περηφανοι που εχουμε 2 τετοιες ομαδαρες στην Ελλαδα και οτι 11 απο τους 12 παικτες της εθνικης βρισκονταν σε αυτο το καταπληκτικο παιχνιδι και οτι αυτες οι 2 ομαδες ειναι ο καθρεπτης του ελληνικου μπασκετ. ΜΠΡΑΒΟ ΣΤΗΝ ΧΑΡΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΩΣΑΤΕ ΚΑΙ ΕΙΔΑΜΕ ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟ ΜΑΤΣ

Παρασκευή 1 Μαΐου 2009

Nick the Greek ενας αληθινος high roller...3

Έτσι λοιπόν ήταν βέβαιο ότι θα ακύρωνε το καθιερωμένο του κάθε χρόνο προσκύνημα στην Μέκκα του τζόγου Μόντε Κάρλο. Ο Σουλτάνος όμως αποφάσισε διαφορετικά. Ευρηματικός καθώς ήταν μεταμφιέστηκε σε έναν απλό ταξιδιώτη και χρησιμοποιώντας το όνομα Jamal Tewfik έφτασε μυστικά στην Γαλλία και έπιασε μάλιστα δουλειά στο ξενοδοχείο σαν γκρουμ!
Το σχέδιο του Σουλτάνου ήταν ιδιοφυές, ο Χάρρυ όμως εξήγησε στον Νικ ότι παρότι ο Σουλτάνος ήταν στο Μονακό δεν θα μπορούσε να πάρει μέρος στα παιχνίδια του καζίνο καθώς θα τον αναγνώριζαν αμέσως ,ιδίως μάλιστα αν έπαιζε χοντρά λεφτά ως συνήθως.
«Αλλά ένα ιδιωτικό παιχνίδι μαζί σου...», λέει στον Νικ ο Χάρρυ, αφήνοντας μισοτελειωμένη την φράση. Σύντομα άφησε το δωμάτιο του Νικ και με γρήγορο τέμπο ακολούθησε τις οδηγίες , ώστε να κανονιστεί ένα ραντεβού με τον Πασά. Το παιχνίδι παίχτηκε τρεις μέρες μετά σε ένα απομονωμένο ξενοδοχείο μέσα στα όρια του πριγκιπάτου, και ο μάνατζερ πληρώθηκε με 25.000 φράγκα (και με έναν υπαινιγμό για αμερικανούς γκάνγκστερ) ώστε να κρατήσει το στόμα και τις πόρτες του ξενοδοχείου κλειστές για όσο διάστημα θα ήταν εκεί οι δύο ενοικιαστές.
Ο Νικ έφτασε νωρίς μαζί με μία φωτογραφία του Σουλτάνου από έναν φίλο του και έχοντας όλο το κεφάλαιο στο οπλοστάσιο του. Ο Σουλτάνος μοιάζοντας αρκετά στην φωτογραφία και στις υποψίες του Νικ έφτασε στην ώρα του ανακοινώνοντας ότι η τύχη του Νικ έφτασε στο τέλος της. Όπως έλεγε θα άφηνε στον αντίπαλο του λεφτά που θα φτάναν ίσα ίσα για την κηδεία του.
Έτσι το παιχνίδι ξεκίνησε. Ο Νικ φοβόταν ότι ο Σουλτάνος θα διάλεγε ένα ανατολίτικο παιχνίδι στο όποιο θα είχε ένα καθαρό ντεζαβαντάζ, αλλά οι αμφιβολίες του διαλύθηκαν όταν ο Σουλτάνος δήλωσε ευθαρσώς ως ένας μάστερ του αμερικάνικου παιχνιδιού στάντ πόκερ.
«Εντάξει του λέω ,φαίνεται ότι είμαστε σύμφωνοι, κόψε για να μοιράσουμε τα φύλλα». του είπε ο Νικ.
Και τα φύλλα μοιράστηκαν. Στις πρώτες 4 ώρες φαινόταν ότι ο Φουάντ έκανε καλή εντύπωση και οι καυχησιές του δεν ήταν αδικαιολόγητες, ήταν ένας δυνατός σκληρός παίκτης με περισσότερα λεφτά στην διάθεση του από ότι ο Νικ, ποντάριζε μεγάλα ποσά και φαινόταν να ξέρει πότε να κάνει πάσο και πότε να αυξήσει το στοίχημα.
Αλλά το σημείο που έγειρε την πλάστιγγα προς το μέρος του Νικ ήρθε όταν οι δύο μονομάχοι πόνταραν ένα ποτ σχετικά χαμηλά.Ο Νικ έδειχνε 3 καρδιές πριν πέσει το πέμπτο και τελευταίο φύλλο, ενώ τα ορατά φύλλα του Σουλτάνου μπορούσαν να αποφέρουν κάτι από φουλ μέχρι καρέ του παπά.
Ο Νικ μπόρεσε να δει το πέμπτο του φύλλο μόνο για 700 δολάρια. Είδε το πέμπτο φύλλο και περίμενε ,ενώ ο Σουλτάνος χωρίς να βιάζεται έσπρωξε άλλα ΙΟΟΟδολ. στην μέση του τραπεζιού. Ο Νικ ανέβασε την δράση , πόνταρε άλλα 1.500. Ο Σουλτάνος κοίταξε επίμονα το χέρι του Νικ.
«Οι πιθανότητες για φλος σε μονομαχία και χωρίς μπαλαντέρ είναι μικρές» λέει του Νικ. «Αυτό είναι αλήθεια ,αλλά θα σου κοστίσει 1.500 για να το δεις» του απαντάει ο Νικ.
«Μπορώ καλύτερα από αυτό, άλλες 3.000». Ο Νικ χαμογέλασε μαλακά και αύξησε για άλλες πέντε χιλιάδες το στοίχημα (σημαντικό ποσοστό από τα εναπομείναντα του)..
Αυτό παραήταν για τον Αιγύπτιο. Πέταξε τα χαρτιά του μονολογώντας στα αραβικά φράσεις που ο Νικ ήταν χαρούμενος που δεν χρειαζόταν να μεταφράσει. Το κόλπο δεν είχε τελειώσει όμως ακόμη. Παίρνοντας τα λεφτά και τις κάρτες προς το μέρος του, ο Νικ κατάφερε να φανεί ότι ήταν απροσεξία, καθώς τα χαρτιά που κρατούσε αναποδογύρισαν και για ένα δευτερόλεπτο πριν τα ξαναμαζέψει φάνηκαν στα μάτια του Σουλτάνου.
Ήταν το τρία κούπα και ο άσσος καρό. Ο Νικ κέρδισε με ένα φλος που δεν υπήρχε. Αυτό ακολούθησε άλλον έναν μακρύ μονόλογο από τα χείλη του Σουλτάνου και φέρνοντας μαζί μία συμπεριφορά στο παιχνίδι στην οποία ήλπιζε ο Νικ. Από το σημείο αυτό και μετά, ο Φουάντ έδειξε μία αξιοσημείωτη προδιάθεση να βλέπει κάθε χέρι του Νικ. Τέτοιες ροπές τις πληρώνεις ακριβά. Δύο μέρες μετά, Ο Σουλτάνος έχασε 700.000 δολάρια, και ο πρώην Jamal Tewhik προσπάθησε να πάρει δανεικά για το βασίλειο το ίδιο ώστε να συνεχίσει να παίζει. Ο Νικ δεν το σκέφτηκε ,αν και αργότερα έλεγε ότι ίσως έπρεπε να προχωρήσει στην συμφωνία μιας και ο Σουλτάνος έγινε βασιλιάς και ο γιός του ο Φαρούκ επίσης .Μία εβδομάδα αργότερα ο Φουάντ επέστρεψε στην Αίγυπτο και ο Νικ μαζί με τον Μαυροκορδάτο μάζεψαν τα κέρδη τους και επέστρεψαν στην Αμερική όπου βυθίστηκαν πάλι στα μεγαλύτερα παιχνίδια της ανατολικής ακτής. Το γούστο του για δράση τον οδήγησε σε μία ασυνήθιστα ευρεία γκάμα γνωριμιών.
Στο Σικάγο έχασε τα μισά από τα λεφτά που είχε κερδίσει στο Μόντε Κάρλο μετά από δύο ημέρες συνεχές παιχνίδι ζαριών(στο πίσω μέρος ενός αστυνομικού τμήματος), όπου ανάμεσα στους αντιπάλους του ήταν ο εργολάβος του υπόγειου σιδηρόδρομου Σάμ Νόσσοφ και ένας ανερχόμενος νεαρός «νονός» του υπόκοσμου ο Ντάτς Σούλτζ.
Αυτός που φυλούσε την είσοδο και εγγυόταν το παιχνίδι ήταν ένας αστυνομικός διευθυντής. Κατόπιν αυτού ο Νικ τα κέρδισε όλα πίσω και με τόκο, παίζοντας σταντ πόκερ στο Σαρατόγκα με τον Ρέγκι Βάντερπιλντ και τον βιομήχανο Χένρυ Κλέυ Φρικ.
Στο Παλμ Μπητς της Φλόριδα κέρδισε άλλες 100.000 δολ. σε 12 ώρες draw poker όπου τα μοναδικά του χαρίσματα έπρεπε να δουλέψουν για πενταροδεκάρες απέναντι στα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής σκηνής και τον μεγιστάνα του ατσαλιού Έλμπερτ Χ. Γκάρυ. Μία εβδομάδα αργότερα ο Νικ έχασε 50.000 δολ. στο διάσημο καζίνο-ρουλέτα του Col. Edward R. Bradley το Beach club.Erai επιβεβαίωσε την αποστροφή για όλη του την ζωή στην αμερικανική ρουλέτα. Τα ξανακέρδισε πίσω την ίδια νύχτα σε ένα παιχνίδι Φάρο στο sawdust join του Μαϊάμι.
«Ήταν το μοναδικό χάρισμα του Νικ», είπε ο Col. Bradley σε κατοπινά χρόνια «να είναι ταυτόχρονα και συμπαθής και καλοδεχούμενος σαν μέλος οποιουδήποτε γκρουπ, οποιουδήποτε κοινωνικού στρώματος και αυτό αν αντιπροσώπευε. Ίσως να οφειλόταν κατά κάποιον τρόπο στις πολλές ξένες γλώσσες που γνώριζε, μπορούσε να προσαρμόσει την γλωσσική του συμπεριφορά ανάλογα της παρέας που συμμετείχε.
Π.χ θα μπορούσε να δει το χέρι του Λέγκς Ντάιαμοντ λέγοντας -Νομίζω ότι μπλοφάρεις πουτάνας γιε-. Εάν όμως ο μπλοφαδόρος ήταν ο Reggie Vanderbilt η έκφραση θα ήταν κάπως έτσι -Πιστεύω κύριε ότι προσπαθείτε να επωφεληθείτε της αθωότητας μου- Έχανε ή κέρδιζε ποτέ δεν εξέπληξε με παράφωνη νότα».
Το τέλος του Α Παγκόσμιου Πολέμου έφερε ριζικές αλλαγές στην νοοτροπία των Αμερικανών Πολιτών. Αυτοί που πριν δέκα χρόνια, εμπνευσμένοι από το ευαγγέλιο καταδίκαζαν τον τζόγο στα φτηνά σαλούν και στις μεγάλες λέσχες, αντέδρασαν στις κάθε λογής απαγορεύσεις που επέβαλε η κυβέρνηση ενόσω τα ηρωικά νιάτα ήταν έξω στον πόλεμο.
Άρχισαν να παίζουν πόκερ τα απογεύματα στα πίσω δωμάτια κάθε γειτονιάς και φυσικά σε κάθε παράνομη λέσχη μικρή ή μεγάλη. Αυτοί που απείχαν από το πόκερ δεν κάθισαν με σταυρωμένα χέρια. Στοιχημάτιζαν (περισσότερα από ότι θα ρισκάριζαν στο πόκερ ή στα ζάρια) στον απέραντο μπλε ουρανό των άλλων παραπλήσιων μορφών τζόγου ,όπως του χρηματιστηρίου , των ακινήτων και στην ανάδειξη νέων εμπορεύσιμων αγαθών. Το χρήμα ήταν εύκολο, η ραγδαία οικονομική άνοδος δεν θα τελείωνε ποτέ και οι νόμοι υπήρχαν για να παραβιάζονται.
Οι ιστορίες των παιχνιδιών του Νικ με μεγάλα ποσά είτε χαμένα είτε κερδισμένα τον έκαναν τον αγαπημένο της κοινωνίας, της υψηλής και της κατώτερης...... ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Nick the Greek ενας αληθινος high roller...2

«Σου το λέω στα σίγουρα» , λέει ο τύπος του Χάρρυ , «αυτοί είναι πραγματικοί high rollers, δεν τους έχω ξαναδεί στο Βέγκας και με εμπιστεύονται».
«Εγώ» λέει ο Χάρρυ, «συνέχισα να πίνω τον καφέ μου απλά γνέφοντας του».«Ξέρεις τι σκέφτομαι;» λέει επίμονα ο τύπος στον Χάρρυ.
«Εάν τους μπάσω σε ένα καζίνο ,θέλω και κάτι για τον εαυτό μου εντάξει; Μόνο ένα πέντε τοις εκατό από ότι χάσουν, μόνο αυτό και εσύ θα έχεις στο άψε σβήσε κάποιους high rollers να παρουσιάσεις».
Ο Χάρρυ σήκωσε το κεφάλι του τελικά και τον κοίταξε. «Εντάξει σύμφωνοι», του λέει, «αλλά για το καλό σου να είναι high rollers».
Ενώ τους λέγανε για τα καλά του Λας Βέγκας και το που θα παίξουν τα χρήματα τους, δύο κοφτερά παρατηρητικά σκούρα μάτια παρακολουθούσαν την συζήτηση που είχε στόχο να ψήσουνε τους κυρίους ,ώστε αυτοί να πάνε κατευθείαν στο υποδειχθέν από τον Χάρρυ καζίνο. Όταν οι κύριοι βγήκαν έξω στην ζέστη του Λας Βέγκας, ο Χάρρυ άκουσε τον Νικ να του προτείνει ένα στοίχημα 6 προς 5.
«Νικ» του λέει ο Χάρρυ , «άφησες την μετάφραση του Πλάτωνα για να παρακολουθείς εμάς».
«Υπάρχει λόγος» , λέει ο Νικ, «στοιχηματίζω ότι αυτός ο μικρός γρύπας δεν έχει δει ποτέ του έναν high roller, και δίνω ακόμα καλύτερες πιθανότητες ότι αυτοί που σου παρουσιάστηκαν έτσι από αυτόν τον φουκαρά , το τσεκ με το οποίο θα παίξουν θα μοιάζει μουδιασμένο μέχρι το τέλος της νύχτας».
Ο Χάρρυ δεν κατάλαβε τι ήθελε να πει ο Νικ ,μιας και δεν είχε δώσει και πολύ σημασία στους αναχωρούντες για τζόγο πελάτες .
«Άκουσε» του λέει ο Νικ. «Η λέξη high roller σαν όρος έχει φθαρεί τόσο πολύ στον νέο γενναίο μας κόσμο ώστε να χαρακτηρίζει κάθε παίκτη ερασιτέχνη ή επαγγελματία που παίζει με μεγάλα ποσά».
«Αυτό σημαίνει η λέξη όμως ,έτσι δεν είναι;» του λέει ο Χάρρυ.
«Τώρα ναι. είναι έτσι. Αλλά δεν σήμαινε πάντα αυτό. Υπήρξε μια εποχή που high roller σήμαινε κύρος, μία αύρα γνήσιας κλάσης και διάκρισης, μία λαμπρότητα».
«Σίγουρα Νικ ,σου λέω έχεις δίκιο. Φυσικά το ξέρεις και το ξέρω. Αλλά δεν μπορείς να μην αποδεχτείς πλέον ότι όσοι έρχονται στο Λας Βέγκας τώρα με 5 ή 6 χιλιάρικα θεωρούνται high rollers».
«Το ξέρω», του λέει ο Νικ, «ότι είναι παρελθόν είναι παρελθόν, νεκρή δράση. Το Λας Βέγκας χτίστηκε σε πολλά εκατομμύρια παίκτες που στοιχηματίζουν μερικά δολάρια και όχι σε μερικούς παίχτες που ποντάρουν ένα εκατομμύριο δολάρια».
«Ακριβώς», του λέει Ο Χάρρυ.
«Αλλά πάλι να ακούω αυτά τα λίγα...» Και τότε ο Νικ σταμάτησε .Η μισό αγριεμένη νοσταλγία που έζησε για λίγο στα μάτια του και στα λόγια του έφυγε μακριά όπως η σκόνη στην έρημο και αντικαταστάθηκε από την γνωστή διασκεδαστική λεπτή του ειρωνεία. Χαμογέλασε αυτάρεσκα με το πλατύ του χαμόγελο ,και στράβωσε λίγο το στόμα του καθώς έλεγε.
«Ξέρεις Χάρρυ έχουμε καταντήσει εμείς οι δύο σαν δύο γερασμένοι ξεκούτηδες».
Ο Χάρρυ του ανταπέδωσε την καυστική του διάθεση καθώς για μια στιγμή τα χρόνια έκαναν στην άκρη όταν θυμήθηκε την πρώτη φορά που συναντήθηκαν σε έναν εξαφανισμένο κόσμο από χαρούμενες ανοησίες και θαυμάσια δώρα εξ ουρανού, στον οποίο οι βασιλιάδες γινόντουσαν καμιά φορά υπηρέτες και οι υπηρέτες γινόντουσαν καμιά φορά βασιλιάδες εάν είχαν απλά και μόνο την ευστροφία και το νεύρο.
Ήταν η χρονιά του 1919 και ο κόσμος είχε κουραστεί από τον πόλεμο. Στο μικρό πριγκιπάτο του Μονακό, το Μόντε Κάρλο Καζίνο(ιδρύθηκε από την οικογένεια Francois Blank το 1863),απολάμβανε την πρώτη του ενεργή χρονιά μετά το 1914, και το International Sporting Club ( που δεν είχε μετακομίσει ακόμη στο δικό του παλάτι) γέμισε από ονόματα που άφησαν τα σημάδια τους στην σύγχρονη ιστορία. Ο κόμης του Παρισιού διεκδικητής του Γαλλικού Θρόνου ήταν καλεσμένος ακριβώς στο απέναντι κτίριο. Οι μονάρχες της Ισπανίας και Δανίας έμεναν στο παλάτι των Γκριμάλντι, επίσης ο προσωρινά εκθρονισμένος Βασιλιάς της Ελλάδος Κωνσταντίνος επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινώς το καζίνο από την γειτονική του βίλα κοντά στην πόλη Νις. Υπήρχε επίσης και ένα Αμερικανικό στοιχείο με έναν Vanderbilt ή δύο και έναν Ρόκφελλερ.
Αλλά στο Hotel de Paris περισσότερο από το κουτσομπολιό του παρασκηνίου εστιαζόταν σε έναν λιγότερο γνωστό Αμερικανό, που τον θελαν να έχει γεννηθεί στην Ελλάδα, το όνομα του οποίου ήταν Νικόλαος Ανδρέας Δάνδολος. Δεν ήταν ακόμα διάσημος σαν Νικ δε Γκρηκ, αλλά ήταν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος καθώς επισκεπτόταν το καζίνο κάθε βράδυ παρακολουθώντας την δράση, ενώ ρισκάριζε μόνο μερικές εκατοντάδες δολάρια.
Η φήμη του οφειλόταν στην δράση του στις κούρσες αλόγων στον Καναδά και στα υψηλού επιπέδου παιχνίδια στο Σικάγο και στην Νέα Υόρκη. Όλοι αναρωτιόντουσαν πότε θα αρχίσουν τα πυροτεχνήματα. Πέρασαν όμως μέρες και εβδομάδες χωρίς να υπάρχει καμία αλλαγή στην συμπεριφορά του Νικ.
«Ναι παιδιά ,η αλήθεια είναι ότι δεν είχαν τα παιχνίδια που έπαιζα στην Αμερική και έχω μάθει με σκληρό τρόπο ότι μόνο ένας ανόητος μπαίνει χοντρά σε οτιδήποτε εκτός εάν έχει δει και μετρήσει όλες τις παραμέτρους του παιχνιδιού».
Ήταν νωρίς τον Μάιο όταν ο Νικ πήρε επιτέλους την απόφαση του. Η ρουλέτα ήταν και είναι ακόμη η μεγαλύτερη δράση στο Μόντε Κάρλο, και αυτό είχε αφήσει έξω τον Νικ. Είχε επιμελώς αποφύγει το παιχνίδι στην Αμερική και θα είχε φύγει από το Μονακό μέσα στα πρώτα λεπτά εάν δεν είχε παρατηρήσει μία βασική διαφορά στην ρουλέτα της Ευρώπης.
Στην Αμερική το 0 και το 00 δίνουν στο καζίνο ένα ποσοστό 5,4 τοις εκατό περίπου περισσότερο έναντι του παίκτη ενώ στην Ευρώπη υπάρχει μόνο ένα 0 συν κάποιοι επιπλέον κανόνες παιχνιδιού που δίνουν στο καζίνο μόνο ένα 1,3 τοις εκατό αβαντάζ έναντι του παίκτη όταν τα πονταρίσματα γίνονται στις απλές τύχες δηλ. μαύρο -κόκκινο κλπ.
«Πράγματι έτσι είναι ,υπολόγισα τις πιθανότητες ο ίδιος από μόνος μου για να βεβαιωθώ ότι είναι όντως έτσι και τότε αγόρασα ένα εισιτήριο για το πριβέ σαλόνι όπου υπήρχε διαθέσιμη η μεγαλύτερη δράση».
Ήταν η 9 Μαΐου, μία μέρα που οι υπεύθυνοι του καζίνου δεν θα ξεχάσουν ποτέ. Εκείνη την ημέρα τίναξε την μπάνκα των 500.000 φράγκων(20.000δολ.) όχι μόνο μία φορά, αλλά τρεις φορές. Μετά από αυτό επέστρεψε για πέντε συνεχόμενες ημέρες για ένα τελικό νικηφόρο αποτέλεσμα των 320.000 δολαρίων.
Είναι ένα ρεκόρ που δεν έχει καταρριφτεί, ούτε και από τον Βρετανό τζογαδόρο Charles Wells που η καλή του τύχη ενέπνευσε το τραγούδι Ό άνθρωπος που τίναξε στον αέρα την μπάνκα του Μόντε Κάρλο.'
Την εποχή αυτή όπως είναι φυσικό η τύχη-φαινόμενο του Νικ δημοσιεύτηκε σε όλα τα περιοδικά και τις εφημερίδες ανά τον κόσμο. Δύσκολα άφηνε το ξενοδοχείο χωρίς να τον ακολουθούν ένα τσούρμο από περίεργους, μέχρι τυχοδιώκτες και δημοσιογράφους. Για να μπορεί να αποφύγει όλους αυτούς προσέλαβε για μία λίγο ως πολύ μόνιμη βάση έναν νεαρό γκρουμ του ξενοδοχείου ονόματι Ηρακλής Μαυροκορδάτος.
Αποφάσισε να τον προσλάβει όταν τον πέτυχε να διαβάζει στο διάλλειμα του μία ελληνική έκδοση του Πλάτωνα. Εκτός από προσωπικό του υπηρέτη για όλες τις δουλείες ,ανέθεσε στον Μικρό Χάρρυ όπως τον βάπτισε, να προστατεύει την προσωπική του ζωή από την δημοσιότητα μιας και διαδίδονταν ευρέως τα μεγάλα του κέρδη.
Σύντομα μια δευτέρα του Ιουνίου, ο Χάρρυ επανέλαβε στον Νικ κάτι που είχε ακούσει ενώ έπαιζε μικροποσά στο πόκερ με φίλους. Ο Σουλτάνος (μετέπειτα βασιλιάς) Φουάντ ο Α' της Αιγύπτου ήταν ένας πασάς με πάθος για τον τζόγο. Λόγω του ότι ανέμενε σημαντικά πράγματα στην Αίγυπτο συν το ότι ήτο νιόπαντρος, θα ήταν μεγάλη κουταμάρα για τον Σουλτάνο να παίξει τα αγαπημένα του τυχερά παιχνίδια δημόσια.

Nick the Greek ενας αληθινος high roller

Σε αυτόν τον κόσμο του τζόγου που δεν κοιμάται ποτέ, βρίσκεις κάθε καρυδιάς καρύδι. Ψεύτες, αφελείς, κλέφτες, μανιακούς, κυβερνητικούς απατεώνες.
«Θέλησα να θεωρούμαι ένας παράξενα καθαρός παίκτης, ο οποίος αναζητά περισσότερο την αλήθεια παρά το όφελος. Ναι το παιχνίδι ήταν η ζωή μου. Έπαιζα αδιάκοπα με πάθος με χαρά ,πάντα για μεγάλα ποσά, όχι σαν επαγγελματίας ή σαν επένδυση, αλλά όπως οι αληθινά αφιερωμένοι μοναχοί πρέπει να προσεύχονται, κάτι σαν μία παρατεταμένη έκσταση.
Σε αυτό το διάστημα των 60 χρόνων της σταδιοδρομίας μου, υπολογίζω ότι κέρδισα και έχασα γύρω στα 500.000.000 δολάρια, κάνοντας την διαδρομή από την φτώχεια στον πλούτο 73 φορές.»
Μία χρονική περίοδο ο Νικ είχε στην κατοχή του 50.000.000 δολ. τα οποία κρατούσε σε μία ασφαλή θυρίδα. Κάποιος άλλος θα είχε αποσυρθεί επενδύοντας τα. Η δική του όμως οπτική παρέμεινε αμετάλλακτη και μοναδική. Τα λεφτά σήμαιναν για εκείνον απλώς μία ευκαιρία να παίξει σε μεγαλύτερα και καλύτερα παιχνίδια.
«Όπως έχω πει κατ επανάληψη, τα λεφτά έχουν γίνει ένα υποκατάστατο στην κοινωνία μας για σχεδόν οτιδήποτε μπορείς να ονομάσεις. Ακόμη και για τον χαρακτήρα. Απλά λυπάμαι που πρέπει να τα χρησιμοποιούμε για τον τζόγο. Είναι μόνο μία κάβα, ένα ποσό.
Κέρδιζα και έχανα με την ίδια φλόγα, και στα γεράματα ήμουν υπερήφανος τόσο για τις ήττες μου ,όσο και για τις νίκες. Πράγματι μιλούσα για τις ήττες μου με τον ίδιο αέρα και την ίδια υπερηφάνεια, όπως θα μιλούσαν κάποιοι για τα εγγόνια τους.
Σε μία περίπτωση στοιχημάτισα 40.000 εναντίον 20.000 ενός άλλου παίκτη σε παράπλευρο στοίχημα στα ζάρια (δηλ. σε στοίχημα που κανόνιζαν οι δύο παίκτες και που δεν είχε καμία σχέση με τους κανόνες του εξελισσόμενου παιχνιδιού).
Όταν στην επόμενη ζαριά έχασα το στοίχημα ένας συγγραφέας με ρώτησε κομπιάζοντας 'To κάνεις συχνά αυτό Νικ΄;'
Γιατί όχι του απαντάω είναι στοίχημα με πιθανότητες 2 προς 1 έτσι δεν είναι. Σε μία άλλη περίπτωση είχα μία ακόμα μεγαλύτερη ήττα όταν σε παρόμοιο στοίχημα έχασα 280.000 από τον Άρνολντ Ρόθσταιν. Γιατί πόνταρες 280.000' με ρώτησε ένας δημοσιογράφος.
Μέχρι τόσα ήθελε να πάει ο Άρνολντ του λέω. Δεν υπήρχε όριο κινδύνου για μένα. Αισθανόμουν το ίδιο άνετα τόσο στις μεγάλες ήττες όσο και στις μεγάλες νίκες. Χρειαζόμουν τα λεφτά σαν κάβα για να μπορώ να παίζω, ναι ,αυτό είναι αλήθεια. Αλλά εκτός αυτού τι καλό θα μπορούσαν να μου είναι.
Δεν παντρεύτηκα ποτέ - ποτέ μου δεν γνώρισα κάποια που θα μπορούσε να μοιραστεί ή να αποδεχτεί τον τρόπο ζωής μου - μπορώ να ζήσω μόνο σε ένα δωμάτιο κάθε φορά - να φορώ μια αλλαξιά την κάθε φορά και να τρώω ένα γεύμα. Πραγματικά δεν χρειάζεσαι πολλά για αυτά.
Τα υλικά αγαθά είναι μόνο μία περιφερειακή πλευρά της ζωής, μπορώ όμως να κατανοήσω την μεγάλη σημασία που έχουν για τους άλλους. Πάντα πλήρωνα τα χρέη μου στην ώρα τους και κανείς δεν έχασε ποτέ λεφτά από μένα».
Ο Νικ ήταν σε όλη του την ζωή φιλάνθρωπος τόσο σε ιδρύματα όσο και σε ιδιώτες ,σε φίλους αλλά και σε οποιονδήποτε του χτυπούσε την πόρτα. Δεν επέμενε για την επιστροφή των χρημάτων ακόμη και όταν τα έδινε σαν δανεικά. Εκτός από τα τελευταία χρόνια της ζωής του όταν δεν μπορούσε να βρει εύκολα πλέον χρήματα ζητούσε να του επιστραφούν τα όποια δανεικά και χρέη είχαν προς αυτόν άλλοι τζογαδόροι.
Βασιζόταν όμως μόνο στον λόγο τους, χωρίς να έχει καμία υπογραφή τους και έτσι με δυσκολία έπαιρνε πίσω κάποια λίγα από τα χρήματα με την βοήθεια ενός φίλου του δικηγόρου που του εξηγούσε ότι ο λόγος τιμής ενός τζογαδόρου δεν έχει πλέον καμία αξία. Μόνο σε ιδρύματα έδωσε 5.000.000 δολάρια και άλλα 2.000.000 σε απλούς ανθρώπους. Έστειλε περίπου 30 παιδιά φίλων στο κολλέγιο, πλήρωσε πάντα ανώνυμα, χρέη σε νοσοκομεία για πάνω από 1.000 άτομα και βοήθησε άλλους 300 να φτιάξουν την δική τους επιχείρηση.
Όταν ακουγόταν ότι ο Νικ τζίραρε περισσότερα λεφτά από πολλές τράπεζες, είναι απόλυτα φυσικό να ανακηρυχθεί σαν ο κορυφαίος σε παίξιμο χρημάτων παίκτης αυτής της χώρας που μόνο το 1953 υπολογίζεται ότι παίχθηκαν σε τυχερά παιχνίδια γύρω στα 20 δις. Δολάρια . Δηλαδή 5 δισεκατομμύρια περισσότερα από το κόστος του πολέμου της Κορέας.
«Έζησε σαν ένας μοντέρνος Σωκράτης, δεν πίστευε σε τίποτα το υλικό» είπε κάποιος φίλος του. Η περιουσία του όταν πέθανε μπορούσε να χωρέσει μέσα σε ένα παπούτσι.
Τα πιο πολύτιμα αγαθά του ήταν αυτά που μπορούσε να πάρει μαζί του , και τα πήρε. Δύο από τα αγαθά που πήρε μαζί του ήταν το ελεύθερο και ενθουσιώδη πνεύμα της περιπετειώδης νιότης, που ήταν ένα μοναδικό του χαρακτηριστικό γνώρισμα για όλο τον καιρό της δράσης του, όπως και το μυστικό κάθε μα κάθε φορά να βρίσκει καινούρια κάβα ώστε να ξεκινήσει πάλι μία εκδρομή προς την κορύφωση μιας πορείας αυτών που τολμούν να αμφισβητήσουν την μοίρα.
«Αυτό το πρώτο μυστικό θα το πάρω μαζί μου ,καθώς δεν μπορώ να δώσω συμβουλές που μπορεί να είναι χρήσιμες. Είναι κάτι που εδρεύει στον χαρακτήρα και όχι στην προσωπικότητα και για αυτόν τον λόγο δεν μπορούν να αποκτηθούν…
Και πιστέψτε με ,και για το δεύτερο, μια αποκάλυψη των πηγών μου θα ήταν χωρίς νόημα, καθώς αυτές θα είναι πάντα πιο κοντά σε μένα από οποιονδήποτε άλλον και όταν εγώ θα έχω φύγει, δεν θα μου χρειάζονται πια».
Ο Νίκ ,άφησε όμως και άλλα μικρότερα μυστικά ,όπως την στρατηγική που χρησιμοποιούσε ,ή την διαχείριση των μεγάλων ποσών που έβαζε σε δράση. Άφησε πίσω μια τεράστια κληρονομιά σε έναν κόσμο τον οποίο αγαπούσε. Όσα ακολουθούν παρακάτω θα εξάρουν τις αισθήσεις και το πνεύμα όσων δεν τον ξέρουν ,αλλά και όσων τον ξέρουν.
Ο άνθρωπος ήταν τζογαδόρος από τότε που κατέβηκε από τα δέντρα. Ανάμεσα στα πιο αρχαία αντικείμενα είναι τα ζάρια, και τα προφητικά ραβδιά , τα οποία επίσης χρησιμοποιούνταν για παιχνίδι. Αλλά η πιο εντυπωσιακή εποχή του τζόγου στην ιστορία ήταν αυτή που ακολούθησε μια χαλάρωση της έντασης μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Έγινε γνωστή ως εποχή των high rollers . Στην Ευρώπη και την Αμερική, όνειρα για μία άνευ ορίων οικονομική ευμάρεια στο μέλλον, δημιούργησε έναν εσώτερο κόσμο τζογαδόρων για τους οποίους τα χρήματα δεν σήμαιναν τίποτα άλλο εκτός από ένα ποσό για τζόγο. Βιομηχανίες άλλαζαν χέρια σε μία βραδιά στο πόκερ, εθνικοί θησαυροί ρισκάρονταν σε μερικές μπίλιες στην ρουλέτα, και πάντοτε - ακόμη και αν οι περιβαλλόμενοι απείχαν από το να είναι κύριοι - οι παίκτες κέρδιζαν ή έχαναν με στυλ.
Σήμερα τίποτε δεν έχει επιβιώσει εκείνης της εποχής εκτός από τον ίδιο τον όρο. Ο όρος high roller ορίζεται σαν περιγραφή αυτών που παίζουν διαρκώς για μεγάλα ποσά. Αλλά είναι μόνο μία ηχώ. Η πραγματική εποχή των high rollers κράτησε κάτι λιγότερο από δύο δεκαετίες , και όταν τελείωσε , δεν ήταν δυνατό να ξαναζωντανέψει.
Αυτή ήταν η εποχή στην οποία το όνομα Νικ δε Γκρηκ είχε ταυτιστεί με τον καλύτερο τρόπο. Και αν ακόμη έχει περάσει στην ιστορία, ο Νικ και οι φίλοι του μπορούν ακόμα να θυμούνται.
«Σε βλέπω Χάρρυ ,έχεις σκύψει και ακούς, κάτι σκέφτηκες πάνω στο θέμα μας», ρώτησε ο Νικ«Ναι ναι με τύλιξε πάλι αυτή η γήινη αύρα. Όταν άνοιξα το μαγαζί στο Βέγκας είχα λησμονήσει την παλιά εποχή και ο κάθε γρύπας με ξεγελούσε» .
Όπως ένας κέρβερος που είχε βαλθεί να ανακαλύπτει πλούσια θύματα για το νεότευκτο τότε Λας Βέγκας. Βάλθηκε ένας τέτοιος τύπος να πείσει μία μέρα τον Χάρρυ όταν και ο Νικ ήταν παρόν. Ο Νικ διάβαζε Πλάτωνα σε ένα τραπέζι του καφέ.