Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Οι μονομαχιες του Nick the greek με τον Σιτροεν και τον Ροθσταιν

«Κάποια χρονιά που είχε νεκρώσει για ένα διάστημα η δράση αποφάσισα να ξαναπάω στην Ευρώπη μαζί με τον Χάρρυ Μάβροκ (Μαυροκορδάτος). Του τηλεφώνησα από το Σικάγο, ενώ αυτός ήταν ακόμη στην Νέα Υόρκη. Ο Χάρρυ μου εξήγησε ντροπαλά ότι εάν έφευγε θα άφηνε τα οικονομικά του συμφέροντα στα χέρια των αντιπάλων. Έτσι έφυγα μόνος με το πλοίο He de France για να δω τι είχε να μου προσφέρει το Μονακό.
Η τύχη μου πάντως δεν είχε καμία σχέση με τα συνηθισμένα μου στάνταρντ και ήμουν έτοιμος για επιστροφή στην Αμερική με ένα σημαντικά περιορισμένο από χρήματα πορτοφόλι, όταν άκουσα μία ενδιαφέρουσα πληροφορία από το γαλλικό κέντρο στοιχημάτων στο Deauville.»
Ο Andre Citroen, ο κατασκευαστής αυτοκινήτων, έχασε 13.000.000 φράγκα στο Μπακαρά, παίζοντας εναντίον της μπάνκας την οποία κρατούσε το ελληνικό συνδικάτο, που την εποχή εκείνη είχε επικεφαλής τον Νίκο Ζωγράφο. Αυτή η χασούρα των 500.000 δολ. ανάγκασε τον Σιτροέν να αναθέσει το μάνατζμεντ της εταιρίας του σε έναν όμιλο Γάλλων επιχειρηματιών για ένα προσωρινό διάστημα τουλάχιστον. Επέστρεψε όμως στο Deauville με φρέσκο χρήμα αναζητώντας πάλι δράση. Ο Νικ αποφάσισε να ερευνήσει το θέμα.
«Σκέφτηκα ότι ο Σιτροέν και εγώ αποκλείεται να συνεχίζαμε να χάνουμε. Εάν παίζαμε μία μονομαχία μαζί, ή ο ένας ή ο άλλος θα κέρδιζε και θα επέστρεφε πάλι δυνατά στο παιχνίδι.»
Στο Deauville το καζίνο απολάμβανε μία θαυμάσια χρονιά. Οι αδελφές Ντόλλυ (γεννημένες ως Janzieska και Roszieska Deutsch ) παρουσιάζονταν λίγο ως πολύ μόνιμες συνοδοί στο καζίνο του Βρετανού μεγαλέμπορου και μεγιστάνα Gordon Selfridge, κάτι που θα συνέχιζαν να απολαμβάνουν μέχρι την διάλυση της οικονομικής αυτοκρατορίας του μεγαλοεπιχειρηματία το 1935. Οι βραδινές τους εξορμήσεις τους έφερναν να παίζουν δίπλα στον Αγά-Χάν που θεωρούνταν ο πιο πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο (0 Howard Hughes και ο J. Paul Getty ήταν ακόμη σχετικά άγνωστοι ) μιας και ο βαρόνος Henry de Rothshild δεν φαινόταν πουθενά , ούτε καν σε φιλανθρωπικές δωρεές πλέον.
Ένας συχνός παρατηρητής, αλλά μόνο περιστασιακά συμμετέχων ήταν ο Ignace Jan Paderewski , βιρτουόζος του πιάνου και κάποτε πρωθυπουργός της Πολωνίας. «Λατρεύω να παίζω αλλά έχω άλλα σχέδια για τα χρήματα», έλεγε ο Πολωνός (όλα του τα κονσέρτα γίνονταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς υπέρ των παιδιών και των σακατεμένων του πολέμου).
Στο δεύτερο απόγευμα μετά την άφιξη του (ο Σιτροέν ήταν εκτός πόλης για δουλειές) , Ο Νικ παρατηρούσε σιωπηλά χωρίς να φαίνεται η έκφραση του καθώς ο καπνός του πούρου του κάλυπτε συνεχώς το πρόσωπο του. Είδε λοιπόν την μεγαλύτερη από τις αδελφές Ντόλλυ να ικετεύει τον Σέλφριτζ για επιπλέον χρήματα ώστε να παίξει στην ρουλέτα. Ο Σέλφριτζ δίστασε λέγοντας της ότι έχασε ήδη 10.000 δολ. και η τύχη της πολύ δύσκολα θα άλλαζε. Η γυναίκα όμως επέμενε οπότε ο Σέλφριτζ της έδωσε 1000 δολ. με μία προϋπόθεση.
«Παίζεις πολλά στοιχήματα της είπε, αυτό δίνει το πλεονέκτημα στο καζίνο να σε γονατίσει με τα ποσοστά που παίρνει σε κάθε μπίλια. Έτσι αυτή την φορά πρέπει να τα παίξεις όλα σε ένα νούμερο, και μετά να σταματήσεις είτε χάσεις είτε κερδίσεις», της είπε.
Ανέκφραστη η πρώην τραγουδίστρια γύρισε στο τραπέζι αλλά κοιτούσε την ρουλέτα μπερδεμένη. Δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιο νούμερο έπρεπε να ποντάρει. Ο Αγά Χαν ένας αδιόρθωτος παίκτης του ενστίκτου ήρθε κοντά της για να την σώσει. «Δοκίμασε την ηλικία σου χρυσή μου» της λέει. «Αυτό είναι πάντα μία καλή ιδέα όταν παίζεις το τελευταίο σου στοίχημα για το βράδυ». Η καλλιτέχνης σκέφτηκε για ένα λεπτό και συμφώνησε. «Ευχαριστώ στρουμπουλιάρη» του λέει και χαμογέλασε πλατιά προσπαθώντας να ποντάρει με το χέρι της στα μεγάλα νούμερα στην άκρη του τραπεζιού, αλλά σταμάτησε στα μεσαία. Με μία γρήγορη ματιά στους άλλους παίκτες για να δει αν κατάλαβαν την πρόθεση της να παίξει μεγάλο νούμερο έκανε μια μικρή κίνηση με το χέρι της προς τα πίσω και ποντάρισε το 25. «Αυτό ήταν» είπε ,»αυτή είναι η ηλικία μου, ας δούμε τώρα επιτέλους λίγη δράση». Ο κρουπιέρης γύρισε την μπίλια με το συνηθισμένο του τέμπο και αυτή μέσα σε μία γενική αγωνία έκατσε στο νούμερο 35. «Να πάρει η ευχή», βροντοφώναξε η πρώην Μις Γερμανία και μετά λιποθύμησε. Αυτή η ιστορία ,διανθισμένη και φουσκωμένη, την διηγιόντουσαν συνεχώς για χρόνια σαν συνοδευτικό ενός ειρωνικού γέλιου. Αλλά εκείνη την νύχτα στο καζίνο υπήρχαν δύο που δεν γέλασαν.
Ο ένας ήταν ο Πολωνός που ευγενικά πρόσφερε την βοήθεια του ώστε η κοπέλα να μην βρεθεί στο πάτωμα. Ο άλλος ήταν ο Νικ που βοήθησε τον Πολωνό πιανίστα να την μεταφέρουν σε έναν καναπέ. «Η ηλικία μιας γυναίκας» , της είπε ο Νικ, καθώς τις έτριβε τα χέρια για να επαναφέρει την κυκλοφορία του αίματος, «είναι πάντα αυτή που λέγεται ότι είναι, ακόμη και σε ένα στέκι τυχερών παιχνιδιών». Ο Πολωνός έγνεψε συγκαταβατικά σαν να συμφωνούσε.
Πέρασε μία εβδομάδα μέχρι να επιστρέψει από το Παρίσι στον χώρο του τζόγου ο Σιτροέν αλλά εντωμεταξύ ο Νικ είχε καταφέρει να συγκρατήσει την ανυπόμονη φύση του. Έπαιζε άτονα , χάνοντας και κερδίζοντας μικρά ποσά στην ρουλέτα και το Μπακαρά. Σε ένα δευτερεύουσας σημασίας παιχνίδι πόκερ έχασε μερικά ακόμα εκατοδόλαρα πείθοντας τον ότι η κακοτυχία του συνεχιζόταν. Ήταν σχεδόν έτοιμος να παρατήσει την αναμονή του και να κλείσει εισιτήριο για Νέα Υόρκη όταν εμφανίστηκε τελικά ο Σιτροέν.
Ο αυτοκινητοβιομήχανος πληροφορήθηκε το ενδιαφέρον του Νικ (τα κουτσομπολιά για τον τζόγο ταξίδευαν με την ίδια ταχύτητα όπως ο τηλέγραφος εκείνα τα χρόνια),και τον κατέλαβε η ραδιουργία. Άλλωστε το καζίνο είχε αρκετά από τα χρήματα του.
«Ίσως ένα ιδιαίτερο παιχνίδι? Μόνο με εμάς τους δύο;» ρώτησε τον Νικ στα γαλλικά ,λίγα λεπτά μόνο μετά την πρώτη τους συνάντηση. «Είναι μάλλον το καλύτερο», του απαντάει με συνετό τρόπο ο Νικ επίσης στα Γαλλικά.
«Υπάρχουν πολλά παιχνίδια με τα οποία μπορούμε να διασκεδάσουμε», λέει ο Γάλλος. «Πράγματι όπως το ιδιαίτερο γαλλικό παιχνίδι του Σεμέν ντε Φερ», λέει ο Έλληνας. «Ή το εντυπωσιακό αμερικάνικο παιχνίδι του πόκερ», απαντάει ο Γάλλος. «Ένα ζευγάρι ζάρια δεν θα ήταν και δύσκολο να βρεθούν φυσικά», λέει ο Έλληνας. «Είναι αλήθεια ,αλήθεια». Με τις λέξεις αυτές ο βιομήχανος σιώπησε για λίγο, καθώς βυθίστηκε σε βαθιές σκέψεις. «Έχω ακούσει πολλές διηγήσεις», είπε τελικά «για ένα παιχνίδι , εμ πως το λένε ? α ναι Μπλακτζακ!»
Ο Νικ ύψωσε το ματόφρυδο του. Αυτός ο Γάλλος είχε την πιο στρωτή γραμμή ενός πωλητή του δρόμου που μπορεί να πουλάει αστραπιαία οτιδήποτε στα μεγάλα σαλόνια. Δεν θυμόταν να είχε ξανασυναντήσει κάτι τέτοιο ,ούτε στην Σμύρνη όπου επιβίωναν μόνο οι αετονύχηδες έμποροι. «Χμ Μπλάκτζακ» του είπε και τα χείλη σούφρωσαν προσεγγίζοντας εύλογα την απροθυμία.. «Έχω παίξει ένα τέτοιο παιχνίδι ,που μοιάζει με το δικό σας Vingt-et-Un νομίζω, αλλά μόνο με ένα τσούρμο προσκόπων. Για σπίρτα».
«Και εγώ το έχω παίξει μόνο με τις αδελφές μου> του λέει ο Σιτροέν. Για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου οι δύο τζογαδόροι κοίταξαν ο ένας τον άλλον εκτιμώντας την κατάσταση. Αλλά τους ήταν πολύ, ακόμα και για αυτούς που υπολόγιζαν το κάθε τι πριν βρεθούν σε κάποιο μεγάλο παιχνίδι. Τελικά κοντρόλαραν προσεκτικά τις εκφράσεις τους χαμογελώντας αυτάρεσκα, βγαίνοντας έξω από το καφέ όπου είχαν βρεθεί κρατώντας ο ένας το μπράτσο του άλλου για να κατευθυνθούν στο ξενοδοχείο όπου ο Σιτροέν είχε έτοιμα το τραπέζι ,τα χαρτιά και τους σωματοφύλακες.
Το παιχνίδι ήταν μικρής διάρκειας για τα στάνταρντ του Νικ, κράτησε μόνο δύο μέρες. Δύσκολα όμως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο Σιτροέν ο ίδιος πρότεινε ένα μίνιμουμ ποσό πονταρίσματος των 25.000 φράγκων( 1.000 δολ.),και ήταν φανερό από την αρχή όπως και για τον Νικ, ότι είχε θέσει ένα και μοναδικό στόχο, να σπάσει τον αντίπαλο του. Ο Γάλλος φαινόταν να έχει μία λογική πιθανότητα να το πετύχει αυτό στην πρώτη ώρα του παιχνιδιού περίπου. Τα φύλλα του ήταν καλά και φαινόταν να είναι μάστορας του ιδιωτικού παιχνιδιού (που διαφέρει αρκετά από αυτό που παίζεται στο καζίνο).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου