Σάββατο 30 Μαΐου 2009

Απιστευτες προσωπικες ιστοριες του Nick the Greek

Οι χιλιάδες των θεοσεβούμενων Αμερικανών που επισκέπτονταν την πόλη της δράσης του Νικ, το Λας Βέγκας κάθε χρόνο, εξαιτίας της οικονομίας του ασανσέρ του Νικ, συν την μυστηριώδη αύρα του, τον έχουν μετατρέψει σε θρύλο, μία αυθεντική παραδοσιακή μορφή. Η περιέργεια τους δαιμονίζουν τον Νικ. Όταν στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ένας ρεπόρτερ του Λας Βέγκας τον πληροφόρησε ότι ψηφίστηκε ως μεγαλύτερο τοπικό θαύμα φυσικού κάλλους από το περίφημο φράγμα Χούβερ σε μία δημοσκόπηση των εκτός πολιτείας τουριστών, έγινε πυρ και μανία.
" Τι είναι αυτό;" φώναξε " Σέρνουμε ένα μεγάλο εθνικό οικοδόμημα σε έναν διαγωνισμό δημοτικότητας; Σε τι αποσκοπεί ο κόσμος; Γιατί δεν ενδιαφέρονται για καλά τεχνουργήματα;". Στους ανθρώπους έχει μεγάλο βάρος ο Νικ. Τους βασανίζει η εναντίωση στην προσωπικότητα του. Πίσω από το βαθύχρωμο, σε κάποιο βαθμό αρχοντικό του προσωπείο, βρίσκεται ένα ψυχρό ερευνητικό, αριστοκρατικό μυαλό, η επιστήμη του οποίου κατέχεται σε βαθμό κολεγιακού πτυχίου.
Αυτό το μυαλό τον κάνει να βλέπει στους θεατρινισμούς των ανθρώπων με έναν αφ' υψηλού φιλόψογο αέρα, σαν να ήταν ένας εκλεκτικός θεατρικός κριτής ο οποίος απαιτείται από την εφημερίδα του να ανασκοπήσει ένα 'πανηγυριώτικο ' πανόραμα. " Αυτή η διαιρεμένη εντολή θα έκαμνε ηλίθιους πολλούς ανθρώπους, αλλά όχι εμένα, είμαι τόσο άνετος όσο ένα ζευγάρι σορτσάκια αλόγων".
Ως ένας καλλιεργημένος και εγκόσμιος άνθρωπος, ο Νικ πιστεύει ότι το 'πνεύμα', το λεπτό χιούμορ, θα πρέπει να είναι το επιλεγμένο όργανο του ανδρός. Έχει οξύνει το δικό του στους καθηγητές και κυνηγούς βραβείων, συγγραφείς και πολιτικούς, κυρίες του καλού και όχι κόσμου, ιερωμένους και απατεώνες μεταξύ άλλων. Από την δική του άποψη μία αίθουσα συνεστίασης ή ένα τραπέζι του μπαρ είναι ένα πεδίο τιμής γύρω από το οποίο οι ανταγωνιστές αφηγητές ιστοριών συγκεντρώνονται και προσπαθούν να ξαρμπουρίσουν, αποψιλώσουν ο ένας τον άλλον.
Στις συζητήσεις του ο Νικ είναι κατά πρώτο λόγο ένας που αντιτάσσει λογοχτυπήματα. Στο Λος Άντζελες ένας κληρικός τον οποίο ο Νικ γνώριζε για χρόνια, σφόδρα αναστέναξε για την δυσκολία της απόκτησης σοφίας. " Γιατί δεν δοκιμάζεις να παίξεις για μικρά ποσά;" τον ρωτάει ο Νικ "0 άνθρωπος μπορεί να αποκαλύψει τα βαθύτερα του συναισθήματα του για ένα δεκαδόλαρο".
Ένας που ήθελε να κτίσει ένα καινούριο καζίνο στο Λας Βέγκας Strip ζήτησε την συμβουλή του Νικ. " Ποτέ μην χρηματοδοτείς κάποιον που παίζει στα δάχτυλα τις στρατηγικές επιχειρήσεις. Στο να διαλέξεις ένα όνομα για τον χώρο σου, προσπάθησε να βάλεις το Τέξας σε αυτό. Οι πετρελαιάδες είναι οι μόνοι που έχουν λεφτά πλέον. Μην ανεβάζεις τα όρια για τις μικροκαμωμένες γριές κυρίες. Αυτές παίζουν πιο πολύ καιρό από ότι εσύ. Τελικά μπορεί και να εγκαταλείψεις το εγχείρημα. Η αρχαία Ρώμη καταδίκασε τον τζόγο, όπως ίσως ξέρεις, με το σκεπτικό ότι ήταν εκθηλυντικός. Δεν μπορώ να υποδείξω, συνεισφέροντας έτσι σε ένα πνεύμα κοριτσίστικο στην κοινωνία μας, σε μία τέτοια εποχή πολέμων".
Παρατηρήσεις αυτού του τύπου ήταν φυσικό να προσδώσουν στον Νικ ευρύτατο θαυμασμό σε κάποιους κύκλους του τζόγου. " Πίσω στο Σικάγο " λέει ο Solid Gold Jones, ένας αποσυρμένος άνθρωπος της εμπιστοσύνης, "τα παιχνίδια ζαριών τελείωναν στην ώρα τους, και ένας παίκτης που έπαιζε μεγάλα ποσά δεν μπορούσε να περπατήσει δύο τετράγωνα παρακάτω χωρίς κάποιος να μην είχε ένα πιστόλι κολλημένο στα πλευρά του. Αλλά ο Νικ; Κάθε βράδυ περπατούσε έξω μόνος τους με λεφτά σε όλες τους τις τσέπες. Τριάντα τετράγωνα δρόμων στα οποία δεν θα έστελνες τους πεζοναύτες μέσα σε αυτά.
Αλλά ούτε μία φορά δεν έπεσε θύμα ληστείας από κανέναν. Ήταν ένας φόρος τιμής σε έναν άντρα, από την πόλη του Σικάγο, στο Σικάγο σεβόντουσαν την φινέτσα. Σε άλλους κύκλους του τζόγου, ο θαυμασμός για τον Νικ ήταν μετριασμένος. " Ο άνθρωπος ήταν άσπλαχνος" λέει ο Sherlock Feldman πρώην ιδιοκτήτης του διαρκούς παιχνιδιού ζαριών Sherlock του St. Louis, ένα σεβαστό ίδρυμα στην πόλη για πολλά χρόνια.
"Δεν είχε αισθήματα, δεν έκανε λάθη. Όπου και αν πήγαινε ο αέρας ήταν γεμάτος από καπνό -γεμισμένα δωμάτια. Πίσω του όσο μακριά μπορούσες να δεις υπήρχε η έσχατη ένδεια από την μία άκρη της χώρα έως την άλλη (περίοδος μεγάλης ύφεσης μετά το κραχ του 1929). Χιλιάδες άλλοι παίκτες των ζαριών έπεσαν με την πλάτη κάτω καθώς ήταν ατυχής η μοίρα για αυτούς όταν ανακατεύτηκαν με τον Έλληνα. Με αυτόν και τα φιλοσοφικά του βιβλία" είπε ο Feldman βραχνά.
Αυτές οι παρεκκλίνουσες θεωρήσεις για τον Νικ αντικατοπτρίζουν την αλλόκοτη ανάμιξη της έντασης συναισθήματος, ανησυχίας και απορίας που συνήθως αφύπνιζε σε όλους οι οποίοι τον γνώρισαν. Αν και ο ίδιος σκέφτεται για τον εαυτό του ότι είναι από τους πλέον διαφανείς και εύληπτους ανθρώπους με πρακτικό τρόπο, κανένας, εκτός ίσως κάποιος από τους παίκτες δεν ήταν σε θέση να δώσει μία εξήγηση για αυτόν. Ανάμεσα στους γνωστούς του υπήρχε η αίσθηση ότι μετά από τόσες δεκαετίες εξόρμησης στα τραπέζια του τζόγου, τρώγοντας με την περιφρόνηση ενός έφηβου για την δίαιτα., καπνίζοντας είκοσι πέντε πούρα την ημέρα, και με μέσο όρο ύπνου 4 ώρες το εικοσιτετράωρο, θα έπρεπε να ήταν έτοιμος για τον άλλο κόσμο.
Αντί για αυτό η φυσική του αντοχή παρέμεινε σχεδόν μέχρι τέλους εξωφρενική. Σε ένα παιχνίδι ζαριών στο Las Vegas Thunderbird Hotel ο Νικ είχε μία αμυχή στον αστράγαλο του, που φαινόταν να αγριεύει τώρα που φορούσε τα παπούτσια . Κατά τα μεσάνυχτα πρόσεξε ότι το πόδι του 'κτυπούσε' στέλνοντας του κύματα άλγους, και το επόμενο βράδυ ενοχλήθηκε γιατί το πόδι του πρήστηκε στο γόνατο και γύρισε στο κρίσιμο αυτό σημείο σε πορφυρό χρώμα.
Αυτό το βράδυ ενώ ο Νικ παρέμεινε στην καρέκλα του απαθής, ένας από τους ανθρώπους του παιχνιδιού ανησύχησε και κάλεσε έναν γιατρό, οποίος σύρθηκε κάτω από το τραπέζι για να κοιτάξει το πόδι του και τότε πρόσταξε τον τζογαδόρο να έρθει μαζί του στο νοσοκομείο. Μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες να τον πάει στο νοσοκομείο ο γιατρός του έκανε μία πλήρη ένεση πενικιλίνης στο πόδι του, το έβαλε πάνω σε μία καρέκλα και προειδοποίησε τον Νικ ότι ίσως πέσει σε λίγο σε παραλήρημα.
"Παραλήρημα;" μουρμούρισε ο Νικ, μελετώντας την δράση, "Α, ναι". Ο γιατρός επέστρεψε αρκετές φορές για να του περιποιηθεί το πόδι. Την τελευταία φορά που τον επισκέφθηκε το πόδι είχε γιατρευτεί σχεδόν και ο Νικ που προηγουμένως λαγοκοιμόταν μέσα στην δράση ένοιωθε τώρα πολύ καλά. "Πρέπει να ξαναρθείς " λέει ο Νικ στον γιατρό " από τότε που μου έκανες την πρώτη ένεση η τύχη μου άλλαξε".
Η φαινομενικά ψυχαναγκαστική ανάγκη του Νικ για δράση είναι μία πηγή θαυμασμού στους περισσότερο στοχαστικούς φίλους του, ανάμεσα τους ο επικεφαλής του τμήματος κοινωνικών σπουδών του ανατολικού πανεπιστημίου. Ένα καλοκαίρι ο καθηγητής πέρασε αρκετές ευχάριστες ώρες συζητώντας το πρόβλημα με τον Νικ. Ο Νικ βρισκόταν παραδόξως σε μία διάθεση επιστροφής σε μία προγενέστερη κατάσταση. " Έχω βαρεθεί να ζω σαν φιλοξενούμενος στο σπίτι καθενός" είπε ο Νικ με κατήφεια " Θα ήταν πρέπον να αποσυρθώ σε ένα που θα είναι δικό μου". " Δεν μπορείς να αποσυρθείς " σαρκάζει ο καθηγητής, " Εσύ είσαι ο στρατάρχης του πίσω δωματίου ".
" Στρατάρχης;", λέει ο Νικ " Νόμιζα ότι είμαι ένας από αυτούς που περπατάνε με τις πληγές τους, αλλά κάνεις λάθος. Δεν είμαι εθισμένος στον τζόγο. Δεν ξέφυγα ποτέ από κάτι που σκόπευα να κάνω, για να βρεθώ γρήγορα σε δράση". Κάποια χρονιά ο Νικ δεν ξέφυγε από την πορεία του για να βρίσκεται μόνο και μόνο σε δράση, όταν ξανασυνάντησε τον αργότερα εστιάτορα και αδελφό του διάσημου μαέστρου ορχήστρας Abe Lyman, Mike Lyman. Μαζί του είχε παίξει χαρτιά σε ένα τραίνο για Νέα Υόρκη παλαιότερα χωρίς να έχει τις καλύτερες αναμνήσεις.. Αυτήν την φορά τον συνάντησε σε ένα κλαμπ για χαρτιά.
" Τι λες για μία μονομαχία στο στάντ πόκερ;" του λέει ο Νικ. Ο Lyman του λέει ότι είναι απένταρος. " Θα σε δανείσω " του λέει ο Νικ. Ο Λύμαν ένας εξπέρ στο μπριτζ του λέει ότι παίζει μόνο μπριτζ, ένα παιχνίδι το οποίο ο Νικ ούτε ήξερε καλά, ούτε του άρεσε. Μετά από μία σύντομη μάχη με τον εαυτό του ο Νικ δάνεισε στον Lyman και σε δύο ακόμα τζογαδόρους που ήταν επίσης φαλίριδες. Παίζοντας μπριτζ ο Νικ έχασε 25.000 δολάρια σε 10 ώρες. Κατά το μεσημέρι της επόμενης μέρας, θυμήθηκε ξαφνικά ότι έπρεπε να προλάβει το τραίνο που έφευγε στις 4 ή ώρα για την Φιλαδέλφεια, για να δει το πρώτο αγώνα μποξ μεταξύ του πολύ καλού του φίλου Dempsey και του Tunney.
Με την συνήθη του έλλειψη εθισμού στον τζόγο, άρχισε να προσπαθεί να πείσει τον Lyman και τους άλλους να έρθουν μαζί του. Όταν αυτοί δίστασαν, ο Νικ τους αγόρασε εισιτήρια και τους υποσχέθηκε να αναλάβει όλα τα έξοδα που θα έκαμναν στο ταξίδι τους. " Όταν φτάσαμε στην Φιλαδέλφεια " είπε ο Νικ "μου είχε κοστίσει ήδη 300.000 δολάρια το να μάθω να παίζω μπριτζ.
Ο κύκλος έκλεισε όταν πόνταρα στον Dempsey 160.000 δολάρια και έχασα. Μερικές βδομάδες αργότερα πήγα στο παγκόσμιο πρωτάθλημα αφήνοντας άλλες 150.000 δολάρια πίσω. Αλλά είχα δράση, ναι όντως". Αυτή η προδιάθεση του Νικ για τα χρήματα είναι ίσως ένας από τους κύριους λόγους που τον έχουν κάνει μυστηριώδη στους συνάδελφους ταυ. Μακριά από τα τραπέζια μοιάζει να χάνει κάθε ενδιαφέρον για αυτά. Αυτή του η στάση αποδίδεται συχνά στο γεγονός ότι γεννήθηκε σε μία ευκατάστατη οικογένεια στο Ρέθυμνο της Κρήτης, και είχε όλες τις πολυτέλειες που μπορεί να έχει ένας νέος να του δίδονται αφειδώς από τον πλούσιο νονό του στη Σμύρνη, όπου και ανατράφηκε. Αυτή όμως η εξήγηση δύσκολα καλύπτει ένα πρόβλημα μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου